Πριν από ακριβώς τέσσερα χρόνια, στις 6 Απριλίου 2010, το ελληνικό Δημόσιο επιχείρησε να εκδώσει 20ετή ομόλογα ζητώντας τουλάχιστον 1 δισ. ευρώ, την ώρα που οι αγορές απομακρύνονταν από την Ελλάδα και στη δευτερογενή αγορά οι τιμές κατρακυλούσαν. Το αποτέλεσμα της δημοπρασίας ήταν απογοητευτικό.
Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Πριν από ακριβώς τέσσερα χρόνια, στις 6 Απριλίου 2010, το ελληνικό Δημόσιο επιχείρησε να εκδώσει 20ετή ομόλογα ζητώντας τουλάχιστον 1 δισ. ευρώ, την ώρα που οι αγορές απομακρύνονταν από την Ελλάδα και στη δευτερογενή αγορά οι τιμές κατρακυλούσαν. Το αποτέλεσμα της δημοπρασίας ήταν απογοητευτικό. Προσφέρθηκαν μόλις 390 εκατ. ευρώ, τα οποία και απορροφήθηκαν, με το κουπόνι να διαμορφώνεται στο 5,90%, αλλά το πραγματικό κόστος να εκτοξεύεται αισθητά πάνω από το 6%. Ηταν το τελευταίο μακροπρόθεσμο ομόλογο που εκδόθηκε από το ελληνικό Δημόσιο και στο πλαίσιο αυτό μονόδρομος ήταν ο μηχανισμός στήριξης, που θα εξασφάλιζε την κάλυψη των δανειακών αναγκών της χώρας, αλλά με αντάλλαγμα τα σκληρά οικονομικά μέτρα προσαρμογής, το ύψος των οποίων έφτασε σε 65 δισ. ευρώ. Την ίδια περίοδο έκλεισαν οι αγορές και για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες στράφηκαν στην ΕΚΤ.
Σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά την τελευταία αποτυχημένη απόπειρα δανεισμού από τις αγορές, η Ελλάδα επιστρέφει. Οι ίδιες οι αγορές είναι αυτές που την ωθούν τώρα να εκδώσει ξανά ομόλογα, με ξένους αναλυτές να υποστηρίζουν μάλιστα πως δεν είναι πλέον απαραίτητο και το καλό rating των οίκων αξιολόγησης. Οι ξένοι θεσμικοί, βέβαια, έδωσαν το θετικό μήνυμα όταν προ ημερών υπερκάλυψαν τα κεφάλαια που βγήκαν και ζήτησαν οι τράπεζες Πειραιώς και Alpha, μια κίνηση που θεωρήθηκε (από το ΥΠΟΙΚ και την Τράπεζα της Ελλάδος) καθοριστική για την επάνοδο στις αγορές και του Δημοσίου. Η κυβέρνηση το βλέπει θετικά, το υπουργείο Οικονομικών με τον ΟΔΔΗΧ ρυθμίζουν τις τελευταίες λεπτομέρειες και σύντομα θα ανάψει το πράσινο φως για την έκδοση του πρώτου ομολόγου ύστερα από τέσσερα χρόνια.
Ασφαλώς και πρόκειται για μια κίνηση που θα ξαναβάλει την Ελλάδα στην ομολογιακή αγορά, έστω και με υψηλό κόστος, το οποίο θα μετριαστεί από το χαμηλό όγκο των εκδόσεων και μεσοπρόθεσμα θα συμβάλει στη βελτίωση της στάσης των ξέων επενδυτών απέναντι στη χώρα. Μια άλλη σημαντική εξέλιξη είναι τα εύσημα της επικεφαλής του νέου Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού της Ευρωζώνης, Ντανιέλ Νουί, προς την Τράπεζα της Ελλάδος «για την πολύ καλή δουλειά σε μια δύσκολη περίοδο και την απίστευτη πρόοδο στην αναδιάρθρωση και ανασυγκρότηση των ελληνικών τραπεζών». Δηλαδή, η Ελλάδα σήμερα εμφανίζεται προς το εξωτερικό με ένα τραπεζικό σύστημα να βρίσκει τα βήματά του μετά την περιπέτεια των τελευταίων ετών, αλλά και έτοιμη να αποκτήσει ξανά πρόσβαση στις αγορές. Πρόκειται για «κέρδη» που πρέπει να κεφαλαιοποιηθούν και να διαφυλαχθούν, κατά την προεκλογική περίοδο, ενώ θα πρέπει να αποτελέσουν την απαρχή για μια πολιτική επούλωσης των μεγάλων πληγών που άφησε η κρίση.
ΠΑΝΟΣ Φ. ΚΑΚΟΥΡΗΣ - [email protected]