Την εκτίμηση ότι η ελληνική οικονομία δεν θα εισέλθει σε αποπληθωριστικό σπιράλ διατυπώνει η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων της Eurobank, στο νέος τεύχος της περιοδικής έκδοσης Economy and Markets.
Την εκτίμηση ότι η ελληνική οικονομία δεν θα εισέλθει σε αποπληθωριστικό σπιράλ διατυπώνει η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων της Eurobank, στο νέος τεύχος της περιοδικής έκδοσης Economy and Markets.
Στο τεύχος αυτό φιλοξενείται άρθρο του Δρα Τάσου Αναστασάτου, Ανώτερου Οικονομολόγου της Τράπεζας και του Δρα Θεόδωρου Σταματίου, ερευνητή οικονομολόγου, με τίτλο: «Είναι ο Αποπληθωρισμός Κίνδυνος για την Ελλάδα;».
Η μελέτη αναλύει τις αιτίες και τις επιδράσεις του αποπληθωρισμού και, σε συνάρτηση με αυτές, τις επιλογές πολιτικής για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Το κεντρικό ερώτημα το οποίο τίθεται είναι κατά πόσον ο αποπληθωρισμός μπορεί να διαρκέσει επί μακρόν και να σύρει την οικονομία σε ένα σπιράλ αλληλοτροφοδοτούμενων μειώσεων τιμών αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων, μείωσης της οικονομικής δραστηριότητας, απομείωσης της αξίας των χρεογράφων, χρεοκοπιών, ανεργίας και μείωσης του ΑΕΠ.
Η μελέτη καταλήγει ότι μέχρις στιγμής δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, στο βαθμό που η συνέχιση του φαινομένου εντός του 2014 συνδέεται με τη βελτίωση της λειτουργίας των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών και όχι πλέον με τη συρρίκνωση της ζήτησης, η επίδραση θα είναι θετική. Θα ενισχύσει την αγοραστική δύναμη των εισοδημάτων, την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και τον μακροχρόνιο ρυθμό ανάπτυξης.
Σύμφωνα με τη Eurobank, προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι να μην επεκταθεί ο αποπληθωρισμός πέραν του 2014 και να μην εγκατασταθούν μακροχρόνιες αποπληθωριστικές προσδοκίες.
Πιθανή παράταση του αποπληθωρισμού θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην εξέλιξη του λόγου του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ. Παρότι μέχρις στιγμής δεν στοιχειοθετείται κάτι τέτοιο, τα στοιχεία δεν επιτρέπουν ακόμα την εξαγωγή οριστικών συμπερασμάτων. Επομένως οι αρχές άσκησης οικονομικής πολιτικής πρέπει να επαγρυπνούν.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη, σε περίπτωση κατά την οποία οι τάσεις αποπληθωρισμού και οι αποπληθωριστικές προσδοκίες ενταθούν, το αποτελεσματικότερο εργαλείο πολιτικής θα ήταν η νομισματική επέκταση από την ΕΚΤ, όχι με περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων, για τα οποία μικρό περιθώριο δράσης υφίσταται, αλλά με ευθεία ποσοτική επέκταση της προσφοράς χρήματος.
Η μελέτη εκτελεί και ελέγχους ευαισθησίας στο λόγο του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ από μία πιθανή επέκταση του αποπληθωρισμού πέραν των ρυθμών οι οποίοι προβλέπονται στο Πρόγραμμα Προσαρμογής. Σε ένα ακραίο σενάριο, ο αποπληθωρισμός επεκτείνεται και στα επόμενα τέσσερα έτη μέχρις ότου η ανταγωνιστικότητα ως προς τις τιμές έναντι των εταίρων της χώρας στην Ευρωζώνη βελτιωθεί σωρευτικά κατά 13,9% ακόμη.
Σε αυτό το σενάριο, θα απαιτηθεί περαιτέρω απομείωση του χρέους κατά 5,7 δισ. ευρώ επιπλέον της απομείωσης η οποία επετεύχθη με το PSI και επιπλέον αυτής που εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί με τα νέα μέτρα τα οποία θα συμφωνηθούν μέχρι το φθινόπωρο του 2014. Εναλλακτικά, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα επέστρεφε στο μονοπάτι μείωσης το οποίο προβλέπεται από το Πρόγραμμα Προσαρμογής με μία περαιτέρω μείωση των επιτοκίων στο δημόσιο χρέος κατά 0,95 ποσοστιαίες μονάδες επί μία πενταετία.