Ανάμικτες αντιδράσεις προκαλεί η πρόσφατη «επίπληξη» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τη Γερμανία για το εμπορικό πλεόνασμα της χώρας, το οποίο πέρυσι σημείωσε ιστορικό ρεκόρ, πλησιάζοντας τα 200 δισ. ευρώ.
Ανάμικτες αντιδράσεις προκαλεί η πρόσφατη «επίπληξη» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τη Γερμανία για το εμπορικό πλεόνασμα της χώρας, το οποίο πέρυσι σημείωσε ιστορικό ρεκόρ, πλησιάζοντας τα 200 δισ. ευρώ.
Για πρώτη φορά, η Κομισιόν ανακοίνωσε στις αρχές Μαρτίου ότι το γερμανικό πλεόνασμα καταγράφεται και επισήμως ως «οικονομική ανισορροπία» που απειλεί την εύρυθμη λειτουργία της Ευρωζώνης. Μέχρι σήμερα οι επιπλήξεις αφορούσαν μόνο χώρες με υπερβολικό έλλειμμα, όπως η Ελλάδα. Σύμφωνα με τα ισχύοντα, ένα εμπορικό πλεόνασμα πάνω από 6% του ΑΕΠ θεωρείται «ανισορροπία» και επισύρει κυρώσεις, όπως συμβαίνει και με ένα έλλειμμα προϋπολογισμού άνω του 3%.
Το ενδεχόμενο να επιβληθούν κυρώσεις σε μία «χώρα πλεονάσματος», όπως η Γερμανία, θεωρείται βέβαια απίθανο, καθώς αυτό δεν έχει γίνει ούτε σε «χώρες ελλείμματος». Άλλωστε η ίδια η Κομισιόν ξεκαθαρίζει ότι το πλεόνασμα «δεν αυξάνει το ρίσκο στον ίδιο βαθμό με τα μεγάλα ελλείμματα». Τί γίνεται λοιπόν;
Μία πρώτη εκτίμηση από τον Γερμανό ευρωβουλευτή και αντιπρόεδρο της κοινοβουλευτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος Μάνφρεντ Βέμπερ: «Κατ’ αρχήν πρέπει να σεβαστούμε το ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διερευνά τις οικονομικές ανισορροπίες για όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Η ίδια η Γερμανία είχε συνυπογράψει τη σχετική απόφαση, άρα η γερμανική κυβέρνηση ασφαλώς αποδέχεται το ότι υπόκειται και η ίδια στην κρίση της Κομισιόν. Ωστόσο θεωρώ ότι δεν είναι σωστό να διαπομπεύεται η χώρα που έχει καλές οικονομικές επιδόσεις και είναι η ατμομηχανή της Ευρώπης. Από επιστημονικής απόψεως η διαδικασία είναι ορθή, αλλά σε πολιτικό επίπεδο δεν θα ήταν σωστό να αποδυναμώσουμε τον ισχυρό» λέει ο Γερμανός ευρωβουλευτής στην Deutsche Welle.
«Περισσότερες εισαγωγές, όχι λιγότερες εξαγωγές»
Η Κομισιόν ξεκαθαρίζει ότι δεν απαιτεί από τη Γερμανία να εξάγει λιγότερο για να εξάγουν οι άλλοι περισσότερο. Αυτό που απαιτεί από τη Γερμανία είναι να εισάγει εκείνη περισσότερο, αλλά και να ενισχύσει την εσωτερική ζήτηση μέσω μισθολογικών αυξήσεων και εγχώριων επενδύσεων. Δεν φαίνεται πάντως να αμφισβητείται η λογική των μισθολογικών αυξήσεων σε επίπεδα χαμηλότερα από τη βελτίωση της παραγωγικότητας.
Το σχόλιο από τον ευρωβουλευτή Μάνφρεντ Βέμπερ: «Νομίζω ότι η ίδια η Επιτροπή πρέπει να προχωρήσει σε βάθος, να κάνει συγκεκριμένες προτάσεις για το τί μέλλει γενέσθαι. Αλλά και η Γερμανία από την πλευρά της πρέπει να σκεφτεί εντατικά πώς μπορεί να ενισχύσει την εσωτερική ζήτηση και τις επενδύσεις, ώστε να μειωθούν οι ανισορροπίες».
Έντονη κριτική στο γερμανικό πλεόνασμα εκφράζει η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Γκάμπυ Τσίμερ. «Το 2013 η Γερμανία κατέγραψε εμπορικό πλεόνασμα-ρεκόρ, που φτάνει τα 199 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ευθύνη για τις οικονομικές ανισορροπίες στην Ε.Ε., όπου τα χρέη του ενός είναι τα κέρδη του άλλου» λέει η Γκάμπυ Τσίμερ στην Deutsche Welle. «Εάν η Γερμανία πανηγυρίζει γιατί εξέρχεται αλώβητη από την κρίση, αυτό οφείλεται και στις μισθολογικές περικοπές και στον χαμηλό πληθωρισμό, κάτι που ωστόσο δυσχεραίνει την προσπάθεια των άλλων χωρών να αποπληρώσουν τα χρέη τους».
Στην Γερμανία το κόμμα της Αριστεράς είναι αξιωματική αντιπολίτευση μετά τον σχηματισμό της «κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού» με τη συμμετοχή του χριστιανοδημοκρατικού κόμματος της Άνγκελα Μέρκελ και των σοσιαλδημοκρατών. Η Γκάμπυ Τσίμερ υποστηρίζει ότι τα πρώτα δείγματα του νέου οικονομικού επιτελείου δεν δείχνουν διάθεση να τιθασευτεί το πλεόνασμα. «Αυτό που έχω ακούσει μέχρι στιγμής από τον κ. Γκάμπριελ, τον υπουργό Οικονομίας, είναι ότι θα έλυνε το πρόβλημα με την καθιέρωση ελάχιστου ωρομισθίου. Κατά την άποψή μου δεν αρκεί αυτό, καθώς το ελάχιστο ημερομίσθιο θα κυμαίνεται σε χαμηλά επίπεδα. Επιπλέον, δεν γνωρίζουμε αν η γερμανική βιομηχανία θα επανεπενδύσει στην ίδια τη Γερμανία το πλεόνασμα που έχει πετύχει» λέει η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Αριστεράς.
Ανέφικτη η «κοινοτικοποίηση» του πλεονάσματος
Μία διαφορετική άποψη εκφράζει ο Φρανκ Ένγκελ, ευρωβουλευτής από το Λουξεμβούργο: το πρόβλημα δεν είναι το πλεόνασμα καθαυτό, αλλά το ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα για «κοινοτικοποίηση» του πλεονάσματος, υποστηρίζει ο ευρωβουλευτής των χριστιανοδημοκρατών.
«Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει δυνατότητα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να απορροφήσουμε τις όποιες ανισορροπίες, θετικές ή αρνητικές» τονίζει ο Ένγκελ. «Κανονικά, το να εξάγει κανείς πολύ περισσότερο από τους άλλους, είναι πολύ ευχάριστο για όλους τους Ευρωπαίους, αυτό το λένε και οι Γερμανοί. Εμείς θα μπορούσαμε να τους πούμε ότι αν είναι έτσι, το κέρδος από το πλεόνασμα θα μπορούσε να διαχέεται σε όλους. Υποθέτω βέβαια ότι θα απέρριπταν μία τέτοια πρόταση, λέγοντας ότι το κέρδος από το πλεόνασμα ανήκει αποκλειστικά σε εκείνον που πέτυχε το πλεόνασμα. Και εκεί βρίσκεται το πρόβλημά μας.»
Πράγματι, η «κοινοτικοποίηση» του πλεονάσματος δεν φαίνεται πολύ πιθανή, όπως άλλωστε δεν θεωρείται εφικτή και η «κοινοτικοποίηση» των ελλειμμάτων. Σε κάθε περίπτωση, η Κομισιόν δεν βάζει την υπόθεση στο συρτάρι και περιμένει την τοποθέτηση της Γερμανίας μέχρι τον Απρίλιο, ώστε να υποβάλει συγκεκριμένες προτάσεις, πιθανότατα μέσα στο καλοκαίρι.
Πηγή: Deutsche Welle