Σημαντική αύξηση κατά 15,9 δισ. ευρώ παρουσίασε το δημόσιο χρέος το 2013 σε σύγκριση με το 2012, λόγω του δανεισμού από το μηχανισμό στήριξης, αλλά και την απουσία πρωτογενούς πλεονάσματος και αξιόλογων εισπράξεων από ιδιωτικοποιήσεις, που θα μείωναν το ύψος του.
Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Σημαντική αύξηση κατά 15,9 δισ. ευρώ παρουσίασε το δημόσιο χρέος το 2013 σε σύγκριση με το 2012, λόγω του δανεισμού από το μηχανισμό στήριξης, αλλά και την απουσία πρωτογενούς πλεονάσματος και αξιόλογων εισπράξεων από ιδιωτικοποιήσεις, που θα μείωναν το ύψος του.
Ταχύτερη ήταν η επιδείνωση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ, λόγω της ταυτόχρονης συρρίκνωσης του εθνικού εισοδήματος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, το δημόσιο χρέος Κεντρικής Διοίκησης, στο τέλος του Δεκεμβρίου 2013, ανήλθε στο ποσό των 321.478 εκατ. ευρώ, έναντι 305.537 εκατ. ευρώ που ήταν το Δεκέμβριο του 2012.
Σε σύγκριση με το Σεπτέμβριο του 2013, το δημόσιο χρέος παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο, εμφανίζοντας μείωση κατά 400 εκατ. ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί πως σύμφωνα με το στόχο του υπουργείου Οικονομικών το δημόσιο χρέος στο τέλος του 2013 επρόκειτο να αυξηθεί σε 325.600 εκατ. ευρώ, καθώς η πρόβλεψη περιείχε και την εκτίμηση πως μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου θα εκταμιευόταν η δόση των 4,9 δισ. ευρώ από το δάνειο του μηχανισμού στήριξης.
Τελικά εκταμιεύτηκε μόνο η δόση του 1 δισ. ευρώ, ενώ η δόση των 4,9 δισ. ευρώ καθυστερεί ακόμη και το χρέος του 2013 είναι μικρότερο.
Δραματική ήταν η αύξηση κατά 18 εκατοστιαίες μονάδες του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ το περασμένο έτος.
Ειδικότερα, στο τέλος του 2013, ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ ανήλθε στο 175,7%, έναντι 157,7% που ήταν στο τέλος του 2012.
Η εξέλιξη αυτή οφείλεται αφενός στην αύξηση του χρέους κατά 15,9 δισ. ευρώ, αφετέρου στη μείωση του ΑΕΠ το 2013 κατά 12 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με το επίπεδο του 2012.
Διευκρινίζεται πως πρόκειται για το συνολικό δημόσιο χρέος, δηλαδή περιλαμβάνει και τα ομόλογα που κατέχουν τα ασφαλιστικά ταμεία και άλλοι δημόσιοι φορείς που αποτελούν το αποκαλούμενο ενδοκυβερνητικό χρέος.
Αυτό σημαίνει πως το χρέος Γενικής Κυβέρνησης, που αποτελεί και το δείκτη παρακολούθησης από την τρόικα και τις αγορές, είναι χαμηλότερο, δεδομένου πως για τον προσδιορισμό του αφαιρείται η αξία των ομολόγων που κατέχουν δημόσιοι φορείς.
Από τα στοιχεία του ΓΛΚ προκύπτει επίσης πως τα διαθέσιμα του Δημοσίου στο τέλος του Δεκεμβρίου μειώθηκαν στο ποσό των 4,03 δισ. ευρώ, από 7,55 δισ. ευρώ το Σεπτέμβριο, εξέλιξη που οφείλεται στη μη λήψη της δόσης των 4,9 δισ. ευρώ, αλλά και στην πληρωμή τοκοχρεολυσίων και άλλων κρατικών δαπανών, στο τελευταίο τρίμηνο του περασμένου έτους.
Υψηλά τα χρεολύσια
Αυξημένες είναι οι άμεσες και οι μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις πληρωμών χρεολυσίων, όπως προκύπτει από τα αναλυτικά στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Ειδικά οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις, μέχρι το 2016, ευθύνονται για τη δημιουργία του αποκαλούμενου χρηματοδοτικού κενού, το οποίο δεν καλύπτεται από τα ήδη εγκεκριμένα δάνεια του Μηχανισμού, και προκαλεί σενάρια για νέο δάνειο, επιμήκυνση λήξεων δανείων, καθώς και για νέο «κούρεμα» του χρέους.
Εντός του 2014 οι λήξεις ανέρχονται σε 39,9 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 15 δισ. ευρώ είναι έντοκα γραμμάτια, τα οποία αναχρηματοδοτούνται επιτυχώς από τις ελληνικές τράπεζες, και τα υπόλοιπα 24,9 δισ. είναι λήξεις ομολόγων (της ΕΚΤ, κεντρικών τραπεζών και hedge funds) και δανείων (του ΔΝΤ).
Το 2015 τα χρεολύσια ομολόγων που πρέπει να εξοφληθούν είναι 16,1 δισ. ευρώ και το 2016 εκτιμώνται σε 7,1 δισ. ευρώ, ενώ σε 7,5 δισ. ευρώ ανέρχονται οι λήξεις το 2017. Συνολικά, στην πενταετία 2014 - 2018, οι λήξεις ομολόγων και δανείων (πλην εντόκων) φτάνουν σε 59,8 δισ. ευρώ.
Με την επιμήκυνση των δανείων του μηχανισμού που αποφασίστηκε το Νοέμβριο του 2012, οι αυξημένες λήξεις χρεολυσίων θα πληρωθούν από την επόμενη γενιά. Ειδικότερα, στην τετραετία 2037 - 2040 η Ελλάδα θα πρέπει να αποπληρώσει σημαντικό μέρος των δανείων που έλαβε από τις χώρες της Ευρωζώνης και είναι συνολικού ύψους 56,2 δισ. ευρώ.
Το μεγαλύτερο τμήμα του χρέους, ύψους 246,64 δισ. ευρώ (76,7% του συνόλου), λήγει από το 2019 και μετά και αποτελείται βασικά από δάνεια του επίσημου τομέα χωρών της Ευρωζώνης, του EFSF και του ΔΝΤ.
Από το συνολικό ποσό του χρέους, όπως αποτιμήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2013, δηλαδή 321,48 δισ. ευρώ, τα 91,3 δισ. ευρώ προέρχονται από εκδόσεις εντόκων γραμματίων και ομολόγων που κατέχονται από ιδιώτες επενδυτές, την ΕΚΤ και εθνικές κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης.
Αναλυτικότερα, η αξία των ομολόγων που απέμειναν σε ιδιώτες, ασφαλιστικά ταμεία, ΕΚΤ περιορίστηκε σε 73,4 δισ. ευρώ. Επίσης τα ομόλογα αλλοδαπού δικαίου μειώθηκαν από 18,52 δισ. , το 2011, σε 2,72 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο.
Τα δάνεια του Μηχανισμού Στήριξης Ε.Ε. και ΔΝΤ αυξήθηκαν στο τέλος Δεκεμβρίου στο ποσό των 213,15 δισ. ευρώ. Επίσης, στο σκέλος των δανείων υπάρχει και η κατηγορία «ειδικά διακρατικά δάνεια», το ύψος των οποίων ήταν 7 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου, ενώ μια άλλη κατηγορία είναι τα «λοιπά δάνεια εξωτερικού», το ύψος των οποίων είναι 5,2 δισ. ευρώ.
Εξάλλου, από το σύνολο του χρέους, το 28,5% αφορά δάνεια και ομόλογα σταθερού επιτοκίου και το 71,5% είναι κυμαινόμενου επιτοκίου. Διαπραγματεύσιμο είναι το 28,4% του χρέους, ενώ μη διαπραγματεύσιμο είναι το 71,6%.
Τέλος, οι εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου προς δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς ανήλθαν στο τέλος Δεκεμβρίου σε 17,89 δισ. ευρώ, μειωμένες σε σχέση με το Σεπτέμβριο που ήταν 18,66 δισ. ευρώ.
«Εξανεμίστηκε» ο ειδικός λογαριασμός
Στα στοιχεία του ΓΛΚ καταγράφεται επίσης το υπόλοιπο του ειδικού λογαριασμού εξυπηρέτησης δημοσίου χρέους, το οποίο στο τέλος Δεκεμβρίου ήταν στα 62,2 εκατ. ευρώ, από 236,1 εκατ. ευρώ που ήταν το Σεπτέμβριο και έναντι 1,6 δισ. ευρώ στο τέλος του περασμένου Ιουνίου.
Σημειώνεται πως ο συγκεκριμένος λογαριασμός πιστώνεται από τα δάνεια του Μηχανισμού και τις εισπράξεις των αποκρατικοποιήσεων και (όταν υπάρξουν οριστικά στοιχεία) τα πρωτογενή πλεονάσματα και την υπέρβαση του στόχου των φορολογικών εσόδων.
ΠΑΝΟΣ ΚΑΚΟΥΡΗΣ - [email protected]