Οικονομία & Αγορές
Τρίτη, 26 Οκτωβρίου 2004 17:14

Ερμηνευτική εγκύκλιος του δασικού νόμου

Με αφορμή την υπογραφή ερμηνευτικής εγκυκλίου του δασικού νόμου 3208 της 24.12.03 (Φ.Ε.Κ.303Α), ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Ευάγγελος Μπασιάκος δήλωσε ότι η κυβέρνηση «επιδιώκει να επιλύσει τα κάθε λογής προβλήματα από τις ατέλειες που αναδείχθηκαν κατά την διάρκεια εφαρμογής του νόμου... Η σημερινή συγκυρία επιβάλει αφενός να διευκολύνουμε την λειτουργία των δασικών υπηρεσιών, που δυσκολεύονται να ερμηνεύσουν ασαφείς διατάξεις, για την άμεση εξυπηρέτηση του Πολίτη και αφετέρου να σεβαστούμε την εκκρεμή δικαστική διαδικασία ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, χωρίς να προκαταλάβουμε την κρίση του... Ανάλογα με τα αποτελέσματα της εφαρμογής του νέου νομικού καθεστώτος θα αντιμετωπίσουμε, αν και όπου χρειαστεί, με νέες πρόσθετες ρυθμίσεις, τα όποια προβλήματα».

¶ρθρο 1. Τροποποίηση διατάξεων του ν. 998/79 ( Φ.Ε.Κ. 289Α΄.) Το άρθρο αυτό ρυθμίζει την έννοια του δάσους και της δασικής έκτασης.

Όπως είναι γνωστό οι παράγραφοι 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου τρία (3) του νόμου 998/79 αντικαταστάθηκαν με το άρθρο ένα (1) του νόμου 3208/03 και έτσι από την έναρξη ισχύος του, για να χαρακτηρισθεί μια έκταση ως δάσος ή δασική πρέπει οι εκτάσεις να έχουν τα παρακάτω χαρακτηριστικά;

Α. Τα ξυλώδη άγρια φυτά (είναι τα γνωστά δασοπονικά είδη που αναφέρονται στις 159140/1077/12.03.1980,169295/2167/29.05.80 και 180135/3051/28.07.1980 εγκύκλιες Διαταγές του τέως Υπουργείου Γεωργίας), που φύονται στην έκταση, κατά την ημέρα δημοσίευσης του νόμου 998/79, λόγω αντικατάστασης του άρθρου 3 αυτού αλλά και της σχετικής απόφασης 345/04 της Επιτροπής Αναστολών του Σ.τ.Ε., να δύνανται να παράγουν δασικά προϊόντα του πίνακα διατίμησης, ύστερα από δασική εκμετάλλευση.

Β. Να έχουν οπωσδήποτε εμβαδόν ίσο ή μεγαλύτερο των τριών (3) στρεμμάτων.

Γ. Στις περιπτώσεις ζωνών (επιμήκων λωρίδων), οι διαστάσεις αυτών να είναι τουλάχιστον ή μεγαλύτερες των τριάντα (30) μέτρων πλάτους, κατά μέσο όρο, και μήκους μεγαλύτερου των εκατό (100) μέτρων., κατά μέσο όρο.

Σε αντίθετη περίπτωση( όταν δηλαδή είναι κάτω των τριών (3) στρεμμάτων ή είναι ζώνη κάτω των τριάντα (30) μέτρων πλάτους, κατά μέσο όρο ) να είναι σε επαφή ( οι κόμες των δένδρων) με άλλες γειτονικές εκτάσεις που συνιστούν δάσος ή δασική έκταση, ήτοι να έχουν οι γειτονικές εκτάσεις συνολικό εμβαδόν μεγαλύτερο των τριών (3) στρεμμάτων και να συντρέχουν γι΄ αυτές οι λόγοι των παραγράφων Α και Δ.

Δ. Η συγκόμωση να είναι ίση και μεγαλύτερη του 0,25, δηλαδή η κάλυψη του εδάφους της έκτασης από τις κόμες των δένδρων ή θάμνων να υπερβαίνει το 25% της όλης έκτασης

Ε. Να είναι χορτολιβαδικές ή φρυγανώδεις εκτάσεις, που να περικλείονται από δάση ή δασικές εκτάσεις ή να κείνται υπεράνω αυτών.

ΣΤ. Τα πάρκα και άλση των πόλεων και των οικιστικών περιοχών και οι κηρυγμένες ως αναδασωτέες.

Ζ. Στην έννοια των δασικών οικοσυστημάτων νοούνται και οι εκτάσεις που κηρύσσονται ως αναδασωτέες, επειδή απώλεσαν την δασική τους βλάστηση και δεν αποδόθηκαν με πράξεις της Διοίκησης σε άλλες χρήσεις.

Η. Στις προστατευόμενες τέλος εκτάσεις από την δασική υπηρεσία, ως δημόσιες είναι αυτές που περιλαμβάνονται στην παράγραφο 2 του νόμου, δηλαδή οι εκτάσεις που υπάγονται στην παράγραφο 7 του ν 998/79.

Στην έννοια των δασών και των δασικών εκτάσεων περιλαμβάνονται και οι παρακάτω περιπτώσεις.

Θ. Να είναι δημόσιες εποικιστικές εκτάσεις, να έχουν τις προηγούμενες στην προϋποθέσεις των παραγράφων Α,Β,Γ και Δ της παρούσης και να καλύπτονται την 26.10.1987 όπως επισημαίνεται στην 345/04 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του Σ.τ.Ε. αποκλειστικά από τα δασοπονικά είδη ελάτης, οξυάς, πεύκης, δρυός, εκτός του πουρναριού και της αριάς, πλατάνου, σκλήθρου και Καστανιάς. Στην ίδια κατηγορία τέλος υπάγονται και όσες εκτάσεις χαρακτηρίσθηκαν από τις Επιτροπές Απαλλοτριώσεων (Ε.Α.), ως δάση, ή δασικές ή χερσολίβαδα, αλλά θα πρέπει να έχουν την προαναφερθείσα προϋπόθεση της κάλυψης των κατονομαζόμενων δασοπονικών ειδών.

Ι. Να είναι δασωμένοι αγροί και να καλύπτονται την 26.10.1987 και μετά από τα δασοπονικά είδη της προηγούμενης περίπτωσης, με την επισήμανση ότι δεν εξαιρούνται τα δασοπονικά είδη του πρίνου και της αριάς.

Ειδικότερα

Μία βιοκοινότητα χαρακτηρίζεται ως ΔΑΣΟΣ εφόσον η έκταση καλύπτεται,(την 24.12.03 ή 29.12.79 ?) σε ποσοστό 25% και άνω, οιωνδήποτε δασοπονικών ειδών, δενδρώδους μορφής και σε περίπτωση ορόφων σε ποσοστό άνω του 30%, με την προϋπόθεση ότι η συγκόμωση του ανορόφου να υπερβαίνει το 15% ¶ρθρο 1 παράγραφος 3 εδάφιο..3 ΙΙΙα).

Εάν η ξυλώδης βλάστηση αποτελείται από δασοπονικά είδη αείφυλλων ή φυλλοβόλων πλατύφυλλων που εμφανίζονται σε θαμνώδη μορφή, είναι αραιά και καλύπτει την έκταση σε ποσοστό άνω του 25% τότε η έκταση χαρακτηρίζεται ως ΔΑΣΙΚΗ (¶ρθρο 1 παράγραφος 3 εδάφιο1 ΙΙΙβ).

Ως δασικές επίσης εκτάσεις νοούνται και οι οποιασδήποτε ασκεπείς εκτάσεις (φρυγανώδεις ή χορτολιβαδικές, βραχώδεις εξάρσεις και γενικά ακάλυπτοι χώροι) που περικλείονται από δάση ή δασικές, καθώς και οι υπεράνω των δασών και δασικών εκτάσεων ασκεπείς κορυφές ή αλπικές ζώνες των ορέων. (άρθρο 1 παραγ. 4.)

Στην έννοια των δασικών οικοσυστημάτων περιλαμβάνονται και οι εκτάσεις που έχασαν τη δασική τους βλάστηση και πρόκειται ή έχουν ήδη κηρυχθεί ως αναδασωτέες, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 117 του Συντάγματος, οι οποίες και διατηρούν τον χαρακτήρα που είχαν προ της καταστροφής της βλάστησης.

Στην ίδια ως άνω κατηγορία των δασών και δασικών εκτάσεων υπάγονται και αυτές που έχουν παραχωρηθεί για γεωργοδενδροκομική καλλιέργεια και δεν έχουν μέχρι την 24.12.03 καλλιεργηθεί. Στην περίπτωση αυτή το παραχωρητήριο ανακαλείται.

Εάν η καταστροφή της βλάστησης οφείλεται σε πράξη της Διοίκησης, η οποία, μέχρι ην 24.12.03, δεν έχει ανακληθεί ή ακυρωθεί ή άλλως πως τροποποιηθεί, τότε οι εκτάσεις αυτές δεν υπάγονται στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, αλλά σε αυτές, ανάλογα με την μορφή για την οποία έχουν αποδοθεί( αγροτική εάν καλλιεργούνται γεωργοδενδροκομικά, οικιστική εάν έχουν αξιοποιηθεί οικιστικά, κ.λ.π.) (¶ρθρο 1 παραγρ. 3 εδαφ. 1 ΙΙΙ γ).

Στις διατάξεις του παρόντος νόμου υπάγονται και τα εντός των πόλεων και των οικιστικών περιοχών πάρκα και άλση των πόλεων και των οικιστικών περιοχών ( για τα οποία ισχύει η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 25 του ν. 2945/02), καθώς και οι εκτάσεις που κηρύσσονται ή έχουν κηρυχθεί με πράξη της αρμόδιας αρχής ως δασωτέες ή αναδασωτέες.

Στις ίδιες ως άνω διατάξεις υπάγονται και οι εκτάσεις της παραγράφου 7 του νόμου 998/79, ήτοι οι δημόσιες μη εποικιστικές εκτάσεις των περιπτώσεων β (χορτολιβαδικές επί πεδινών ή λοφωδών εδαφών)και γ ( βραχώδεις εξάρσεις) της παραγράφου 6 του άρθρου 3 του ιδίου νόμου, καθώς και οι δημόσιες εκτάσεις που, λόγω του είδους της βλάστησης, δεν περικλείονται από δάση ή δασικές, δεν υπέρκεινται αυτών, είναι στα κατάντη αυτών, ευρίσκονται επί κλιτύων ορέων, και τέλος δεν έχουν παραδοθεί κατά τις διατάξεις του άρθρου 74 του ως άνω νόμου στις γεωργικές υπηρεσίες. Οι εκτάσεις αυτές τελούν υπό την διοίκηση και διαχείριση της δασικής υπηρεσίας, με μέριμνα της οποίας χαρτογραφούνται, και διατίθενται για την εξυπηρέτηση των σκοπών που αναφέρονται στα άρθρα 45 έως και 61 του παρόντος νόμου και στο άρθρο 13 παράγραφος 2 του ν.1734/87 ή χρησιμοποιούνται ως βοσκότοποι ή για δημιουργία νέων δασών. ΟΙ εκτάσεις αυτές είναι δημόσιες, διαχειρίζονται και προστατεύονται από την δασική υπηρεσία, η ιδιοκτησιακή τους κατάσταση αντιμετωπίζεται με το Σ.Ι.Δ., του άρθρου 8 του νόμου 998/79, η δε προστασία αυτών σύμφωνα με τις διατάξεις των περί δημοσίων κτημάτων. ( ΄Αρθρο 1 παράγραφος 2 ).

Για τις εκτάσεις της προηγουμένης παραγράφου δεν υπάρχει δυνατότητα υπαγωγής των στη διαδικασία του άρθρου 14 του νόμου 998/79 ή μη μόνο κατά τη διαδικασία ανάρτησης των δασικών χαρτών.

Στο άρθρο 6 του ν. 998/79 περιλαμβάνονται οι εκτάσεις που δεν εμπίπτουν στις προστατευτικές διατάξεις των δασών και δασικών εκτάσεων εν γένει.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΤΕΡΑ

ΔΕΝ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ στις διατάξεις του νόμου

α) Οι γεωργικά καλλιεργούμενες εκτάσεις, έστω και εάν περικλείονται από δάση και δασικές εκτάσεις.

Ως τέτοιες νοούνται όσες καλλιεργούνται ή έχουν ίχνη καλλιέργειας, σε όσες υπάρχουν οπωροφόρα ήμερα δένδρα, βαθμίδες, αλώνια, υδραύλακες, μέσω δασών ή δασικών εκτάσεων, που καταλήγουν σ' αυτές,και τέλος όσες τελούν σε αγρανάπαυση ή είναι χέρσες.

β) Οι περιοχές για τις οποίες υφίστανται εγκεκριμένα έγκυρα σχέδια πόλεως ή καταλαμβάνονται από οικισμούς προϋφισταμένων του έτους 1923 ή πρόκειται περί οικοδομήσιμων εκτάσεων των οικιστικών περιοχών του ν.947/1979 και δεν χαρακτηρίζονται οι τελευταίες ως πάρκα ή άλση.

Για τα πάρκα και άλση εξακολουθεί να ισχύει η παράγραφος 4 του άρθρου 25 του ν. 2945/02, με την οποία τίθενται τα κριτήρια επιτρεπομένων εγκαταστάσεων απολύτως αναγκαίων για τη δημόσια υγεία και εξυπηρέτηση του κοινού, με εξαίρεση τις εκτάσεις του άρθρου 20 το νόμου 3259/Φ.Ε.Κ. Α./4.08.04 η χρήση των οποίων αντιμετωπίζεται διαφορετικά.

γ) Οι αρμοδίως χαρακτηρισθέντες ως αρχαιολογικοί χώροι και για όσο χρόνο διαρκεί ο χαρακτηρισμός αυτός.

δ) Οι εκτάσεις που έχουν δασικά είδη με συνολική συγκόμωση κάτω του 25%.

ε) Οι εκτάσεις με εμβαδόν μικρότερο των τριών (3) στρεμμάτων ή λωρίδες, με πλάτος μέχρι τριάντα (30) μέτρα κατά μέσο όρο και μήκος μέχρι εκατό(100)μέτρα κατά μέσο όρο, όταν βρίσκονται μέσα σε ευρύτερη μη δασική περιοχή και ανεξάρτητα ποια μορφή έχουν.

Στο σημείο αυτό έχουμε να σας επισημάνουμε ότι πρέπει να ερευνάται μέσω των αεροφωτογραφιών μήπως, το εμβαδόν κάτω των τριών (3) στρεμμάτων ή η ζώνη μικρότερη των τριάντα (30) μέτρων, είναι αποτέλεσμα παράνομης ενέργειας ( εκχέρσωση κ.λ.π.).

Σε θετική περίπτωση θα χαρακτηρίζετε την έκταση ως καταστραφέν δάσος ή καταστραφείσα δασική και θα προβαίνετε στις οφειλόμενες ενέργειες προστασίας της( μήνυση, Π.Δ.Α., κήρυξη ως αναδασωτέα, κ.λ.π.)

Στ) Οι χορτολιβαδικές εκτάσεις που χαρακτηρίσθηκαν ως δασικές, ως ευρισκόμενες επί άβατων κλιτύων ορέων και μη εμπίπτουσες στην παράγραφο 4 του άρθρου 1 του νόμου 2308/03, λόγω διαγραφής της φράσεως « άβατες κλιτύες». Οι εκτάσεις αυτές υπάγονται στην παράγραφο 7 του ν.998/79.

ζ) Οι εκτάσεις που χαρακτηρίζονται ως δασικές, σύμφωνα με στοιχεία που προκύπτουν από τα βιβλία, που προβλέπονται στο Π. Δ/γμα, της 6-9-1931(Παραχωρήσεις που έγιναν με άλλες από την δασική νομοθεσία διατάξεις, άδειες εκχερσώσεων, Π.Δ.Α., που ακυρώθηκαν, κ.λ.π.) αλλά δεν είχαν και δεν έχουν, από του έτους 1945 ή 1960 έως και της ισχύος του ν. 2308/03, τα χαρακτηριστικά τη παραγράφου 3 εδάφια Ι,ΙΙ,και ΙΙΙ, του άρθρου 1 του προαναφερθέντος νόμου, δηλαδή έχουν αξιοποιηθεί, έχει επιτελεσθεί ο σκοπός της παραχώρησης, εκχέρσωσης κ.λ.π. και βρίσκονται σε άλλη χρήση από αυτή της δασικής.

η) Οι εκτάσεις που υπάγονται στο β΄ μέρος του εδαφίου Ιθ της παραγράφου 1 του άρθρου 10 και της παραγράφου 10 του άρθρου 21 του προαναφερθέντος νόμου, δηλαδή «οι εκτάσεις για τις οποίες ο χαρακτηρισμός των, στον προσωρινό κτηματικό χάρτη και πίνακα, ως μη δασικών, καθώς και των εκτάσεων που κρίθηκε με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, κατά την διαδικασία των αντιρρήσεων των άρθρων 12 απ.του ν.248/76, ότι δεν αποτελούν δάσος ή δασική έκταση, παραμένει ισχυρός και δεν επανεξετάζεται από τον οικείο δασάρχη ή τις, κατά το άρθρο 10 παράγραφος 3 του ν. 998/79, Ε.Ε.Δ.Α., ή άλλο αρμόδιο όργανο, προβλεπόμενο από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας»

Επειδή όμως μέχρι της ισχύος του νόμου 3208/03 για τον χαρακτηρισμό εκτάσεων που περιελήφθησαν στους Π.Κ.Χ. και Π.Κ.Π. ανεξάρτητα εάν είχε εκδοθεί απόφαση ή όχι των δικαστηρίων, του ν. 248/76, ετηρείτο η διαδικασία του άρθρου 14 του νόμου 998/79, για τις περιπτώσεις αυτές δεν λαμβάνεται υπόψιν η εκδοθείσα οριστική ή μη πράξη χαρακτηρισμού του άρθρου 14 του ν.998/79, εφόσον η δικαστική απόφαση του νόμου 248/76, στο διατακτικό της, και όχι στο σκεπτικό, έκρινε με σαφήνεια τον χαρακτήρα της έκτασης ως μη δασικό. Στην αντίθετη περίπτωση τότε οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να προσκομίζουν, με μέριμνά τους, νέες αποφάσεις των δικαστηρίων, με σαφή χαρακτηρισμό.

Σε περίπτωση που η διαδικασία χαρακτηρισμού εκκρεμεί, ενώπιον των Ε.Ε.Δ.Α, τότε παύει η διαδικασία και η απόφαση των δικαστηρίων είναι υποχρεωτική για το Δημόσιο.

θ) Οι εποικιστικές εκτάσεις, που είχαν αποτελέσει αντικείμενο διανομής και χαρακτηρίσθηκαν ως δάση ή δασικές ή χερσολίβαδα από τις Επιτροπές Απαλλοτριώσεων (Ε.Α.) ή τις Επιτροπές Οριστικών Διανομών (Ε.Ο.Δ.). εφόσον καλύπτονται από δάση των μη κατονομαζομένων ειδών ή των κατονομαζομένων ειδών αλλά με μικρότερο του 25% ποσοστό εδαφοκάλυψης καθώς και οι πάσης φύσεως λοιπές δασικές ή χορτολιβαδικές εκτάσεις, ανεξάρτητα του αποδοθέντος χαρακτηρισμού από τις προαναφερθείσες Επιτροπές, λόγω της αλλαγής των μετρητικών στοιχείων της εννοίας του δάσους ή της δασικής και της διαφορετικής διαχείρισης των συγκεκριμένων επτά (7) δασοπονικών ειδών από τα υπόλοιπα. Επισημαίνεται ότι οι εξαιρεθείσες εκτάσεις υπέρ ιδιοκτητών, υπάγονται στην παράγραφο αυτή, εφόσον έτυχαν σχετικής αποζημιώσεως της υπολοίπου απαλλοτριωθείσας έκτασης

Για την εφαρμογή αυτής της παραγράφου αλλά και για όλες τις περιπτώσεις των εκτάσεων της εποικιστικής νομοθεσίας, όταν ζητείται ο χαρακτηρισμός τους, πρέπει να βεβαιώνεται από τις κατά τόπους Γεωργικές υπηρεσίες του νομού, που διαχειρίστηκαν και διαχειρίζονται τις εκτάσεις αυτές ότι το παραχωρητήριο που προσκομίζεται στην δασική υπηρεσία δεν έχει ακυρωθεί ή άλλως πως τροποποιηθεί, και ότι η έκταση υπάγεται σε συγκεκριμένες διατάξεις της αγροτικής ή εποικιστικής νομοθεσίας ή είναι εξαιρεθείσα υπέρ του ιδιοκτήτου , έτσι ώστε να συσχετίζονται με τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας για να αντιμετωπίζονται από όλες τις δασικές υπηρεσίες ενιαία

ι) Οι εκτάσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 21, ήτοι οι εκτάσεις των περιπτώσεων 6α,6δ και 6ε του άρθρου 3 του ν. 998/79 και αυτές που κρίθηκαν από τις Ε.Ε.Δ.Α., ως μη δασικές

ια) Οι εκτάσεις του άρθρου 12, που δεν καλύπτονται από τα δασοπονικά είδη ελάτης, πεύκης, οξυάς, δρυός, πλατάνου, σκλήθρου και καστανιάς, του άρθρου 67 του ν. 998/79, όπως ισχύει σήμερα και που υπάγονται στη παράγραφο 8 και 9 του άρθρου 21, με την προϋπόθεση της παραγράφου 1 του προαναφερθέντος 12 άρθρου.

αβ) Οι εκτάσεις της παραγράφου 5 του άρθρου 14 του νόμου 998/79 που προστίθεται με το άρθρο 28 του νόμου 2742/(ΦΕΚ 207 Α΄)7.10.1999, ήτοι οι εκτάσεις, οι οποίες κρίθηκε ότι δεν αποτελούν δάσος ή δασική έκταση με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, που εκδόθηκε κατά την διαδικασία των άρθρων 12 επ. του νόμου 248/76( Φ.Ε.Κ. 6 Α’), οι οποίες ανήκουν σε καθορισμένες ζώνες ενεργού πολεοδομίας και για τις οποίες έχει ήδη εγκριθεί η σχετική πολεοδομική μελέτη, δεν μπορεί να χαρακτηρισθούν δασικές από το δασάρχη ή τις επιτροπές επιλύσεως δασικών αμφισβητήσεων του άρθρου 10 παρ. 3 του παρόντος νόμου ή από άλλο όργανο της διοίκησης. Τούτο ισχύει και για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των πιο πάνω Ε.Ε.Δ.Α.

ιγ) Οι εκτάσεις οι οποίες απετέλεσαν αντικείμενο διανομής για κτηνοτροφική αποκατάσταση και χαρακτηρίσθηκαν από τις Ε.Α. ή Ε.Ο.Δ. , ως χερσολίβαδα, της παραγράφου 2 του άρθρο 4 του ν. 4173/1929(ΕΚ 205 Α΄.). Οι εκτάσεις αυτές ως ιδιωτικές χορτολιβαδικές υπάγονται στο άρθρο 74 του ν. 998/79.

Εφιστούμε την προσοχή σας ότι οι εκτάσεις που έχουν χαρακτηρισθεί από τις Ε.Α. ή Ε.Ο.Δ., ως βοσκότοποι ή κοινή βοσκή ή ως χέρσα έκταση ή άλλως πως, δηλαδή εκτός από δάσος ή δασική ή χερσολίβαδο, τότε ο χαρακτηρισμός των εκτάσεων αυτών δεν δεσμεύει την δασική υπηρεσία και ο χαρακτηρισμός τους αποδίδεται μόνο κατά την διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/79.

Αντίθετα θεωρούμε σκόπιμο να σας διευκρινίσουμε ότι ο χαρακτηρισμός εκτάσεων από την Ε.Α ή Ε.Ο.Δ. ως δάσος ή δασική ή χερσολίβαδο είναι δεσμευτικός για την υπηρεσία. Στην περίπτωση των δασών χαρακτηρίζονται ως τέτοια, κατά την διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/79, θα πρέπει όμως να βεβαιώνεται, εάν καλύπτονται από τα κατονομαζόμενα ή μη δασοπονικά είδη, προκειμένου να τύχουν της σχετικής περαιτέρω διαχείρισης της παραγράφου 3 του άρθρου 12 ή των παραγράφων 8 και 9 του άρθρου 21.

ιδ). Οι δασικές τεχνητές φυτείες

ιε). Οι εκτάσεις που έχουν αξιοποιηθεί σύμφωνα με τους όρους των παραχωρητηρίων και διατηρούν τον σκοπό για τον οποίο παραχωρήθηκαν μέχρι την 24.12.03.

ιστ). Οι εκτάσεις που κατά το παρελθόν ήταν δάση ή δασικές, και με πράξεις της Διοικήσεως έχουν αποδοθεί σε άλλες χρήσεις. Οι εκτάσεις αυτές διαχειρίζονται ως μη δασικές, από της ισχύος του νόμου 3208/03, εφόσον οι διοικητικές πράξεις δεν έχουν ανακληθεί.

ιζ). Οι ιδιωτικές χορτολιβαδικές μη εποικιστικές εκτάσεις οι οποίες δεν εμπίπτουν στην παράγραφο 4 του άρθρου 1 του νόμου 3208/03..

Στο σημείο αυτό θέλουμε να κάνουμε μια γενική επισήμανση.

Για όσες εκτάσεις εκκρεμεί ο χαρακτηρισμός τους στις Ε.Ε.Δ.Α., αυτός συνεχίζεται, αφού η διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/79 δεν θίγεται από καμιά διάταξη του ν. 3208/03.

Στην περίπτωση αυτή πρέπει, αυτός που προσέφυγε με αντιρρήσεις ενώπιον των Ε.Ε.Δ.Α., σύμφωνα και με την παράγραφο 17, να υποβάλλει συμπληρωματική αντίρρηση, επικαλούμενος πέραν των άλλων και τα νέα μετρητικά στοιχεία που αναφέρονται στις διατάξεις του νόμου 3208/03, προκειμένου οι Ε.Ε.Δ.Α. στην εκδοθεισόμενη απόφασή τους, να συνεκτιμήσουν τα νέα δεδομένα ή να αναπέμψουν την υπόθεση στο Δασαρχείο για υποβολή και επιβεβαίωση των νέων στοιχείων του προαναφερθέντος νόμου.

Με την παράγραφο 3, αντικαθίσταται η παράγραφος 1 εδάφιο α του άρθρου 4 του ν. 998/79 προκειμένου συγκεκριμένα δάση και δασικές εκτάσεις να τύχουν αυξημένης δικής προστασίας. Ως τέτοια είναι όσα εμπίπτουν εντός των ορίων

Εθνικών Δρυμών

Αισθητικών Δασών

Διατηρητέων μνημείων της Φύσης

Περιοχών δικτύου ΝΑΤΟURA 2000, της οδηγίας 92/43, ειδικής προστασίας (SPA) της οδηγίας 79/409, του άρθρου 18 του ν. 1650/86., των άρθρων 69, 70 και 71 του ν.δ. 86/69., και αυτών που χαρακτηρίζονται και για όσο χρόνο ισχύει ο χαρακτηρισμός, ως αρχαιολογικοί χώροι ή ιστορικοί τόποι ( ζώνη Α και Β), κατά τις διατάξεις του ν. 3028/03 (ΦΕΚ 153Α ).

Με την παράγραφο 5 ρυθμίζεται η αύξηση του αριθμού των Ε.Ε.Δ.Α. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει η Διεύθυνση Δασών εκάστης περιφέρειας να αποστείλει συγκεντρωτικά στοιχεία του αναγκαίου αριθμού των Ε.Ε.Δ.Α. που χρειάζεται, προκειμένου να εκδοθεί η σχετική διυπουργική απόφαση, που θα καθορίζει τον αναγκαίο αριθμό των Α/θμιων και Β/θμιων επιτροπών για κάθε νομό της Χώρας. Η δυνατότητα αυτή που παρέχεται από τον νόμο πρέπει να τύχη σοβαρής εκτίμησης για να αποτελέσει την απαρχή της επίλυσης αυτού του δυσεπίλυτου προβλήματος των τεραστίου αριθμού των αντιρρήσεων, κατά πράξεων χαρακτηρισμού των δασαρχών, κατά την διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/79, που έχουν συγκεντρωθεί στις προαναφερθείσες επιτροπές. Ενδεικτικά σας γνωρίζουμε ότι μια επιτροπή Ε.Δ.Α., δύναται κατ΄ εκτίμηση, να διεκπεραιώσει σε ένα χρόνο, ασχολούμενη αποκλειστικά και μόνο με το αντικείμενο του χαρακτηρισμού των εκτάσεων ως δασικών ή μη, διακόσες (200) υποθέσεις περίπου.

Με την παράγραφο 7 του ν.3208/03, με την οποία αντικαθίσταται η παράγραφος 5 του άρθρου 21 του νόμου 998/79, που είχε προστεθεί με την παράγραφο 10 του άρθρου 40 του νόμου 3105/03 ( Φ.Ε.Κ. 29Α΄.), παρέχεται η δυνατότητα εγκατάστασης ξύλινων λυομένων οικίσκων, οι οποίοι δεν αλλοιώνουν την μορφή και τον σκοπό του δάσους και της δασικής έκτασης, σε επιλεγμένες θέσεις, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της πολεοδομικής ή τουριστικής ή άλλης νομοθεσίας, έστω και εάν αυτά παραχωρήθηκαν στους Ο.Τ.Α. για περαιτέρω διαχείριση, για παροχή καταλυμάτων σε δασικούς υπαλλήλους, σε υλοτόμους και γενικά σε εργάτες και επισκέπτες του δάσους. Τα κτίσματα πρέπει να έχουν τις προδιαγραφές του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του νόμου 3208/03, ο περιαύλιος χώρος αυτών δεν μπορεί να είναι εμβαδού μικρότερο των δύο (2) στρεμμάτων, η δε περίφραξη όλων των κτισμάτων θα είναι ξύλινη.

Με την παράγραφο 8 καθορίζεται ότι προκειμένου να αρθεί η απόφαση αναδάσωσης, η οποία έχει εκδοθεί λόγω καταστροφής της δασικής βλάστησης, πρέπει απαραίτητα να αναδημιουργηθεί η καταστραφείσα. Με τον όρο αυτό νοείται ή αναδημιουργία νεαρού δάσους ηλικίας τουλάχιστον δέκα πέντε (15) ετών, ώστε να δύναται να παράγει σπόρους και να αναπαραχθεί δια της φυσικής αναδάσωσης ή δέκα (10) ετών, για τα πρεμνοφυή δάση, ώστε να δημιουργείται νεαρό δάσος τουλάχιστον δέκα (10) ετών, από τα ριζοβλαστήματα ή πρεμνοβλαστήματά του.

Με τη παράγραφο 10 προστίθενται στο άρθρο 45 του ν. 998/79 οι παράγραφοι 10, 11 και 12.

Στην τελευταία παράγραφο 12, ορίζεται ότι για κάθε επέμβαση στα δημόσια δάση και στις δημόσιες δασικές εκτάσεις, πρέπει να καταβάλλεται αντάλλαγμα χρήσης.

Μέχρι να καθορισθούν οι λεπτομέρειες με κοινή απόφαση των υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης και τροφίμων και Οικονομίας και οικονομικών, ορίζουμε ότι το ύψος του ανταλλάγματος αυτού εκτιμάται κατά την διαδικασία της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 998/79, σε συσχετισμό με τις αντικειμενικές αξίες των εκτάσεων της περιοχής, στην οποία κείνται οι εκτάσεις, το οποίο και θα κατατίθεται υπέρ Κ.Τ.Γ.Κ. και Δασών.

Επιγραμματικά ορίζουμε ότι το αντάλλαγμα χρήσης για κάθε επέμβαση πρέπει να αντιστοιχεί με την δαπάνη αναδάσωσης, πενταπλάσιου εμβαδού έκτασης, που βρίσκεται πλησίον αυτής, αναπροσαρμοσμένη κατ΄ έτος.

Η εκτίμηση αυτής της δαπάνης κατά στρέμμα είναι ίση με 35 Euro επί του εκάστοτε ισχύοντος συντελεστού Μ, ο οποίος για το έτος 2004 ισούται με 14,3.

Προκειμένου περί εγκαταστάσεως κεραιών η δαπάνη πρέπει να εκτιμάται στο 10% της δαπάνης του προϋπολογισμού εγκατάστασης

Επισημαίνεται ότι το αντάλλαγμα παραχώρησης του άρθρου 57 του νόμου 998/79 , το οποίο εκτιμάται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του προαναφερθέντος νόμου, εκδίδεται άπαξ κατά την παραχώρηση, δεν επαναλαμβάνεται με την ανανέωση του χρόνου εκμετάλλευσης και δεν πρέπει να θεωρείται ως αντάλλαγμα χρήσης.

Με την παράγραφο 11 ορίζονται ότι τα δασοτεχνικά έργα, πλην των έργων οδοποιίας, δεν υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του ν. 3010/02.Σχετική είναι η 115133/622/23.12.03 διαταγή που εκδόθηκε ύστερα από την 85/337/ΕΟΚ και 97/11/Ε.Ε. οδηγίες.

Με την ευκαιρία αυτή δρόμοι μικρού μήκους και μέχρι πεντακοσίων (500) μέτρων, είναι δυνατόν να διανοιγούν, ύστερα από τεχνικοοικονομική μελέτη, εφόσον κρίνονται από την δασική υπηρεσία ως απαραίτητοι, διότι αποτελούν και ενεργούν ως αντιπυρική ζώνη, διευκολύνουν την μεταφορά οχημάτων τα Πυροσβεστικής Υπηρεσίας στο μέτωπο τυχόν δασικών πυρκαϊών καθώς και μεταφορά δασικών προϊόντων, αλλά και διότι εξυπηρετούν την δασοπολιτική επιτήρηση της περιοχής και τον έλεγχο και προστασία του δασοθηραματικού πλούτου των περιοχών, υπό την προϋπόθεση ότι θα συντάσσεται, από τη δασική υπηρεσία τεχνικοοικονομική μελέτη και μελέτη επιπτώσεως και αποκατάστασης του περιβάλλοντος, όπως καθορίσθηκε με παλαιότερη διαταγή, προκειμένου να εναρμονίσουμε τις ενέργειές μας αυτές με αποφάσεις του Σ.τ.Ε.

Με τη παράγραφο 14 ορίζεται μεταξύ των άλλων ότι με μέριμνα των εισαγγελικών αρχών, γνωστοποιείται η καταδικαστική απόφαση, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες, από την δημοσίευσή τους, στον οικείο Δασάρχη, προκειμένου ο τελευταίος μέσα σε δέκα (10) ημέρες από της γνωστοποιήσεως, να εκδώσει το πρόστιμο, που καθορίζεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 70 του ν. 998/79.

Εξυπακούεται ότι οι προϊστάμενοι των Δασαρχείων οφείλουν εφεξής αφενός στις υποβαλλόμενες μηνύσεις να ζητούν από την εισαγγελική αρχή την γνωστοποίηση της τελεσίδικης καταδικαστικής ή μη απόφασης, και αφετέρου να ερευνήσουν όλες τις σχετικές με το άρθρο 70 του ν. 998/79 υποθέσεις και να ζητήσουν από τις εισαγγελικές αρχές την διαβίβαση, εάν δεν έχει γίνει αυτό μέχρι σήμερα, των τελεσίδικων καταδικαστικών ή μη αποφάσεων, επί μηνύσεών τους, προκειμένου να άρουν ή μη το εκδοθέν πρόστιμο. Πρέπει τέλος να υποβάλλουν αμέσως και χωρίς άλλη δικαιολογία ή χρονοτριβή, μηνύσεις κατά προσώπων, σε όσες περιπτώσεις και για οποιοδήποτε λόγο μέχρι σήμερα δεν το έχουν κάνει, ενώ έχουν ήδη επιβάλλει το σχετικό πρόστιμο κατ΄ αυτών.

Με την παράγραφο 15 δίδεται ο απαραίτητος χρόνος για την ακριβή αποτύπωση των δασών και δασικών εκτάσεων που καταστρέφονται και να κηρυχθούν ως αναδασωτέα ή αναδασωτέες.

Σε εφαρμογή της παραγράφου 16 , οι προϊστάμενοι των δασαρχείων και Διευθύνσεων Δασών άνευ Δασαρχείων θα πρέπει, σε συνεργασία με του οικοδομικούς Συνεταιρισμούς των περιοχών των, να συγκεντρώσουν, εντός τριών (3) μηνών από την παραλαβή της παρούσης, όλα τα στοιχεία των κατάλληλων για ανταλλαγή, με οικοδομικούς συνεταιρισμούς, δημόσιων εκτάσεων που βρίσκονται στη περιφέρεια δικαιοδοσίας των και τις διαχειρίζονται. Ως τέτοιες είναι αυτές των κατηγοριών της παραγράφου 6α, καθώς και της παραγράφου 7 του άρθρου 3 του ν.998/79, όπως ισχύει σήμερα, τις οποίες πρέπει να ζητήσετε, εφόσον δεν βρίσκονται υπό την διαχείρισή σας, από τις κατά τόπους υπηρεσίες του Δημοσίου, που διαχειρίζονται τέτοιες εκτάσεις.

Τα στοιχεία των εκτάσεων που θα συγκεντρωθούν, θα τοποθετηθούν επί χαρτών της Γ.Υ.Σ., κλίμακας 1:5000 και θα υποβληθούν στην Διεύθυνση Προστασίας Δασών και Φ.Π., του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για περαιτέρω επεξεργασία και αξιοποίηση, σε συνεννόηση με τους Οικοδομικούς Συνεταιρισμούς.

Με την παράγραφο 17 δύναται ο αιτών να ζητήσει τον χαρακτηρισμό των εκτάσεών του, δηλαδή των εκτάσεων επί των οποίων φέρεται ως κύριος ή νομέας ή κάτοχος, εφόσον για αυτές δεν εκδόθηκαν τελεσίδικες αποφάσεις χαρακτηρισμού κατά την διαδικασία του άρθρου 14 του ν.998/79. Επομένως οι τελεσίδικες αποφάσεις εξακολουθούν να ισχύουν, ανεξάρτητα από τις προϋποθέσεις που τίθενται με το άρθρο 1 του 3208/03 νόμου.

Η παράγραφος αυτή ρυθμίζει το ζήτημα του χαρακτηρισμού των εκτάσεων που δεν έχουν χαρακτηρισθεί, κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του νόμου 998/79, ή έχουν ασκηθεί αντιρρήσεις κατά της εκδοθείσης πράξεως χαρακτηρισμού του Δασάρχη της περιοχής και εκκρεμεί ενώπιον των Ε.Ε.Δ.Α., ο τελικός χαρακτηρισμός των.

Εφόσον εκκρεμεί λοιπόν, ενώπιον των Ε.Ε.Δ.Α., ο χαρακτηρισμός των, οι ενδιαφερόμενοι δύνανται να καταθέσουν ενώπιον των επιτροπών, αρχική ή συμπληρωματική αντίρρηση, και να ζητήσουν, επικαλούμενοι την παράγραφο αυτή, την εφαρμογή των στοιχείων του άρθρου 1 του ν. 3208/03. Εξυπακούεται ότι το δίμηνο της προθεσμίας που τάσσεται, για την υποβολή νέας ή συμπληρωματικής αντιρρήσεως, άρχεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 14 του ν. 998/79, από της ημέρας, γνωστοποιήσεως στους ενδιαφερομένους, με αποδεικτικό επίδοσης, ότι εκκρεμεί ενώπιον των Ε.Ε.Δ.Α. η σχετική πράξη του Δασάρχη, με την οποία χαρακτηρίστηκε η έκταση που ενδιαφέρονται ως δασική ή μη.

Με την διάταξη όμως αυτή είναι δυνατόν να ζητηθεί ο χαρακτηρισμός εκτάσεων, με τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 του ν. 3208/03, που πρέπει ή έχουν ήδη κηρυχθεί ως αναδασωτέες.

Για τις περιπτώσεις που είναι ήδη κηρυγμένες, πρέπει οι δασάρχες, να εξετάζουν επί της ουσίας τα αιτήματα και εφόσον, από την έρευνα, διαπιστώνουν ότι το περιεχόμενο της εισήγησής των, επί της οποίας στηρίχθηκε η αναδασωτέα απόφαση, ανατρέπεται, δηλαδή η έκταση κατά τον χρόνο ή και προ της απόφασης δεν είχε τον δασικό εν γένει χαρακτήρα, σύμφωνα με το άρθρο 1 του νόμου 3208/03, τότε κινούν την διαδικασία ανάκλησης της εισηγήσεώς των, ως πεπλανημένη, ανακαλούν αυτές και με νέα αναφορά τους ζητάνε την ανάκληση των αναδασωτέων αποφάσεων.

Οι δύο (2) αυτές ενέργειες των Δασαρχών πρέπει να γίνονται ταυτόχρονα και να φαίνονται στους αριθμούς πρωτοκόλλου της Υπηρεσίας.

Σε περίπτωση αποδοχής της προτάσεως από τον αρμόδιο Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας, κινείται η διαδικασία χαρακτηρισμού του άρθρου 14 του ν. 998/79, ύστερα από την δημοσίευση της ανακλήσεως της αναδασωτέας απόφασης στο Φ.Ε.Κ..

Σε περίπτωση μη αποδοχής της προτάσεως ο Δασάρχης δεν κινεί την διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/79 και γνωστοποιεί τον ενδιαφερόμενο ότι η έκταση είναι κηρυγμένη ως αναδασωτέα.

Αναλόγου αντιμετωπίσεως πρέπει να έχουν και οι εκτάσεις που συντρέχουν λόγοι να κηρυχθούν ως αναδασωτέες.

¶ρθρο 4. Τροποποίηση διατάξεων του δασικού Κώδικα

( Ν.Δ. 86/ Φ.Ε.Κ. 7Α/18.01.69 ).

Με την παράγραφο 11 του άρθρου 4, αντικαθίσταται το άρθρο 270 του ν.δ. 86//69 και μεταξύ των άλλων ορίζεται ότι η υλοτομία και διακίνηση δενδρυλλίων κατά τη περίοδο των Χριστουγέννων δεν μπορεί να γίνει από αναγνωρισμένους δασωθέντες αγρούς.

Σημειώνουμε ότι οι αναγνωρισθέντες ή μη, δασωμένοι αγροί περιλαμβάνουν δύο (2) κατηγορίες, ήτοι αυτών που δασώθηκαν φυσικά και αυτών που δασώθηκαν τεχνητά. Και οι μεν πρώτοι διαχειρίζονται, μετά από την αναγνώρισή τους ή από την ένταξή τους στο άρθρο 12 του ν. 3208/03 , ως ιδιωτικά δάση, υπαγόμενα στην δεύτερη (2) παράγραφο του προαναφερθέντος άρθρου 270 του ν.δ. 86/69, οι δε δεύτεροι ως τεχνητές φυτείες, της τρίτης (3) παραγράφου του ιδίου άρθρου, αλλά και του άρθρου 11 του ν.3208/03., ανεξάρτητα από την τύχη των άρθρων 12 και 21 στο Σ.τ.Ε.

¶ρθρο 5. Τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων του ν. 2664/Φ.Ε.Κ. 275Α /1988

Με το άρθρο 5 τροποποιούνται και συμπληρώνονται διατάξεις του ν. 2664/98

Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού καθορίζεται μεταξύ των άλλων η χρήση των παλαιότερων και των πλησιέστερων προς τον χρόνο κατάρτισης του δασικού χάρτη αεροφωτογραφιών και σε περίπτωση ανάγκης, κατά προτεραιότητα, οι αεροφωτογραφίες του έτους 1960. Εξυπακούεται ότι λαμβάνονται υπόψι και όλα τα στοιχεία που προκύπτουν από το αρχείο της υπηρεσίας και είναι παλαιότερα των αεροφωτογραφιών. Παλαιότερες των αεροφωτογραφιών αυτών χρησιμοποιούνται, εφόσον είναι ευκρινείς, προσφέρονται, λόγω κλίμακας ή ποιότητας και καλύπτουν την προς χαρτογράφηση περιοχή. Οπωσδήποτε τέλος χρησιμοποιούνται και οι αεροφωτογραφίες έτους 1960 ή 1945 ή και πρωτύτερα, εφόσον υπάρχουν, προκειμένου να εντοπίζονται οι περιπτώσεις του άρθρου 12, ανάλογα με την ένταξή τους στην παράγραφο τρία (3) του ιδίου άρθρου ή στην κατηγορία των παραγράφων οκτώ (8) και εννέα (9) του άρθρου 21 του ν. 3208/79.

Με την παράγραφο 6 του άρθρου αυτού δίδεται το δικαίωμα των αντιρρήσεων κατά του προσωρινού χάρτη των περιοχών που έχουν χαρακτηρισθεί ως δάση ή δασικές, με βάση τις τελεσίδικες πράξεις χαρακτηρισμού του Δασάρχη κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/79.

¶ρθρο 12.Μεταβιβάσεις αγροκτημάτων (δασωθέντες αγροί).

Με το άρθρο 12 ορίζεται ότι οι μεταβιβάσεις αγροκτημάτων, με οποιαδήποτε μορφή και αιτία (με συμβόλαια αγοραπωλησιών, γονικών παροχών, δωρεών, ανταλλαγών, διανομών, με αποδοχές κληρονομίας, κλπ.), που εμφανίζονται εν όλω ή εν μέρει με αγροτική μορφή σε μια από τις αεροφωτογραφίες των ετών λήψης είτε του 1960 είτε του 1945, είτε και προγενέστερες εφόσον υπάρχουν, θεωρούνται έγκυρες και ισχυρές έναντι του Δημοσίου, ανεξάρτητα από τη μορφή που απέκτησαν τα ακίνητα αυτά αργότερα, εφόσον οι σχετικοί τίτλοι ανάγονται σε ημερομηνία πριν την 23η Φεβρουαρίου 1946 και έχουν οποτεδήποτε μεταγραφεί.

Η διάταξη περιλαμβάνει μεταβιβάσεις ακινήτων, ανεξάρτητα από την μορφή που είχαν τα ακίνητα προ ή μετά του έτους 1960 ή 1945 ή προγενέστερα, υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι έχουν την αγροτική μορφή σε μια από τις αεροφωτογραφίες του έτους 1960 ή 1945 ή προγενέστερα, κατ΄ επιλογή του αιτούντος. Εξυπακούεται ότι οι μεταβιβάσεις αγροκτημάτων, που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου αυτού, είναι ισχυρές και έναντι του άρθρου 60 του ν.δ.86/69.

Θεωρούνται, ομοίως, έγκυρες και ισχυρές έναντι του Δημοσίου οι μεταβιβάσεις αγροκτημάτων, που βρίσκονται σε ευρύτερες αγροτικές περιοχές και μέρος αυτών καλύπτεται από άγρια ποώδη ή ξυλώδη βλάστηση, οποιασδήποτε μορφής ή διάπλασης, εφόσον οι σχετικοί τίτλοι ανάγονται σε ημερομηνία πριν από την 23η Φεβρουαρίου 1946, η έκταση των αγροκτημάτων αυτών, που καλύπτεται από άγρια ποώδη ή ξυλώδη βλάστηση, δεν εφάπτεται με δημόσιο δάσος ή δημόσια δασική έκταση.

Για τις εκτάσεις αυτές δεν απαιτείται η μεταγραφή των τίτλων των προαναφερθέντων μεταβιβάσεων στο Υποθηκοφυλακείο.

Η διαχείριση των εκτάσεων της πρώτης παραγράφου που εμφανίζουν τη μορφή δάσους, κατά την έννοια των άρθρων 3 παρ.1 και 67 παράγραφο 4 περίπτωση α’ του ν. 998/79, όπως αντικατεστάθη με το άρθρο14 του ν. 1734/87, δηλαδή δάσος δρυός, πεύκης, οξυάς, ελάτης, πλατάνου σκλήθρου και καστανιάς), όπως ισχύουν σήμερα, διέπεται από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας.

Οι εκτάσεις τέλος αυτές θεωρούνται ότι είναι ιδιωτικά δάση, τα οποία πρέπει να καταγράφονται στο βιβλίο ιδιοκτησίας εκάστου δασαρχείου, και να διαχειρίζονται ως τέτοια, με την επιφύλαξη ότι το Δημόσιο δεν έχει ευθύνη σε περίπτωση διεκδικήσεων δικαιωμάτων από τρίτους.

Σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 8, οι εκτάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 και δεν εμπίπτουν στην παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου, αλλά και αυτές τις παραγράφου 2, δεν υπάγονται στις διατάξεις του δασικού νόμου, εφόσον εμφανίζονται στην αεροφωτογραφία των ετών ή 1960 ή 1945 ή και προγενέστερα με αγροτική μορφή.

Για τις εκτάσεις αυτές δεν χρειάζεται ο έλεγχος των δικαιολογητικών αφού διέπονται από τις διατάξεις της Αγροτικής νομοθεσίας και δεν τις διεκδικεί το Δημόσιο. Και στην περίπτωση αυτή το δημόσιο δεν έχει καμιά ευθύνη έναντι διεκδικήσεων από τρίτους.

Η διαχείριση των εκτάσεων που βρίσκονται εκτός της προστασίας της τρίτης παραγράφου του άρθρου αυτού είναι η του άρθρου 21 παρ. 9, σύμφωνα με την οποία καταργούνται αυτοδίκαια οι εκκρεμείς διοικητικές διαδικασίες και δίκες με διάδικο το δημόσιο, που αφορούν στην αναγνώριση δικαιωμάτων κυριότητος στα ακίνητα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 12. Πρωτόκολλα διοικητικής αποβολής, που έχουν εκδοθεί για τις προαναφερθείσες εκτάσεις , αποφάσεις αναδασωτέων, ή ποινών προστίμου ανακαλούνται. Για τον λόγο αυτό δεν χρειάζεται η έρευνα του παρελθόντος των.

Η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού, δεν αποκλείει την εφαρμογή διατάξεων νόμων, με τους οποίους αναγνωρίζονται ιδιωτικά δικαιώματα κυριότητας έναντι του Δημοσίου, με όρους ευμενέστερους για τους επιζητούντες την αναγνώριση.

Τελειώνοντας θέλουμε να σας επισημάνουμε ότι η βεβαίωση ανυπαρξίας δικαιωμάτων του Δημοσίου και της περαιτέρω διαχείρισης των εκτάσεων αυτών θα αναγράφεται στη βεβαίωση τελεσιδικίας του χαρακτηρισμού των. Η διαδικασία του άρθρου 14 του νόμου 998/79, στη περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 12, ισχύει και για τις αναδασωτέες, όπως προαναφέρθηκε.

Με την διάταξη αυτή λύνεται το πρόβλημα της μεταβίβασης της ιδιοκτησίας αλλά και αυτής ταύτης της ιδιοκτησίας, το οποίο δεν έχει καμιά σχέση με τον χαρακτηρισμό των εκτάσεων.

¶ρθρο 14 Ρητινευόμενα Δάση.

Για την εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 14, που έχει σχέση με τα ρητινευόμενα δάση, χρειάζονται απαραιτήτως τρία (3) δικαιολογητικά, ήτοι;

Απόφαση παραχωρήσεως του δάσους, πρωτότυπη ή σε φωτοαντίγραφο.

Σχεδιάγραμμα της παραχωρηθείσης έκτασης του δάσους.

Βεβαίωση παραβίασης ή μη των όρων του παραχωρητηρίου και μεταβολής της χρήσης του παραχωρηθέντος δάσους, με ολική ή ουσιώδη μερική αποψίλωσή του.

Η προαναφερθείσα βεβαίωση εκδίδεται από τις κατά τόπους δασικές υπηρεσίες, κάθε φορά που εξετάζονται διάφορα αιτήματα των ιδιοκτητών των ρητινευομένων των δασών ή και αυτεπάγγελτα.

Αυτονόητο είναι ότι οι ενδιαφερόμενοι δέχονται χωρίς καμιά αντίρρηση τον χαρακτήρα του δάσους των εκτάσεων αυτών.

.Οι μεταβιβάσεις ή οι διανομές, άτυπες ή μη, των εκτάσεων αυτών, που έγιναν μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου, χωρίς να έχουν τηρηθεί οι διατάξεις του άρθρου 60 του ν.δ. 86/69 « Περί Δασικού Κώδικος», θεωρούνται έγκυρες και αντιμετωπίζονται ως ιδιωτικά δασοτεμάχια.

Η ανάκληση των παραχωρητηρίων θα περιορίζεται στην έκταση του μεταβιβασθέντος ή διανεμηθέντος τμήματος του παραχωρητηρίου αυτού, που υπάρχει παραβίαση των όρων και δεν θα περιλαμβάνει όλη την έκταση του παραχωρητηρίου, υπό την προϋπόθεση ότι έχει κριθεί ή θα κριθεί από τα δικαστήρια ως κύριος υπαίτιος της παραβίασης των όρων του παραχωρητηρίου ο ιδιοκτήτης της έκτασης.

Η φράση «ουσιώδη μερική αποψίλωσή του» έχει την έννοια της πλήρους καταστροφής της δασικής βλάστησης σε μέρος του δασοτεμάχιου επί του οποίου συνετελέσθη η οριστική αλλαγή του σκοπού του δάσους, με καθολική εκχέρσωση και καλλιέργειά του γεωργοδενδροκομικά ή με ανέγερση κτιριακών ή άλλων εγκαταστάσεων.

Σε περίπτωση που οι αποφάσεις παραχώρησης δεν συνοδεύονται από σχεδιαγράμματα ή είναι ασαφή, τότε συντάσσεται, με μέριμνα και ευθύνη του παραχωρησιούχoυ νέο σχεδιάγραμμα που θα συνυποβάλλεται, με χάρτη κλίμακας 1;5000 ΓΥΣ., όπου θα έχει τοποθετηθεί η έκταση με τις γεωγραφικές συντεταγμένες, εξηρτημένες από το τριγωνομετρικό δίκτυο της Χώρας, υπογραφόμενο, για την ακρίβεια των πλευρικών διαστάσεων, για την ορθότητα της θέσεως, ως προς τον ορίζοντα, και την ακρίβεια της τοποθέτησης, της παραχωρηθείσης έκτασης, σε χάρτη της Γ.Υ.Σ. από Μηχανικό ή δασολόγο.

Σε περίπτωση υποβολής λανθασμένου τοπογραφικού διαγράμματος ή λανθασμένης τοποθέτησης επί του αποσπάσματος του χάρτη της Γ.Υ.Σ., που διαπιστώνεται από αρμόδιο υπάλληλο του Δασαρχείου κατά την ημέρα της αυτοψίας, επιστρέφεται χωρίς άλλη διατύπωση για την επανυποβολή του σωστού διαγράμματος ή χάρτη, ανάλογα.

Με την ευκαιρία αυτή σας τονίζουμε ότι σε όλες τις υποθέσεις που επιλαμβάνεστε και που χρειάζεται υποβολή σχεδιαγράμματος, πρέπει να συντάσσεται και να έχει όλες τις προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου.

Αρθρο15.Δάση Σολυγείας, Ειδυλλίας και νήσων Σαλαμίνας και Σκύρου. (Δάση Βιλλίων- Αττικής, Σοφικού - Κορινθίας, κλπ.)

Τα δάση και οι δασικές εν γένει εκτάσεις, μέσα στις οποίες περιλαμβάνονται και οι χορτολιβαδικές καθώς και οι εκτάσεις της παραγράφου 7 του άρθρου 1 του ν. 3208/03, των περιοχών των τέως δήμων Σολυγείας του νομού Κορινθίας, Ειδυλλίας του νομού Αττικής, της νήσου Σαλαμίνας του νομού Αττικής, καθώς και της νήσου Σκύρου του νομού Ευβοίας, τα οποία διαχειριζόντουσαν ως ιδιωτικά σύμφωνα με τις 102746/1889/1318/06.06.1880, 96855/ 01.11.1894, 56419/23.06.1909 και 70534/30.11.1894 αντίστοιχες διαταγές του Υπουργείου Οικονομικών, αναγνωρίζονται ως ιδιωτικά. Σχετική είναι και η παράγραφος 11 του άρθρου 21 του νόμου 3208/03.

Στις ανωτέρω εκτάσεις δεν περιλαμβάνονται ως ανήκοντα στο Δημόσιο

α) Το ελατοδάσος Κιθαιρώνος μετά των αναδασωθεισών κλιτύων του, της περιοχής Ειδυλλίας.

β) Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις της διαλυμένης Μονής του Αγίου Νικολάου και της περιοχής ‘’Κολώνας,, της νήσου Σαλαμίνας.

Μεταβιβάσεις τμημάτων των ως άνω ιδιωτικών δασών, που πραγματοποιήθηκαν προ του νόμου 3208/03, θεωρούνται έγκυρες και ισχυρές, ανεξάρτητα εάν τηρήθηκαν ή μη, οι διατάξεις των περί αδειών κατατμήσεων του άρθρου 60 του ν.δ. 86/69 « Περί δασικού κώδικος».

Για την διαχείριση αυτών των ιδιωτικών δασών και δασικών εκτάσεων ισχύουν όσα αναφέρθηκαν στην προηγούμενη ενότητα των ρητινευομένων δασών.

¶ρθρο 17. Προσωρινές - οριστικές παραχωρήσεις δασικών εκτάσεων.

Για την εφαρμογή του άρθρου 17 νόμου 3208/03 πρέπει να έχετε υπόψη σας τα παρακάτω.

Για τις εκτάσεις που έχουν εκδοθεί ή που θα εκδοθούν οριστικά παραχωρητήρια, για γεωργοδενδροκομική εκμετάλλευση, μετά από την έκδοσή των τελευταίων και εφόσον μέχρι της ισχύος του ν. 3208/03, δεν έχουν ανακληθεί ή άλλως πως τροποποιηθεί, παύουν να ισχύουν οι διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, υπό ην προϋπόθεση ότι οι εκτάσεις αυτές βρίσκονται μέχρι της ισχύος του νόμου σε γεωργοδενδροκομική καλλιέργεια ή σε άλλη χρήση και δεν έχουν, λόγω εγκατάλειψης της καλλιέργειας, δασωθεί.

Για τις εκτάσεις που έχουν εκδοθεί προσωρινά παραχωρητήρια, τα οποία μέχρι σήμερα είναι ισχυρά, αλλά δεν έχουν εκδοθεί οριστικά, λόγω μη καταβολής ολοκλήρου του τιμήματος ή αδυναμίας εξακρίβωσης του χρόνου αξιοποίησής των, παραχωρούνται οριστικά κατά το τμήμα που πραγματοποιήθηκε ο σκοπός του παραχωρητηρίου, με απόφαση του κ. Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας. Από της έκδοσης του οριστικού παραχωρητηρίου η έκταση υπάγεται πλέον στις διατάξεις της αγροτικής νομοθεσίας και οποιεσδήποτε διοικητικές πράξεις ( Π.Δ.Α., κ.λ.π.) ή αποφάσεις προστίμων ( άρθρου 70 Ν. 998/79, κ.λ.π.), με πρόκριμα τον δασικό χαρακτήρα αυτής (λόγω των όρων του παραχωρητηρίου) ανακαλούνται και θεωρούνται ως μηδέποτε εκδοθείσες.

Όσες από τις παραπάνω εκτάσεις έχουν εγκαταλειφθεί, εν όλω ή εν μέρει, από την ημέρα της οριστικής ή προσωρινής παραχώρησης και μέχρι της ημέρας ισχύος του νόμου 3208/03, με απόφαση του κ. Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, επανέρχονται στο Δημόσιο και στο νέο οριστικό παραχωρητήριο, που θα εκδοθεί θα περιληφθεί μόνο η εναπομείνασα αξιοποιημένη έκταση, η διαχείριση της οποίας υπάγεται στις διατάξεις της αγροτικής νομοθεσίας.

Ο σκοπός τέλος μιας παραχώρησης δημόσιας δασικής έκτασης, για γεωργοδενδροκομική καλλιέργεια νοείται ότι έχει πραγματοποιηθεί, εφόσον καλλιεργήθηκε κατά τα 4/5 αυτής, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 24 του ν.δ.86/69, διάταξη που ίσχυε μέχρι της ισχύος του ν. 998/79. Για να εκδοθεί επομένως η προαναφερθείσα απόφαση ανάκλησης του παραχωρητηρίου από τον κ. Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, θα πρέπει να ερευνάται το εμβαδόν της παραχωρηθείσης, προ του έτους 1980 και εγκαταλειφθείσης έκτοτε έκτασης (στην έννοια της εγκαταληφθείσης έκτασης νοούνται και αυτές που άλλαξαν τον σκοπό της παραχώρησης), και εφόσον διαπιστώνεται ότι η εγκατάλειψη ανέρχεται, σε ποσοστό, άνω του 20% της παραχωρηθείσας έκτασης θα εισηγείσθε την ανάκληση του παραχωρητηρίου.

¶ρθρο 18. Κατασκηνώσεις - Παιδικές εξοχές.

Όσο αφορά τις κατασκηνώσεις και παιδικές εξοχές του άρθρου 18 του ν. 3208/03 επισημαίνουμε ότι οι παραχωρήσεις κατά χρήση δημοσίων δασών και δασικών εκτάσεων, των κατηγοριών γ΄ έως και ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 998/79, γίνονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Υγείας και Πρόνοιας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων προς το Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α., α΄και β΄βαθμού, τα Ν.Π.Δ.Δ., τα κοινωφελή Ιδρύματα και Σωματεία, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.

Η εκμετάλλευση των προαναφερθέντων μπορεί να ανατεθεί σε ιδιώτες και ν.π.ι.δ., κατόπιν κοινής εγκριτικής απόφασης των προαναφερθέντων Υπουργών, υπό τον όρο της φιλοξενίας αδαπάνως παιδιών απόρων ή πολυτέκνων οικογενειών σε ποσοστό τουλάχιστον πέντε (5%) της δυναμικότητάς των.

Η έγκριση της εγκατάστασης δύναται να περιλαμβάνεται στη απόφαση της παραχώρησης δημοσίων δασικών εκτάσεων. ΄Όταν πρόκειται για μη δημόσια δάση ή μη δημόσιες δασικές εκτάσεις η απόφαση εγκατάστασης υπογράφεται από τους Υπουργούς Υγείας και Πρόνοιας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Για όλες τις προαναφερθείσες ενέργειες και προ αυτών πρέπει να συνταχθεί, υποβληθεί από τους ενδιαφερομένους και εγκριθεί αρμοδίως περιβαλλοντική μελέτη επιπτώσεων και αποκατάστασης του περιβάλλοντος.

Οι αναγκαίες κτιριακές εγκαταστάσεις καθορίζονται από το Υ.Π.Ε.ΧΩ.Δ.Ε., και προκειμένου να αποτραπεί η αλλοίωση της μορφής του δάσους και της δασικής έκτασης, πρέπει να καταλαμβάνουν μέχρι το 15% της παραχωρηθείσης έκτασης, το συνολικό ύψος αυτών, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υπερβεί τα έξη (6) μέτρα και πρέπει να απέχουν από τα όριά της έκτασης των κατασκηνώσεων ή των Παιδικών εξοχών, τουλάχιστον πέντε (5) μέτρα.

Για τις υπάρχουσες κατασκηνώσεις και παιδικές εξοχές, έχουμε να σας επισημάνουμε ότι μπορεί να συνεχίσουν να λειτουργούν επί μία διετία (2) από την έναρξη ισχύος του ν. 3208/03, υπό την προϋπόθεση ότι θα λάβουν εντός της διετίας αυτής της σχετικής έγκρισης περιβαλλοντικών όρων σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν 1650/86.

Επίσης πρέπει οι ενδιαφερόμενοι, να μεριμνήσουν, εντός τριετίας (3) από της ισχύος του νόμου 3208/03, να λάβουν απόφαση παραχώρησης ή εγκατάστασης, οικοδομική άδεια και νομιμοποίηση των ήδη υπαρχόντων αυθαιρέτων κτισμάτων και άδεια λειτουργίας, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

Επί διακατεχομένων χρειάζεται συναίνεση του διακατόχου, καθώς και οποιαδήποτε άλλη άδεια ή έγκριση που απαιτείται από την κείμενη νομοθεσία.

¶ρθρο 19. ΄¶λλες διατάξεις.

Με την παράγραφο 7 ρυθμίζεται η έκταση που παραχωρήθηκε στο Παιδικό χωριό Βορείου Ελλάδος, έτσι ώστε η νέα παραχώρηση να περιλάβει τόσο την παλαιά έκταση όσο και την αναγκαία συμπληρωματική του αύλιου χώρου των οικημάτων και των λοιπών δραστηριοτήτων του χωριού, ήτοι χώρων παιχνιδιού, περιπάτου, άθλησης, πάρκιγκ αυτοκινήτων επισκεπτών, κ.λ.π.

Με την παράγραφο 8 ρυθμίζεται η κατά έτος έκδοση των Πρωτοκόλλων Επιβολής Ειδικής Αποζημίωσης (Π.Ε.Ε.Α) του άρθρου 5 του άρθρου 114 του ν. 1892/ΕΚ 101 Α΄./1990 και η εντός είκοσι (20) ημερών άσκηση προσφυγών ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της τοποθεσίας του ακινήτου.

¶ρθρο 21. Μεταβατικές διατάξεις.

Με την παράγραφο 1 του άρθρου 21 του ν. 3208/03, οι αποφάσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 2 του άρθρου 60 του ν.998/79, που έχουν σχέση με πολιτιστικά έργα και εκδηλώσεις, αρχαιολογικές έρευνες και ανασκαφές, μουσεία, πνευματικά κέντρα, αρχαιολογικές σχολές, κ.λ.π.,από της ισχύος του ν.3208/03 εκδίδονται από τον Γενικό Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, μετά από πρόταση της αρμοδίας υπηρεσίας του Υπουργείου πολιτισμού και σύμφωνη γνώμη της Διεύθυνσης Δασών της Περιφέρειας.

Υπό την επιφύλαξη των όσων σχετικών τονίσαμε σε σχετική παράγραφο της παρούσας και έχουν σχέση με την παράγραφο 17 του άρθρου 1, ή με την παράγραφο 1Ιθ του άρθρου 10 ή με την παράγραφο 10 του άρθρου 21 του ν. 3208/03, οι εκτάσεις των εδαφίων α΄, δ΄ και ε΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 3 καθώς και οι εκτάσεις που κρίθηκαν με τις διαδικασίες του άρθρου 14 του νόμου 998/79, ως μη δασικές, δεν υπάγονται στις διατάξεις των δασικών νόμων, οι δε τυχόν εκδοθείσες αναδασωτέες αποφάσεις καθώς και οι όμοιες επιβολής προστίμων και ειδικών αποζημιώσεων, αίρονται υποχρεωτικά με αποφάσεις του αρμοδίου οργάνου

Για τις εκκρεμείς ποινικές δίκες ο αρμόδιος Δασάρχης, πρέπει με συμπληρωματική του αναφορά να γνωστοποιεί στην εισαγγελική υπηρεσία, την ανατροπή των στοιχείων επί των οποίων στηρίχθηκε η μήνυση, για να ληφθεί υπόψη και συνεκτιμηθεί η προαναφερθείσα ανατροπή, κατά την έκδοση των αποφάσεων των ποινικών δικαστηρίων

Σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 21 του ν. 3208/03, τα πρόστιμα που έχουν επιβληθεί εις βάρος προσώπων, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 70 του ν. 998/79, όπως ισχύει σήμερα, και έχουν σχέση με εκχερσώσεις, αποψιλωτικές υλοτομίες ή καλλιέργεια δημόσιας ή ιδιωτικής αναδασωτέας έκτασης διαγράφονται και θεωρούνται ως μηδέποτε εκδοθέντα, ανεξάρτητα εάν έχουν επικυρωθεί ή όχι με απόφαση των Διοικητικών Δικαστηρίων, προ ή μετά από την ισχύ του νόμου 3208/03 εάν προσκομισθεί βεβαίωση της εισαγγελικής αρχής της περιφέρειας που βρίσκεται η έκταση περί μη καταδικαστικής τελεσίδικης απόφασης των ποινικών δικαστηρίων.

Μετά από αυτά, από της ισχύος του ν. 3208/03, οι δασικές υπηρεσίες σε ανάλογες περιπτώσεις αναμένει την γνωστοποίηση της οριστικής καταδικαστικής απόφασης των ποινικών δικαστηρίων, η οποία γίνεται, σύμφωνα με την παράγραφο 14 του άρθρου 1 του προαναφερθέντος νόμου, με μέριμνα της εισαγγελικής αρχής, προκειμένου να εκδώσουν, εντός δέκα (10) ημερών από της κοινοποιήσεως της απόφασης, το σχετικό πρόστιμο του άρθρου 70 του ν. 998/79.

Τυχόν καταβληθέντα ποσά, ολικά ή μερικά του προστίμου, δεν αναζητούνται.

Στην περίπτωση κατά την οποία έχει εκδοθεί κατά συγκεκριμένου προσώπου το προαναφερθέν πρόστιμο, χωρίς να του έχει ασκηθεί ποινική δίωξη, για εκχέρσωση κ.λ.π., τότε το πρόστιμο διαγράφεται, εν συνεχεία υποβάλλεται κατά του προσώπου αυτού μήνυση και αναμένεται η καταδικαστική απόφαση, για τα περαιτέρω.

Τα πρωτόκολλα επιβολής ειδικής αποζημίωσης, που εκδόθηκαν κατά την διαδικασία του άρθρου 114 του ν. 1892/90, όπως ισχύει σήμερα, κατά τον τρόπο που ρυθμίσθηκαν, με την παράγραφο 5 του άρθρου 21 του ν. 3208/03, δεν έχουν καμιά σχέση με τις αποφάσεις κατεδάφισης αυθαιρέτων κτισμάτων

Επισημαίνεται ότι το φυσικό πρόσωπο που παραδίδει προς κατεδάφιση το αυθαίρετο κτίσμα, δέχεται τον δημόσιο χαρακτήρα της έκτασης, επί της οποίας υπάρχει το κτίσμα και ως εκ τούτου ο Δασάρχης οφείλει να προβεί, εάν δεν το έχει κάνει μέχρι σήμερα, σε όλες τις ενέργειες προστασίας της έκτασης ως δημοσίας.

Σύμφωνα με τη παράγραφο 6 του άρθρου 21, οι προϊστάμενοι των δασικών υπηρεσιών των δασαρχείων και των διευθύνσεων δασών άνευ δασαρχείων οφείλουν μέχρι την 23.12.05 να εισηγηθούν των χαρακτηρισμό των προστατευτικών δασών και δασικών εκτάσεων της περιοχής δικαιοδοσίας των. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να γίνει έναρξη συλλογής στοιχείων και περάτωση των διαδικασιών μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου του επομένου έτους.

Στην παράγραφο 15 του άρθρου 21 του ν. 3208/03 που έχει σχέση με την αναστολή της βεβαίωσης, εκτέλεσης και είσπραξης των πρωτοκόλλων ειδικής αποζημίωσης, της παραγράφου 5 του άρθρου 114 του ν 1892/90, που εκδίδονται από της ισχύος του νόμου 3208/03, περιλαμβάνονται και όσα εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων, διότι η επικύρωσή των γίνεται μετά από την έκδοση των αποφάσεων των προαναφερθέντων δικαστηρίων, ισχύοντος πλέον του ν. 3208/03..

΄Όσον αφορά τέλος την έρευνα της δάσωσης των αγροτικής μορφής εκτάσεων, που καθορίσθηκαν με απόφαση της επιτροπής οριστικού αποτερματισμού του Πανεπιστημιακού Δάσους Ταξιάρχη Χαλκιδικής, αύτη άρχεται, σύμφωνα με την παράγραφο 16 του άρθρου 21 του ν. 3208/03, από της ημερομηνίας της απόφασης και μέχρι σήμερα, και σε καταφατική περίπτωση έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 12 και 21 του ν. 3208/03.

Κάθε άλλη αντίθετη με το περιεχόμενο της παρούσας ανακαλείται.