Τις πέντε κατευθύνσεις που θα πρέπει να εστιάσει η κυβερνητική πολιτική για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την αποφυγή μιας παρατεταμένης περιόδου χαμηλής ανάπτυξης και υψηλής ανεργίας, αναλύει στη σημερινή της έκθεση η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων της Eurobank.
Τις πέντε κατευθύνσεις που θα πρέπει να εστιάσει η κυβερνητική πολιτική για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την αποφυγή μιας παρατεταμένης περιόδου χαμηλής ανάπτυξης και υψηλής ανεργίας, αναλύει στη σημερινή της έκθεση η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων της Eurobank.
Στην έκθεση, με τίτλο: «Ελλάδα: Ανάκτηση Ανταγωνιστικότητας, Εξισορρόπηση του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών και Μετατόπιση Προς Εξωστρεφείς Κλάδους», η οποία υπογράφεται από τον Δρα Τάσο Αναστασάτο, Senior Economist της Τράπεζας, προτείνονται συγκεκριμένες πολιτικές προς αυτή την κατεύθυνση, μεταξύ των οποίων την προτεραιοποίηση και επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με το μεγαλύτερο όφελος στην παραγωγικότητα, προσέλκυση παραγωγικών και εξωστρεφών άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ) με ατμομηχανή το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, αναβάθμιση των υποδομών μεταφορών (ώστε να καταστεί συμφέρουσα για τις ξένες επιχειρήσεις η παραγωγή στην Ελλάδα και η επανεξαγωγή), ενθάρρυνση της αύξησης του μεγέθους των εγχώριων επιχειρήσεων, ενίσχυση της ρευστότητας των εξαγωγικών επιχειρήσεων, στήριξη έρευνας και τεχνολογίας. Επίσης επιβάλλεται να εφαρμοστούν πολιτικές στήριξης και κοινωνικής ενσωμάτωσης όσων πληγούν, καθώς και μετεκπαίδευσης σε νέες ειδικεύσεις, αφού η διαδικασία μετασχηματισμού συνεπάγεται υψηλή ανεργία στο μεταβατικό διάστημα, αλλά και την απαξίωση των προσόντων όσων εργάζονταν σε φθίνοντες τομείς και άρα μακροχρόνια ανεργία
Ο βαθμός στον οποίον θα εφαρμοστούν αυτές οι πολιτικές, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον, θα καθορίσουν και την πιθανότητα να αποφύγει η ελληνική οικονομία μία παρατεταμένη περίοδο χαμηλής ανάπτυξης και υψηλής ανεργίας, με βαρύτατες οικονομικές, κοινωνικές και γεωστρατηγικές συνέπειες. Τεχνικά, η επιστροφή σε δυναμικούς ρυθμούς ανάπτυξης με άξονα τις εξαγωγές και τις επενδύσεις είναι απολύτως εφικτή. Προϋποθέτει όμως την οριστική εγκατάλειψη των ψευδαισθήσεων των εύκολων λύσεων του παρελθόντος και την συστηματική εργασία όλων πάνω σε ένα εθνικό σχέδιο δράσης.
Επίσης, στη μελέτη εξετάζεται η πρόοδος που έχει επιτευχθεί στην ανάκτηση των απωλειών ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, την εξισορρόπηση του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών (ΙΤΣ), καθώς και της διαδικασίας μετατόπισης πόρων προς τους εξωστρεφείς τομείς της οικονομίας.
Τα κεντρικά συμπεράσματα είναι τα εξής:
(α) οι απώλειες της ανταγωνιστικότητας ως προς το κόστος εργασίας της περιόδου 2001-2009 έχουν ανακτηθεί πλήρως. Ωστόσο, αυτό συντελέστηκε μέσω δημιουργίας ύφεσης. Αντιθέτως, η ανταγωνιστικότητα ποιότητας υποχώρησε.
(β) Η διατηρήσιμη μεγέθυνση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, όπως και υποκατάσταση εισαγωγών από εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, αποτελεί προϋπόθεση ώστε το πλεόνασμα το οποίο κατέγραψε το ΙΤΣ το 2013 να αποδειχτεί διατηρήσιμο. Ο λόγος είναι ότι μετά το πέρας της ύφεσης οι επενδύσεις θα ανακάμψουν και η κατανάλωση θα σταθεροποιηθεί, άρα θα αυξηθούν και οι εισαγωγές.
(γ) Απαραίτητη προϋπόθεση για την αύξηση των εξαγωγών και άρα την διατηρήσιμη ανάπτυξη είναι η αναδιάρθρωση του γενικότερου αναπτυξιακού προτύπου της ελληνικής οικονομίας. Αυτό σημαίνει μία μεγάλης κλίμακας μεταφορά πόρων, κεφαλαίου και εργασίας, από τους φθίνοντες τομείς οι οποίοι εξυπηρετούν την εγχώρια αγορά, προς τους τομείς των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών. Η πρόοδος αυτής της διαδικασίας μπορεί να χαρακτηριστεί εν μέρει θετική στο βαθμό που οι κλάδοι των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών έχουν συγκρατήσει καλύτερα την αξία της παραγωγής τους κι έχουν βελτιώσει τις σχετικές τους τιμές, αλλά δεν έχει υπάρξει ακόμα ουσιαστική αύξηση της παραγωγικής τους ικανότητας. Αυτό μένει –και πρέπει- να γίνει τα επόμενα έτη.
(δ) η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας μακροπρόθεσμα εξαρτάται περισσότερο από τη βελτίωση του τεχνολογικού περιεχομένου των εξαγωγών παρά από τις τιμές τους. Συνάγεται ότι περαιτέρω μείωση του κόστους εργασίας πρέπει να αποφευχθεί: αν και βραχυχρόνια παρουσιάζεται ως μία λύση στο οξύτατο πρόβλημα της ανεργίας, μακροχρονίως η επιβίωση ή αναβίωση δραστηριοτήτων έντασης εργασίας παρεμποδίζουν την απελευθέρωση πόρων για να κατευθυνθούν προς παραγωγικότερους τομείς και έλκουν το μοντέλο εξειδικεύσεων της χώρας προς λάθος κατεύθυνση
(ε) η στροφή προς τους εξαγωγικούς τομείς επιβάλλεται να αποτελέσει κεντρική προτεραιότητα της οικονομικής πολιτικής. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα βελτιώσουν την παραγωγικότητα της οικονομίας και το τεχνολογικό περιεχόμενο των εξαγωγών αλλά για να αποδώσουν τα επιθυμητά αποτελέσματα πρέπει να αποκτήσουν κρίσιμη μάζα. Πλημμελής ή καθυστερημένη εφαρμογή τους απειλεί να οδηγήσει σε διεύρυνση της διαρροής πολύτιμων ανθρώπινων πόρων στο εξωτερικό, περαιτέρω αποεπένδυση και καταστροφή κεφαλαίου, και άρα μόνιμη βλάβη στο αναπτυξιακό δυναμικό της ελληνικής οικονομίας.