Οικονομία & Αγορές
Τετάρτη, 08 Σεπτεμβρίου 2004 19:25

Εως 23 Οκτωβρίου οι αιτήσεις μονιμοποίησης συμβασιούχων σε ΔΕΚΟ

«Σας γνωρίζουμε ότι στο ΦΕΚ 160/Α΄/23-8-2004 δημοσιεύθηκε το Π.Δ 180/2004 «τροποποίηση του Π.Δ. 81/2003 ρυθμίσεις για τους εργαζόμενους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου».

Με αυτό το Προεδρικό Διάταγμα τροποποιείται το Π.Δ.81/2003, με το οποίο είχε γίνει αρχικά η ενσωμάτωση της Οδηγίας 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 στην εθνική έννομη τάξη. Η τροποποίηση αυτή έγινε για να επιτευχθεί πληρέστερα ο σκοπός της Οδηγίας και να ικανοποιηθούν σχετικά αιτήματα των κοινοτικών φορέων αλλά και σχετικές παρατηρήσεις της αρμόδιας διεύθυνσης απασχόλησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με την ενσωματούμενη Οδηγία αυτή επιδιώκεται αφενός η βελτίωση της ποιότητας της εργασίας ορισμένου χρόνου με την εφαρμογή της αρχής της μη διάκρισης σε σχέση με την εργασία αορίστου χρόνου και αφετέρου η καθιέρωση ενός πλαισίου κανόνων για ν’ αποτραπεί τυχόν κατάχρηση που προκαλείται από τη χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, αντί αορίστου χρόνου.

1. ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Στις ρυθμίσεις του Π.Δ 180/2004 υπάγονται οι εργαζόμενοι με σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας στον ιδιωτικό τομέα στον οποίο συμπεριλαμβάνονται και οι ανώνυμες εταιρίες που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών και οι οποίες αποκλείονται από τον δημόσιο τομέα σύμφωνα με το άρθρο 3 περ. γ του Π.Δ. 164/2004 (ΦΕΚ 134/Α/19-7-04), όπως επίσης και οι εργαζόμενοι των φορέων που βάση ειδικών διατάξεων έχουν εξέλθει από το δημόσiο τομέα.

Το Διάταγμα αυτό δεν εφαρμόζεται:

Ι)Στις σχέσεις επαγγελματικής κατάρτισης και στις συμβάσεις ή σχέσεις μαθητείας.

ΙΙ)Στις συμβάσεις ή τις σχέσεις εργασίας που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο ενός ειδικού δημόσιου ή από το δημόσιο υποστηριζόμενου προγράμματος κατάρτισης, ένταξης και επαγγελματικής επανεκπαίδευσης.

ΙΙΙ)Στις συμβάσεις προσωρινής απασχόλησης του Ν. 2956/2001.

2. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΡΥΘΜΙΣΕΩΝ

Το Προεδρικό Διάταγμα περιλαμβάνει πέντε άρθρα. Τα τρία πρώτα (άρθρο 1-3) θεσπίζουν πάγιους κανόνες, που θα διέπουν από τη δημοσίευσή του, δηλαδή από τις 23-8-2004, τις διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου που θα συνάπτονται στον ιδιωτικό τομέα και στις εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών Ανώνυμες Εταιρείες, που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Π.Δ. 164/2004 σύμφωνα με το άρθρο 3 περίπτωση γ αυτού.

Στο άρθρο 4 αντιμετωπίζεται, με μεταβατική διάταξη, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί από απασχολούμενους με συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας ορισμένου χρόνου σε ανώνυμες εταιρίες εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Π.Δ. 164/2004 σύμφωνα με το άρθρο 3 περίπτωση γ αυτού. Ρυθμίζεται δηλαδή η υπηρεσιακή κατάσταση των ήδη απασχολουμένων με διαδοχικές συμβάσεις στις εταιρείες αυτές, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που αναλύονται στην οικεία παράγραφο της παρούσας εγκυκλίου .

3. ΠΑΓΙΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

1.Με την προστιθέμενη παράγραφο 2 στο άρθρο 4 του Π.Δ 81/2003 (άρθρο 2 Π.Δ 180/2004) ενσωματώνεται η αρχή pro rata temporis (κατ’ αναλογία χρόνου), που προβλέπεται στη ρήτρα 4 της Οδηγίας ώστε, να αποφευχθεί στο μέλλον η διάκριση με κριτήριο τον χαρακτηρισμό των συμβάσεων ως ορισμένου ή αορίστου χρόνου, εκτός εάν για αντικειμενικούς λόγους δικαιολογείται όντως διαφορετική μεταχείριση.

2.Με το άρθρο 3 αντικαθίσταται το άρθρο 5 του Π.Δ 81/2003, με το οποίο εισάγονται κανόνες προστασίας εργαζομένων και αποφυγής καταστρατηγήσεων σε βάρος τους όταν καταρτίζονται διαδοχικές συμβάσεις, κατά την έννοια του παρόντος Διατάγματος στον ιδιωτικό τομέα, όπως αυτός οριοθετείται ανωτέρω.

Κατ’ εξαίρεση, οι διαδοχικώς συναφθείσες συμβάσεις ορισμένου χρόνου δεν μετατρέπονται σε αορίστου, όταν συντρέχουν οι αντικειμενικοί λόγοι που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 5 του Π.Δ. 81/2003, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του Π.Δ. 180/2004 και προκύπτουν ευθέως ή αμέσως από την οικεία σύμβαση και από τις ιδιαιτερότητες του ιδιωτικού τομέα, με τη συνδρομή των οποίων είναι επιτρεπτή η ανανέωση αν δικαιολογείται από τη φύση της εργασίας. Πιο αναλυτικά αντικειμενικούς λόγους συνιστούν ιδίως: η εκτέλεση εργασιών παροδικού χαρακτήρα, η προσωρινή σώρρευση εργασίας, όταν η ορισμένη διάρκεια βρίσκεται σε συνάρτηση με εκπαίδευση ή κατάρτιση ή γίνεται με σκοπό τη διευκόλυνση μετάβασης του εργαζόμενου σε συναφή απασχόληση ή γίνεται για την πραγματοποίηση συγκεκριμένου έργου ή προγράμματος.

Τέλος, συνιστά αντικειμενικό λόγο που καθιστά επιτρεπτή την χωρίς περιορισμό ανανέωση συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου η εργασία που αναφέρεται στον τομέα των επιχειρήσεων αεροπορικών μεταφορών και των επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών αεροδρομίου εδάφους και πτήσης.

Με την παρ. 2 του άρθρου αυτού του Διατάγματος καθιερώνεται ο έγγραφος τύπος για την σύναψη της ανανέωσης της σύμβασης ή σχέσης εργασίας και επιβάλλεται η αναφορά των λόγων οι οποίοι δικαιολογούν την ανανέωση αυτή. Δεν είναι απαραίτητος ο έγγραφος τύπος της συμφωνίας ανανέωσης όταν η διάρκειά της είναι εντελώς ευκαιριακή και δεν υπερβαίνει τις (10) δέκα εργάσιμες ημέρες.

Με την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου καθιερώνεται μαχητό τεκμήριο υπέρ του εργαζόμενου ότι καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες της επιχείρησης, με αποτέλεσμα τη μετατροπή των συμβάσεων αυτών σε συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας αορίστου χρόνου, σε περίπτωση που η χρονική διάρκεια των διαδοχικών συμβάσεων υπερβαίνει συνολικά τα δύο (2) έτη ή όταν ο αριθμός των ανανεώσεων στο ίδιο χρονικό διάστημα υπερβαίνει τις τρεις. Τοιουτοτρόπως, με την τροποποίηση που έγινε, η μετατροπή της σύμβασης ή της σχέσης σε σύμβαση αορίστου χρόνου παύει πλέον να εξαρτάται από τη μη συνδρομή των αντικειμενικών λόγων της παραγράφου 1 και συνδέεται μόνο με την προϋπόθεση της κάλυψης πάγιων και διαρκών αναγκών της επιχείρησης. Ο εργοδότης, όμως, μπορεί να ανταποδείξει ότι δεν πρόκειται για κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών της επιχείρησης, αφού το τεκμήριο που εισάγεται είναι, όπως προαναφέρθηκε, μαχητό.

Με την παράγραφο 4 διευρύνεται το μεταξύ δύο συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας μέγιστο χρονικό διάστημα για να θεωρηθούν αυτές «διαδοχικές», από (20) είκοσι εργάσιμες ημέρες σε (45) σαράντα πέντε ημερολογιακές ημέρες. Η διεύρυνση του διαστήματος αυτού καθώς και η καθιέρωση της ερμηνευτικής διάταξης ότι περιλαμβάνονται στην έννοια του ίδιου εργοδότη και οι επιχειρήσεις του ομίλου, όταν πρόκειται περί ομίλου επιχειρήσεων, συντελεί στην αποτροπή καταχρηστικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, χωρίς να επιδρά αρνητικά στην επιλογή εργασίας αυτής της μορφής.

Με την παράγραφο 5 προβλέπεται ότι το άρθρο αυτό έχει εφαρμογή σε συμβάσεις ή ανανεώσεις συμβάσεων ή σχέσεις εργασίας που συνάπτονται μετά την θέση σε ισχύ του ανωτέρω διατάγματος, δηλαδή από 23-8-2004.

4. Προϋποθέσεις υπαγωγής στις μεταβατικές ρυθμίσεις που εισάγονται με το άρθρο 4 του παρόντος Διατάγματος (8Α του Π.Δ.81/2003).

Με το άρθρο 4 του Προεδρικού Διατάγματος 180/2004 προστίθεται μετά το άρθρο 8 του Π.Δ. 81/2003 νέο άρθρο 8Α που εισάγει μεταβατικές διατάξεις που αφορούν στις διαδοχικές συμβάσεις που είναι ενεργές ως την έναρξη ισχύος του παρόντος Διατάγματος και έχουν συναφθεί με φορείς που ανήκαν ή ανήκουν στο δημόσιο τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 51 παρ. 1 του Ν. 1892/1990 ή από άλλες ειδικές διατάξεις, όπως εκάστοτε ισχύουν και οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του Π.Δ. 164/2004 ήταν εισηγμένοι στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας. Στις εταιρείες αυτές έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 11 του Π. Δ. 164/2004.

Με το άρθρο αυτό αντιμετωπίζεται η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε από συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας ορισμένου χρόνου στις ανωτέρω εταιρείες έως την έναρξη ισχύος (23-8-04) του παρόντος Π.Δ.

Για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού θα πρέπει οι συμβασιούχοι να πληρούν αθροιστικά τις παρακάτω προϋποθέσεις.

α). Ενεργό σύμβαση κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του Π.Δ στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (23-8-2004). Επίσης περιλαμβάνονται και εκείνοι των οποίων η σύμβαση ή η σχέση έχει λήξει ή διακοπεί στο τελευταίο τρίμηνο πριν τη δημοσίευση του Π.Δ. δηλαδή από 23-5-2004 μέχρι 22-8-2004.

β).Είκοσι τέσσερις (24) μήνες συνολική διάρκεια πραγματικής απασχόλησης με μια τουλάχιστον ανανέωση ή δέκα οκτώ (18) μήνες με τρεις τουλάχιστον ανανεώσεις (πέραν από την αρχική σύμβαση) μέσα σε συνολικό χρονικό διάστημα είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από την αρχική σύμβαση. Ως αρχική σύμβαση νοείται η πρώτη μεταξύ των διαδοχικών συμβάσεων κατά την παρ. 3 του άρθρου 8α του Π.Δ. 81/2003, όπως προστέθηκε με το άρθρο 4 του παρόντος Διατάγματος, δηλαδή η σύμβαση, μεταξύ της οποίας και της αμέσως επομένης μεσολαβεί διάστημα διακοπής μικρότερο των τριών (3) μηνών.

Για τη συμπλήρωση των 24 ή 18 μηνών αντίστοιχα, συνυπολογίζεται και ο χρόνος που διανύθηκε σ’ εκτέλεση προσωρινής διαταγής δικαστηρίου ή απόφασης που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ή οριστικής ή τελεσίδικης δικαστικής απόφασης.

Είναι αυτονόητο ότι, όταν το 24μηνο ή 18μηνο χρονικό διάστημα καλύπτεται από μία (1) μόνο σύμβαση, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 4 του Π.Δ.180/04.

γ) Ο χρόνος διακοπής ανάμεσα σε δυο (2) συμβάσεις να είναι μικρότερος των τριών μηνών.

δ). Ο συνολικός χρόνος απασχόλησης των είκοσι τεσσάρων (24) ή των δέκα οκτώ (18) μηνών, κατά περίπτωση, να έχει πράγματι διανυθεί στον ίδιο φορέα, με την ίδια ή παρεμφερή ειδικότητα και με τους ίδιους ή παρεμφερείς όρους εργασίας, όπως περιγράφονται στην αρχική σύμβαση.

ε).Το αντικείμενο της σύμβασης ν’ αφορά δραστηριότητες που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του φορέα.

στ).Ο συνολικός χρόνος της ανωτέρω περ. β΄ της εγκυκλίου αυτής ( 24 ή 18 μήνες κατά περίπτωση) μπορεί να έχει παρασχεθεί κατά πλήρες ή και μειωμένο ωράριο εργασίας, αλλά σε κάθε περίπτωση σε καθήκοντα ίδια ή παρεμφερή με αυτά που περιγράφονται στην αρχική σύμβαση.

Οι απασχοληθέντες με μειωμένο ωράριο εργασίας, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που προαναφέρθηκαν, θα καταλάβουν θέσεις με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου ΜΕΡΙΚΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ, αντίστοιχη του ωραρίου που αναγράφεται στην αρχική σύμβαση.

5. ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΩΝ

Οι εργαζόμενοι οφείλουν να υποβάλουν αίτηση εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών, από τη δημοσίευση του Π.Δ., δηλαδή μέχρι και τις 23 Οκτωβρίου 2004, στον οικείο φορέα.

Στην αίτησή τους οι εργαζόμενοι θα πρέπει ν’ αναφέρουν όλα τα στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι έχουν τις ως άνω προϋποθέσεις (προς διευκόλυνση των υπηρεσιών και των φορέων επισυνάπτεται ενδεικτικά σχετικό υπόδειγμα).

6.ΠΟΙΑ ΟΡΓΑΝΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΝΟΥΝ ΤΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΤΩΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ

Αρμόδια να κρίνουν αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 της παρούσας εγκυκλίου είναι:

α). το οικείο Διοικητικό Συμβούλιο ή το συλλογικό όργανο διοίκησης του οικείου νομικού προσώπου ή το όργανο που εξομοιώνεται με αυτό, σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει το νομικό πρόσωπο.

Η κρίση του αρμόδιου οργάνου θα πρέπει να ολοκληρωθεί μέσα σε προθεσμία το πολύ πέντε μηνών από την έναρξη ισχύος του Π.Δ (μέχρι 23 Ιανουαρίου 2005)

β). Το ΑΣΕΠ, στο οποίο υποβάλλονται οι ανωτέρω κρίσεις των αρμόδιων οργάνων, θετικές ή αρνητικές. Το ΑΣΕΠ αποφαίνεται μέσα σε τρεις (3) μήνες από τη διαβίβαση σε αυτό των σχετικών κρίσεων των οικείων οργάνων και οι αποφάσεις του δεσμεύουν, σε κάθε περίπτωση, τους φορείς.

Οι Υπηρεσίες οφείλουν, μαζί με τις σχετικές κρίσεις των οικείων Διοικητικών Συμβουλίων, να υποβάλουν στο ΑΣΕΠ συνοπτικό σημείωμα ανά κατατασσόμενο, το οποίο να περιέχει όλα τα στοιχεία που προκύπτουν από την παρ. 1 του άρθρου 11 του Π.Δ. 164/2004 (παρ.4 της παρούσας εγκυκλίου) και τεκμηριώνουν τη μετατροπή ή μη της σύμβασής του σε αορίστου χρόνου (αριθμό συμβάσεων, ημερομηνία έναρξης και λήξης αυτών, ειδικότητα, ωράριο απασχόλησης και λοιπούς όρους όπως περιγράφονται στη σύμβαση κ.λ.π.)

Σημειώνεται ότι το έντυπο αυτό θα πρέπει να συνταχθεί με ιδιαίτερη προσοχή, δεδομένου ότι θα έχει ισχύ πιστοποιητικού της υπηρεσίας και ο υπάλληλος που θα το συντάξει, ευθύνεται για την ορθή αναγραφή των στοιχείων των συμβασιούχων.

Το ΑΣΕΠ δύναται, σε κάθε περίπτωση, να ζητήσει από τις υπηρεσίες την υποβολή αριθμού φακέλων εργαζομένων προκειμένου να ελέγξει την ακριβή μεταφορά των στοιχείων των εργαζομένων.

7.ΠΟΙΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 4 ΤΟΥ Π.Δ.

Φορείς που ανήκαν ή ανήκουν στο δημόσιο τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 51 παρ.1 του Ν.1892/1990 ή από άλλες ειδικές διατάξεις, όπως εκάστοτε ισχύουν και οι οποίοι, κατά την έναρξη ισχύος του Π. Δ/τος 164/04 ήταν εισηγμένοι στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών με τη μορφή Α.Ε..

8. ΠΟΙΟΙ ΔΕΝ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

(¶ρθρο 4 Π.Δ. 180/04)

Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, σύμφωνα και με τη ρήτρα 2 της Οδηγίας, δεν εφαρμόζονται:

Ι)Στις σχέσεις επαγγελματικής κατάρτισης και στις συμβάσεις ή σχέσεις μαθητείας

ΙΙ)Στις συμβάσεις ή τις σχέσεις εργασίας που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο ενός ειδικού προγράμματος κατάρτισης, ένταξης και επαγγελματικής επανεκπαίδευσης το οποίο υποστηρίζεται από τον ΟΑΕΔ, με εξαίρεση τα άτομα με αναπηρίες για τα οποία γίνεται λόγος κατωτέρω.

ΙΙΙ)Στις συμβάσεις προσωρινής απασχόλησης του Ν. 2956/2001.

Πρόκειται για συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου που συνάπτονται μεταξύ μισθωτών και Εταιρειών Προσωρινής Απασχόλησης, με σκοπό την παροχή εργασίας σε άλλον (τρίτο) εργοδότη.

ΙΙΙΙ) Σε ειδικές κατηγορίες εργαζομένων, και συγκεκριμένα σε διευθυντικά στελέχη που διορίζονται απευθείας στις θέσεις τις οποίες κατέχουν, το καθεστώς των οποίων, λόγω του είδους των καθηκόντων τους και των προνομίων που απολαμβάνουν, ρυθμίζεται από ειδικές κάθε φορά διατάξεις.

9.ΕΙΔΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΓΙΑ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΕΣ

Για τα άτομα με αναπηρίες, εφόσον το ποσοστό αναπηρίας είναι τουλάχιστον 50%, ο συνολικός χρόνος απασχόλησης για την υπαγωγή τους στις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού (Μεταβατικές διατάξεις) αρκεί να είναι τουλάχιστον δέκα οκτώ (18) μήνες, ανεξάρτητα από το διάστημα διακοπής ανάμεσα στις συμβάσεις, υπό τον όρο ότι πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις όπως περιγράφονται στις περιπτώσεις (α) έως (στ) της παραγράφου 4 της εγκυκλίου αυτής.

Επίσης τα άτομα αυτά υπάγονται στις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού (μεταβατικές διατάξεις) του διατάγματος ακόμη και αν εργάζονται στο πλαίσιο προγράμματος ένταξης του ΟΑΕΔ. Το ποσοστό αναπηρίας θα πρέπει να προκύπτει από βεβαίωση, όπως αυτή προβλέπεται από το άρθρο 7 του Ν. 2643/1998, την οποία οφείλουν οι εργαζόμενοι να υποβάλουν με την αίτησή τους.

Εξυπακούεται ότι για την κατάληψη θέσης με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου θα πρέπει να συντρέχουν στο πρόσωπο του κατατασσόμενου τα γενικά προσόντα πρόσληψης που προβλέπονται από τις οικείες ειδικές διατάξεις που διέπουν κάθε φορέα (ελληνική ιθαγένεια ή ιθαγένεια κράτους μέλους της Ε.Ε., να μην υπάρχει ποινική καταδίκη κατά την κείμενη νομοθεσία κ.λ.π.)

Τυχόν ερωτήματα που θα ανακύψουν από την εφαρμογή του άρθρου 4 του Π.Δ/τος 180/04 (μεταβατικές διατάξεις) θα πρέπει να υποβάλονται στην αρμόδια υπηρεσία του οικείου φορέα».