Κριτική εφ’ όλης της ύλης ασκεί το προσχέδιο μιας πρώτης έκθεσης των δύο εισηγητών της Ευρωβουλής για το ρόλο της τρόικας, που θα παρουσιαστεί αύριο στην αρμόδια επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής.
Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Κριτική εφ’ όλης της ύλης ασκεί το προσχέδιο μιας πρώτης έκθεσης των δύο εισηγητών της Ευρωβουλής για το ρόλο της τρόικας, που θα παρουσιαστεί αύριο στην αρμόδια επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής.
Ελλειψη διαφάνειας, καταστρατήγηση της πολιτικής της Λισαβόνας για την ανάπτυξη, τυφλές περικοπές κοινωνικών δαπανών και επιδομάτων που οδήγησαν σε φτώχεια τμήματα του πληθυσμού των μνημονιακών χωρών και έκρηξη της ανεργίας των νέων είναι ορισμένες από τις επικρίσεις των εισηγητών στην τρόικα.
Η διερεύνηση του ρόλου της τρόικας εισέρχεται σε προχωρημένη φάση αυτή την εβδομάδα, καθώς χθες, αργά το βράδυ, από την επιτροπή πέρασε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Ολι Ρεν, σήμερα είναι η σειρά του πρώην προέδρου της ΕΚΤ Ζαν-Κλοντ Τρισέ και αύριο του διευθυντή του Ταμείου Διάσωσης της Ευρωζώνης Κλάους Ρέγκλινγκ.
Οπως επισημαίνουν οι δύο εισηγητές, Οτμαρ Κάρας και Λίεμ Χοάνγκ Νγκοκ, γενικός στόχος της έκθεσης είναι η αξιολόγηση της λειτουργίας της τρόικας στα προγράμματα που εφαρμόζονται επί του παρόντος στις τέσσερις χώρες: Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Κύπρος. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζονται τα εξής στοιχεία:
Οι συνεισηγητές τονίζουν ότι το σχέδιο έκθεσης αποτελεί βάση για τις μετέπειτα πολιτικές συζητήσεις, τις αντιπροσωπείες στα σχετικά κράτη-μέλη και τις ακροάσεις των διαφόρων ενδιαφερόμενων μερών στις αρχές του 2014.
Καταγράφει το ιστορικό και την τρέχουσα κατάσταση, αλλά δεν επιχειρεί να εξαγάγει τελικά συμπεράσματα ή να διατυπώσει συστάσεις, τα οποία πρόκειται να εξαχθούν σε συνέχεια των σημαντικών εργασιών που θα λάβουν χώρα κατά τους επόμενους μήνες.
Η ζώνη του μνημονίου
Οι δύο ευρωβουλευτές επισημαίνουν ότι οι συνθήκες που πυροδότησαν την κρίση διέφεραν στα τέσσερα κράτη-μέλη.
Για την περίπτωση της Ελλάδας αναφέρουν ότι πριν από την έναρξη του προγράμματος Ε.Ε.-ΔΝΤ, το οποίο δρομολογήθηκε την άνοιξη του 2010, υπήρχε ένας διττός φόβος που αφορούσε την «αφερεγγυότητα» και τη «μη βιωσιμότητα» των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας ως αποτέλεσμα της συνεχώς μειούμενης ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και της απερίσκεπτης δημοσιονομικής πολιτικής δεκαετιών.
Το δημόσιο έλλειμμα να αγγίζει το 15,7% του ΑΕΠ το 2009 και το λόγο χρέους προς ΑΕΠ να συνεχίζει την ανοδική πορεία του από το 2003, όταν είχε διαμορφωθεί στο 97,4%, αγγίζοντας το 129,7% το 2009 και το 156,9% το 2012.
Για την Κύπρο υπογραμμίζουν ότι πριν από την απόφαση για συνδρομή του Απριλίου 2013, κυκλοφορούσαν ήδη εικασίες σχετικά με τη συστημική αστάθεια της κυπριακής οικονομίας, οι οποίες βασίζονταν, μεταξύ άλλων, στην έκθεση των κυπριακών τραπεζών σε τοπικές κτηματικές εταιρείες με υψηλό δείκτη μόχλευσης, στην ελληνική κρίση χρέους, στην υποβάθμιση των κρατικών κυπριακών ομολόγων από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, στην αδυναμία κάλυψης των δημόσιων δαπανών από τις διεθνείς αγορές και στην αρχική απροθυμία της κυβέρνησης για αναδιάρθρωση του προβληματικού χρηματοπιστωτικού τομέα.
Επισημαίνει ότι η Κύπρος υπέβαλε μεν την αρχική αίτηση παροχής χρηματοδοτικής συνδρομής στις 25 Ιουνίου 2012, αλλά ότι οι διαφορετικές θέσεις των μερών όσον αφορά τις προϋποθέσεις καθώς και η απόρριψη ενός αρχικού σχεδίου προγράμματος από το κυπριακό Κοινοβούλιο, καθυστέρησαν τη σύναψη της τελικής συμφωνίας για το πρόγραμμα.
Οι δύο εισηγητές εκφράζουν τη λύπη τους για το γεγονός ότι η Ε.Ε. και οι διεθνείς Οργανισμοί, περιλαμβανομένου του ΔΝΤ, βρέθηκαν απροετοίμαστοι για μια κρίση δημόσιου χρέους μεγάλης εμβέλειας στο πλαίσιο μιας νομισματικής ένωσης.
Ομως, αναγνωρίζουν ότι η τεράστια πρόκληση με την οποία βρέθηκε αντιμέτωπη η τρόικα και η οποία οδήγησε στην κρίση, ήταν μοναδική λόγω της ανεπαρκούς ρύθμισης των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, των μεγάλων μακροοικονομικών ανισορροπιών και του γεγονότος ότι ορισμένα μέσα, όπως η εξωτερική υποτίμηση, δεν ήταν διαθέσιμα λόγω των περιορισμών της νομισματικής ένωσης.
Εκφράζουν τη λύπη τους για την έλλειψη διαφάνειας στις διαπραγματεύσεις των μνημονίων, ενώ διαπιστώνουν την ανάγκη να αξιολογηθεί κατά πόσον τα επίσημα έγγραφα κοινοποιούνταν με σαφήνεια και εγκαίρως στα Εθνικά Κοινοβούλια και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και οι πιθανές αρνητικές επιπτώσεις των πρακτικών αυτών στα δικαιώματα των πολιτών και την πολιτική κατάσταση στο εσωτερικό των χωρών.
Το προσχέδιο εκφράζει επίσης τη λύπη τους για το γεγονός ότι οι συστάσεις που περιλαμβάνονται στα μνημόνια συνεννόησης σηματοδοτούν μια απόκλιση από τη λογική της στρατηγικής της Λισαβόνας και των στρατηγικών «Ευρώπη 2020», ενώ αποδοκιμάζουν το γεγονός ότι τα προγράμματα για την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία περιλαμβάνουν μια σειρά από αναλυτικές οδηγίες για τη μεταρρύθμιση των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης και τις περικοπές δαπανών. Αποδοκιμάζουν και το γεγονός ότι τα προγράμματα αυτά δεν δεσμεύονται από το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. και τις Συνθήκες.
Αισιόδοξες παραδοχές
Στο στόχαστρο των εισηγητών βρίσκονται και οι ενίοτε υπερβολικά αισιόδοξες παραδοχές της τρόικας, ιδίως σε ό,τι αφορά την οικονομική ανάπτυξη, αλλά και η ανεπαρκής εκτίμηση της πολιτικής αντίστασης ορισμένων κρατών-μελών απέναντι στην αλλαγή.
Αποδοκιμάζουν και το γεγονός ότι η μείωση των διαρθρωτικών ελλειμμάτων σε όλες τις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα από την έναρξη των αντίστοιχων προγραμμάτων παροχής συνδρομής δεν έχει ακόμη οδηγήσει σε μείωση των λόγων του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, αντίθετα έχει αυξηθεί απότομα σε όλες τις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα.
Οι εισηγητές αναγνωρίζουν ότι είναι δύσκολο να εκτιμηθούν οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές με βεβαιότητα, αλλά υπενθυμίζουν ότι το ΔΝΤ παραδέχτηκε πως προέβη σε υποτίμηση του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή στις προβλέψεις του σχετικά με την ανάπτυξη πριν από τον Οκτώβριο του 2012.
Θεωρούν ότι έχει δοθεί ελάχιστη προσοχή στην εξάλειψη των αρνητικών επιπτώσεων των στρατηγικών προσαρμογής στις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα.
Μάλιστα, αναφέρουν την παραδοχή του πρόεδρου του Εurogroup, ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ότι ενέκρινε τις συστάσεις της τρόικας χωρίς να λάβει υπόψη τις επιμέρους πολιτικές επιπτώσεις τους. Αναφορικά με τη θεσμική διάσταση και τη δημοκρατική νομιμοποίηση, επισημαίνουν ότι η αποστολή της τρόικας θεωρείται ότι είναι ασαφής και μη διαφανής και πως δεν υπήρξε καμία κατάλληλη νομική βάση για τη σύστασή της, λαμβάνοντας υπόψη το πρωτογενές δίκαιο της Ενωσης.
Σημειώνουν και το διπλό ρόλο της Επιτροπής στην τρόικα, τόσο ως παράγοντα των κρατών-μελών όσο και ως θεσμικού οργάνου της Ε.Ε. και προειδοποιούν ότι ενδέχεται να υπάρξουν συγκρούσεις συμφερόντων εντός της Επιτροπής μεταξύ του ρόλου της στην τρόικα και της ευθύνης της ως θεματοφύλακα των Συνθηκών.
Βλέπουν επίσης πιθανή σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ του τρέχοντος ρόλου της ΕΚΤ στην τρόικα ως «τεχνικού συμβούλου» και της θέσης της ως πιστωτή των τεσσάρων κρατών-μελών, καθώς και της εντολής που έχει δυνάμει της Συνθήκης.
Το προσχέδιο της έκθεσης επαναλαμβάνει την έκκληση της Ευρωβουλής να λαμβάνονται όλες οι αποφάσεις που σχετίζονται με την ενίσχυση της ΟΝΕ σύμφωνα με τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ενωση και θεωρεί ότι οποιαδήποτε παρέκκλιση από την κοινοτική μέθοδο και η αυξημένη χρήση διακυβερνητικών συμφωνιών θα διαιρεί και θα αποδυναμώνει την Ενωση, συμπεριλαμβανομένης της Ζώνης του Ευρώ.
Ζητεί να εξεταστεί βραχυπρόθεσμα το ενδεχόμενο τροποποίησης της Συνθήκης για τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ), προκειμένου να επιτρέπονται αφενός η λήψη τυποποιημένων αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία και όχι με ομοφωνία και αφετέρου η παροχή προληπτικής στήριξης.
Το προσχέδιο ζητεί επαναξιολόγηση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων στο Εurogroup σχετικά με την τροποποίηση των μεσοπρόθεσμων προγραμμάτων με τα κράτη-μέλη που λαμβάνουν χρηματοδοτική συνδρομή Ε.Ε.-ΔΝΤ, ώστε να συμπεριληφθεί η υποχρέωση δέουσας δημοκρατικής λογοδοσίας τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και τη θέσπιση ευρωπαϊκών κατευθυντήριων γραμμών, ώστε να διασφαλιστεί ο κατάλληλος δημοκρατικός έλεγχος όσον αφορά την εφαρμογή των μέτρων σε εθνικό επίπεδο.
Καταλογισμός εσφαλμένων εκτιμήσεων
Λάθος εκτιμήσεις από την τρόικα της κατάστασης κατά τη διάσωση Ελλάδας, Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Κύπρου διαπιστώνει η έκθεση της επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, υπό τον αντιπρόεδρό του Αυστριακό Οτμαρ Κάρας, γράφει η αυστριακή οικονομική εφημερίδα «Βίρτσαφτσμπλατ».
Οπως επισημαίνει η εφημερίδα, η τρόικα, εκτίμησε λανθασμένα, σε διαφορετικό βαθμό, την κατάσταση κατά τη διάσωση της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Κύπρου, με το ΔΝΤ να έχει παραδεχτεί εδώ και πολύ καιρό πως οι συνέπειες της πολιτικής λιτότητας στην ανάπτυξη υποτιμήθηκαν, αλλά κάτι τέτοιο δεν θέλει μέχρι σήμερα «ούτε να το ακούσει» η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Προσθέτει ακόμη πως οι θεσμοί της τρόικας έχουν διαφορετικές στοχεύσεις στην πορεία εξυγίανσης.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, που φέρεται να έχει στη διάθεσή της και αυτές τις τοποθετήσεις, οι υπουργοί Οικονομικών επιβεβαιώνουν, σχεδόν ταυτόσημα, πως τα προγράμματα έκτακτου δανεισμού υπήρξαν απαραίτητα και πως και οι τέσσερις χώρες βρίσκονται σε πορεία βελτίωσης, σε διαφορετικό βαθμό η καθεμία.
Δύσκολη η επίτευξη συμφωνίας πριν από το Eurogroup
Εξαιρετικά δύσκολο χαρακτήριζαν χθες στελέχη του υπουργείου Οικονομικών το ενδεχόμενο συμφωνίας με την τρόικα μέχρι και το Eurogroup της 27ης Ιανουαρίου, μεταφέροντας τις προσδοκίες για έγκριση της εκταμίευσης της δόσης των 4,9 δισ. του Δεκεμβρίου στο συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών της ευρωομάδας της 17ης Φεβρουαρίου.
Η πρώτη δυσκολία του επόμενου γύρου διαπραγμάτευσης με τους εκπροσώπους των δανειστών είναι να οριστεί η ημερομηνία επανόδου της τρόικας στην Αθήνα. Ο σχεδιασμός που έγινε πριν από τις εορτές των Χριστουγέννων προέβλεπε τους εκπροσώπους των δανειστών να καταφθάνουν μέσα στην εβδομάδα.
Λίγες μέρες μετά την είσοδο του νέου έτους καμία από τις δύο πλευρές δεν φαίνεται να βιάζεται, καθώς θεωρούν πρόωρο ένα νέο κύκλο συναντήσεων.
Ειδικότερα, στη φάση της εκ του μακρόθεν διαβούλευσης βρίσκονται -μεταξύ άλλων- έκτακτα μέτρα ύψους 500 εκατ. ευρώ για το 2014 που έχει παραδώσει το υπουργείο Οικονομικών στους εκπροσώπους της Ε.Ε., του ΔΝΤ και της ΕΚΤ από τέλη Δεκεμβρίου. Η τρόικα είχε δυσανασχετήσει τόσο για τον έκτακτο χαρακτήρα των μέτρων όσο και για το γεγονός ότι δεν ήταν επαρκώς τεκμηριωμένα και κοστολογημένα.
Η αναγκαιότητα του έκτακτου χαρακτήρα δικαιολογήθηκε από το ΥΠΟΙΚ με το επιχείρημα ότι το 2014 δεν θα αποδώσουν στο σύνολό τους τα μέτρα για τις περικοπές των συντάξεων, κάτι που όμως θα καταστεί εφικτό από το 2015.
Την περασμένη Παρασκευή το υπουργείο Οικονομικών έστειλε και την κοστολόγηση των μέτρων αυτών και τώρα συνεχίζεται η διαβούλευση. Στο φάκελο του δημοσιονομικού κενού του 2014, υπάγονται οι διαφορές στο νέο φόρο για τα ακίνητα (περίπου 350 εκατ. ευρώ) και στον ΦΠΑ της εστίασης.
Επίσης, συνεχίζεται να αμφισβητείται σε οριζόντια βάση η φοροεισπρακτική δυνατότητα του υπουργείου Οικονομικών. Ανοικτά, εκτός από τα δημοσιονομικά θέματα, παραμένουν και βασικά θεσμικά μέτρα και στα οποία υπάρχει ακόμη «μερική συμφωνία», όπως η απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, η μείωση των εργοδοτικών εισφορών κατά 3,9% και η σταδιακή κατάργηση των φόρων υπέρ τρίτων.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΛΟΣ - [email protected]