Οικονομία & Αγορές
Τρίτη, 02 Νοεμβρίου 2004 16:40

Αύξηση 34,1% στα κέρδη της Τράπεζας Πειραιώς στο εννεάμηνο

Τα αποτελέσματα του εννιαμήνου του 2004 αποτελούν την καλύτερη επίδοση εννιαμήνου στην ιστορία του Ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς, ενώ είναι και υψηλότερα από τα αποτελέσματα ολόκληρου του προηγούμενου έτους, συνέπεια της συνεχούς βελτίωσης των εσόδων από εργασίες εμπορικής τραπεζικής με ρυθμούς υψηλότερους από αυτούς των εξόδων.

Πιο αναλυτικά, τα μετά από φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας κέρδη, που αναλογούν στους μετόχους της Τράπεζας Πειραιώς, διαμορφώθηκαν σε 109,3 εκατ ευρώ το εννιάμηνο του 2004 έναντι 81,5 εκατ ευρώ πέρυσι, αυξήθηκαν δηλαδή κατά 34,1%.

Τα προ φόρων κέρδη του Ομίλου Πειραιώς το εννιάμηνο του 2004 διαμορφώθηκαν σε 157,3 εκατ ευρώ έναντι 123,7 εκατ ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2003, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 27,2%, ενώ τα μετά από φόρους κέρδη του Ομίλου διαμορφώθηκαν σε 128,8 εκατ ευρώ έναντι 97,2 εκατ ευρώ το εννιάμηνο του 2003, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 32,5%.

Ειδικότερα, η βελτίωση της κερδοφορίας του Ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς κατά το εννιάμηνο του 2004 οφείλεται στην αύξηση των καθαρών εσόδων με σχεδόν διπλάσιο ρυθμό έναντι των δαπανών λειτουργίας (15,4% έναντι 8,8%). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα οργανικά κέρδη του Ομίλου (χωρίς τα αποτελέσματα χρηματοοικονομικών πράξεων και τα έκτακτα) κατά το εννιάμηνο του 2004 να σημειώσουν αύξηση κατά 40,7%.

Τα κύρια χαρακτηριστικά της επίδοσης του εννιαμήνου 2004 για τον Όμιλο της Τράπεζας Πειραιώς είναι :

¨ Η αύξηση των καθαρών εντόκων εσόδων κατά 17,9% και των προμηθειών κατά 20,4%

¨ Η περαιτέρω βελτίωση του καθαρού περιθωρίου τόκων (NIM) ως προς τα έντοκα στοιχεία ενεργητικού σε 3,14% από 2,76% πέρυσι

¨ Η βελτίωση του δείκτη «Κόστος προς Έσοδα» στο 58,0% έναντι 61,5% πέρυσι

¨ Η αύξηση του χαρτοφυλακίου των δανείων κατά 20%

¨ Η αύξηση των καταθέσεων από πελάτες κατά 25%

¨ Η βελτίωση της αποδοτικότητας κεφαλαίων (ROE) μετά από φόρους στο 14,9% από 13,9% πέρυσι

¨ Η βελτίωση της αποδοτικότητας ενεργητικού (ROA) μετά από φόρους στο 1,13% από 0,88% πέρυσι

Στο τέλος του Σεπτεμβρίου 2004 το ενεργητικό του Ομίλου διαμορφώθηκε σε 15.548 εκατ ευρώ έναντι 14.741 εκατ ευρώ στο τέλος του εννιαμήνου του προηγούμενου έτους, αυξήθηκε δηλαδή κατά 5,5%. Ο ρυθμός αύξησης των χορηγήσεων διαμορφώθηκε στο 20% και το υπόλοιπο των χορηγήσεων στο τέλος του Σεπτεμβρίου 2004 ανήλθε σε 12.084 εκατ ευρώ από 10.086 εκατ το προηγούμενο έτος. Αποτέλεσμα της σημαντικής αύξησης των χορηγήσεων ήταν η ενίσχυση του ποσοστού συμμετοχής τους στο σύνολο του ενεργητικού σε 75,1% από 66,0% πέρυσι, σε βάρος κυρίως του χαρτοφυλακίου ομολόγων, τo οποίo διαμορφώθηκε στα 1.384 εκατ ευρώ, περιοριζόμενο στο 8,9% του ενεργητικού από 15,6% πέρυσι, αλλά και των μετοχών – συμμετοχών που περιορίστηκαν στο 6,0% του ενεργητικού από 6,7% πέρυσι.

Στο σύνολο του χαρτοφυλακίου χορηγήσεων, τα δάνεια προς ιδιώτες (καταναλωτικά - στεγαστικά) αποτελούν το 29,0% σημειώνοντας ετήσιο ρυθμό αύξησης 20,4%. Ειδικότερα, επιτάχυνση σημείωσε ο ρυθμός αύξησης των στεγαστικών δανείων που έφθασε το 29,6% (έναντι 23,2% τον Ιούνιο ’04 σε ετήσια βάση), με το υπόλοιπο να διαμορφώνεται σε 1.936 εκατ ευρώ έναντι 1.494 εκατ ευρώ πέρυσι, όπως επίσης επιτάχυνση σημείωσαν και οι εκταμιεύσεις των στεγαστικών δανείων της Τράπεζας με ρυθμό αύξησης 52% (464 εκατ ευρώ το εννιάμηνο του 2004 έναντι 305 εκατ ευρώ πέρυσι). Τα καταναλωτικά δάνεια και τα υπόλοιπα πιστωτικών καρτών (χωρίς το καταναλωτικό factoring) σημείωσαν ρυθμό αύξησης 23,2%, το υπόλοιπο των οποίων στο τέλος Σεπτεμβρίου 2004 διαμορφώθηκε σε 1.386 εκατ ευρώ έναντι 1.125 πέρυσι, με τις εκταμιεύσεις της Τράπεζας να αυξάνονται με ρυθμό 78% (333 εκατ ευρώ έναντι 187 εκατ ευρώ πέρυσι). Αντίθετα, το καταναλωτικό factoring μειώθηκε κατά 44,6% (145 εκατ ευρώ έναντι 261 εκατ ευρώ πέρυσι) ως αποτέλεσμα της πολιτικής διεύρυνσης των πιο αποδοτικών στοιχείων του ενεργητικού του Ομίλου και της προώθησης των καταναλωτικών δανείων.

Τα δάνεια δικτύου προς μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις αντιπροσωπεύουν το 36,6% του δανειακού χαρτοφυλακίου και διαμορφώθηκαν σε 4.382 εκατ ευρώ στο τέλος Σεπτεμβρίου 2004 έναντι 3.127 εκατ ευρώ πέρυσι, σημειώνοντας αύξηση κατά 40,2%.

Τα δάνεια προς μεσαίες-μεγάλες επιχειρήσεις και τη ναυτιλία αντιπροσωπεύουν το 34,4% του συνόλου των χορηγήσεων και ανήλθαν σε 4.122 εκατ ευρώ στο τέλος του Σεπτεμβρίου του 2004 έναντι 3.929 εκατ ευρώ πέρυσι, σημειώνοντας αύξησης κατά 4,9%.

Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διαμορφώνονται στο 2,57% των χορηγήσεων χωρίς το χαρτοφυλάκιο της πρώην ΕΤΒΑbank, όσο δηλαδή και το Σεπτέμβριο του 2003 (2,56%). Με το χαρτοφυλάκιο της πρώην ΕΤΒΑbank ο αντίστοιχος δείκτης διαμορφώνεται στο 4,08% των χορηγήσεων έναντι 4,02% πριν από ένα έτος. Επισημαίνεται ότι ενόψει της ψήφισης του Νόμου για τα «πανωτόκια», ο οποίος τελικά δημοσιεύθηκε μέσα στο καλοκαίρι, υπήρξε υστέρηση στις εισπράξεις ληξιπροθέσμων οφειλών κατά το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Το ποσοστό κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων δανείων από τις σωρευτικές προβλέψεις είναι από τα υψηλότερα στην ελληνική τραπεζική αγορά και διαμορφώνεται στο 83%.

Οι καταθέσεις από πελάτες διαμορφώθηκαν σε 10.669 εκατ ευρώ έναντι 8.542 εκατ ευρώ στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2003, αυξήθηκαν δηλαδή κατά 24,9%, με τις καταθέσεις ταμιευτηρίου να εμφανίζουν ρυθμό αύξησης 18%, τις καταθέσεις όψεως 35% και τις καταθέσεις προθεσμίας 28%. Στις καταθέσεις περιλαμβάνονται και τα ομόλογα ΕΤΒΑ, τα οποία διατίθενται στην πελατεία της Τράπεζας, το ύψος των οποίων στο τέλος Σεπτεμβρίου 2004 διαμορφώθηκε σε 452 εκατ ευρώ έναντι 465 εκατ ευρώ πέρυσι. Ο υψηλός ρυθμός αύξησης των καταθέσεων ταμιευτηρίου και όψεως, οι οποίες αποτελούν καταθέσεις χαμηλού κόστους, είναι αποτέλεσμα της «ωρίμανσης» του δικτύου καταστημάτων. Τα repos από πελάτες διαμορφώθηκαν σε 697 εκατ ευρώ έναντι 1.778 εκατ ευρώ, στο πλαίσιο της στρατηγικής του Ομίλου για μείωση του χαρτοφυλακίου των ομολόγων. Επιπλέον, μέσω των προγραμμάτων ECP & EMTN (senior & μειωμένης εξασφάλισης) είχαν αντληθεί 1.671 εκατ ευρώ στο τέλος Σεπτεμβρίου 2004, διευρύνοντας τις πηγές άντλησης κεφαλαίων αυξάνοντας παράλληλα και τη μέση διάρκεια τους.

Το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων στο τέλος Σεπτεμβρίου 2004 διαμορφώθηκε σε 1.171 εκατ ευρώ έναντι 1.261 εκατ ευρώ στο τέλος του αντίστοιχου μήνα του προηγούμενου έτους. Τα ίδια κεφάλαια που αντιστοιχούν στους μετόχους της Τράπεζας Πειραιώς στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2004 διαμορφώθηκαν σε 935 εκατ ευρώ έναντι 959 εκατ ευρώ το προηγούμενο έτος. Στο πλαίσιο της πολιτικής του Ομίλου για ενίσχυση των εργασιών του core banking, έχει αυξηθεί κατά το τρέχον έτος το ποσοστό συμμετοχής σε θυγατρικές εταιρείες του χρηματοοικονομικού τομέα (π.χ. Marathon Bank, Πειραιώς Leasing, Πειραιώς Multifin, Πειραιώς Factoring, Multicollection). Αποτέλεσμα των ενεργειών αυτών ήταν η αύξηση των διαφορών ενοποίησης και η μείωση των δικαιωμάτων μειοψηφίας στο σύνολο των ιδίων κεφαλαίων.

O δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (BIS) ενισχύθηκε στο τρίτο τρίμηνο του έτους, με την έκδοση ομολόγου μειωμένης εξασφάλισης ύψους 400 εκατ ευρώ, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί στο 12,0% (εκτίμηση), με το Tier I στο 8,9%. Σημειώνεται ότι τον Οκτώβριο του 2004 ολοκληρώθηκε με επιτυχία και η έκδοση υβριδικού ομολόγου (Hybrid Tier I) συνολικού ύψους 200 εκατ ευρώ, εκμεταλλευόμενοι τις ευνοϊκές συνθήκες της αγοράς για παρόμοιες εκδόσεις, ενισχύοντας περαιτέρω την κεφαλαιακή βάση του Ομίλου.

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΟΜΙΛΟΥ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Το σύνολο των καθαρών εσόδων το εννιάμηνο του 2004 διαμορφώθηκε σε 495,6 εκατ ευρώ έναντι 429,4 εκατ ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2003, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 15,4%, με το 86,0% να προέρχεται από έντοκα έσοδα και προμήθειες εργασιών. Η σημαντική αυτή βελτίωση των καθαρών εσόδων συνδέεται και με την αύξηση των εργασιών μέσω του διευρυνόμενου δικτύου καταστημάτων, καθώς 91 σε σύνολο 287 καταστημάτων, έχουν δημιουργηθεί από το 2001 και μετά.

Τα καθαρά έσοδα από τόκους αυξήθηκαν κατά 17,9% και διαμορφώθηκαν σε 330,8 εκατ ευρώ έναντι 280,6 εκατ ευρώ το εννιάμηνο του 2003. Το καθαρό περιθώριο τόκων (καθαρά έντοκα έσοδα προς μέσο όρο των εντόκων στοιχείων του ενεργητικού) διευρύνθηκε περαιτέρω και διαμορφώθηκε στο 3,14% έναντι 2,76% πέρυσι.

Τα καθαρά έσοδα προμηθειών διαμορφώθηκαν σε 95,7 εκατ ευρώ έναντι 79,5 εκατ ευρώ το εννιάμηνο του 2003, αυξημένα κατά 20,4%. Το 80% των προμηθειών προήλθε από εργασίες της εμπορικής τραπεζικής, οι οποίες ανήλθαν σε 76,6 εκατ ευρώ το εννιάμηνο του 2004 έναντι 56,3 εκατ ευρώ πέρυσι, σημειώνοντας αύξηση κατά 36,1%. Οι καθαρές προμήθειες επενδυτικής τραπεζικής διαμορφώθηκαν σε 12,4 εκατ ευρώ το εννιάμηνο του 2004 έναντι 16,6 εκατ ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2003, μειώθηκαν δηλαδή κατά 25,3%. Τα καθαρά έσοδα από εργασίες asset management διαμορφώθηκαν σε 6,7 εκατ ευρώ, στο ίδιο επίπεδο με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους (6,6 εκατ ευρώ).

Τα κέρδη χρηματοοικονομικών πράξεων ανήλθαν το εννιάμηνο του 2004 σε 41,1 εκατ ευρώ, όσο δηλαδή και την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Το μεγαλύτερο μέρος των κερδών προήλθε από πράξεις επί του χαρτοφυλακίου μετοχών της ΕΛΕΕΧΑ (εταιρείας επενδύσεων χαρτοφυλακίου του Ομίλου), ενώ πέρυσι το μεγαλύτερο μέρος είχε προέλθει από πράξεις επί ομολόγων.

Τα λοιπά έσοδα εκμεταλλεύσεως, τα οποία περιλαμβάνουν παρεπόμενες τραπεζικές εργασίες, διαμορφώθηκαν σε 9,5 εκατ ευρώ έναντι 10,0 εκατ ευρώ το προηγούμενο έτος.

Ο ρυθμός μεταβολής του κόστους λειτουργίας σημείωσε επιβράδυνση και διαμορφώθηκε στο 8,8% το εννιάμηνο του 2004 σε ετήσια βάση έναντι 10,3% που σημείωσε το α’ εξάμηνο του 2004 αντίστοιχα. Συγκεκριμένα, το συνολικό κόστος (δαπάνες προσωπικού, γενικά έξοδα διοίκησης, λοιπά έξοδα και αποσβέσεις) διαμορφώθηκε σε 287,6 εκατ ευρώ έναντι 264,3 εκατ ευρώ το εννιάμηνο του 2003, γεγονός που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην επέκταση του δικτύου καταστημάτων κατά 10,0% (287 μονάδες από 261 πέρυσι) κυρίως στο νομό Αττικής και στις χώρες της Βαλκανικής. Σημειώνεται ότι η Τράπεζα Πειραιώς είναι η μόνη μεταξύ των μεγαλυτέρων τραπεζών που διευρύνει σημαντικά το δίκτυο καταστημάτων της, με ιδιαίτερη έμφαση στο Νομό Αττικής, όπου το υπάρχον δίκτυο είναι σε αναντιστοιχία με το μέγεθος της οικονομικής δραστηριότητας της περιοχής.

Οι δαπάνες προσωπικού, χωρίς τις προσλήψεις λόγω επέκτασης του δικτύου καταστημάτων, αυξήθηκαν κατά 5,0% σε σχέση με το εννιάμηνο του 2003 (130,6 εκατ ευρώ έναντι 124,4 εκατ ευρώ πέρυσι), όσο περίπου ορίζει η συλλογική σύμβαση εργασίας για το 2004. Με την προσθήκη των 327 νέων υπαλλήλων λόγω επέκτασης του δικτύου καταστημάτων στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Βαλκανική, εξαγορά της Interbank στην Νέα Υόρκη), η αύξηση των δαπανών προσωπικού διαμορφώνεται στο 9,2%. Επισημαίνεται ότι ο αριθμός των υπαλλήλων αυξήθηκε με σημαντικά μικρότερο ρυθμό σε σύγκριση με το ρυθμό αύξησης του δικτύου καταστημάτων, δηλαδή 6,7% (5.182 άτομα τον Σεπτέμβριο του 2004 από 4.855 άτομα πέρυσι) έναντι 10% αντίστοιχα, καθώς η στελέχωσή του στο εσωτερικό γίνεται κατά κύριο λόγο από υφιστάμενο προσωπικό.

Τα γενικά έξοδα διοίκησης και τα λοιπά έξοδα το εννιάμηνο του 2004 διαμορφώθηκαν σε 117,2 εκατ ευρώ, έναντι 102,0 εκατ ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2003, σημειώνοντας αύξηση 15,0% με επιβραδυνόμενο ρυθμό έναντι του ρυθμού του α’ εξαμήνου ’04 (16,3%). Η αύξηση αυτή αποδίδεται κυρίως στα έξοδα που σχετίζονται με την αύξηση του αριθμού των καταστημάτων και την αύξηση του όγκου των εργασιών. Σημειώνεται ότι ο μέσος όρος των γενικών και λοιπών εξόδων των τριμήνων του 2004 σε σύγκριση με το μέσο όρο των τριμήνων του 2003 είναι αυξημένος μόλις κατά 2,8%.

Οι αποσβέσεις διαμορφώθηκαν σε 34,5 εκατ ευρώ έναντι 37,9 εκατ ευρώ το εννιάμηνο του προηγούμενου έτους, σημειώνοντας μείωση κατά 8,9%, λόγω της ωρίμανσης (ολοκλήρωσης των αποσβέσεων) μεγάλων τεχνολογικών επενδύσεων που είχαν πραγματοποιηθεί την περίοδο 1999-2000 (συγχώνευση Τραπεζών Πειραιώς, Μακεδονίας-Θράκης και Χίου).

Ο δείκτης αποτελεσματικότητας «κόστος προς έσοδα» βελτιώθηκε κατά 3,5 ποσοστιαίες μονάδες και διαμορφώθηκε σε 58,0% έναντι 61,5% το εννιάμηνο του 2003.

Τα κέρδη προ προβλέψεων διαμορφώθηκαν σε 208,0 εκατ ευρώ έναντι 165,1 εκατ ευρώ πέρυσι, αυξημένα κατά 26,0%. Ο δείκτης «κέρδη προ προβλέψεων προς μέσο ενεργητικό» σημείωσε σημαντική βελτίωση και διαμορφώθηκε σε 1,83% έναντι 1,49% πέρυσι.

Το έξοδο των προβλέψεων για ενδεχόμενες υποχρεώσεις και ζημίες ανήλθε σε 64,9 εκατ ευρώ το εννιάμηνο του 2004 έναντι 51,5 εκατ ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους, σημειώνοντας αύξηση κατά 25,9%, διαμορφώνοντας το δείκτη «προβλέψεις / μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο 82,9%.

Τα έκτακτα έσοδα-έξοδα και αποτελέσματα διαμορφώθηκαν σε 14,2 εκατ ευρώ έναντι 10,1 εκατ ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Σημειώνεται ότι, εάν τα ποσά αυτά εμφανίζονταν στα λειτουργικά έσοδα-έξοδα, σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (IFRS), ο δείκτης «κόστος / έσοδα» θα εμφάνιζε σημαντική περαιτέρω βελτίωση και θα διαμορφωνόταν στο 56,4%.

Η σημαντική αύξηση της κερδοφορίας είχε ως αποτέλεσμα τη βελτίωση και των δεικτών ROE (απόδοση Ιδίων Κεφαλαίων) και ROA (απόδοση Ενεργητικού). Συγκεκριμένα, ο δείκτης ROE διαμορφώθηκε σε 18,5% προ φόρων από 17,6% την αντίστοιχη περίοδο του 2003 και σε 14,9% μετά από φόρους από 13,9% πέρυσι. Ο δείκτης ROA ενισχύθηκε και διαμορφώθηκε σε 1,39% προ φόρων από 1,12% την αντίστοιχη περίοδο του 2003 και σε 1,13% μετά από φόρους από 0,88% πέρυσι.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΕΤΟΧΗΣ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Το τελευταίο δωδεκάμηνο, η τιμή της μετοχής της Τράπεζας Πειραιώς κυμάνθηκε μεταξύ 10,82 ευρώ (μέγιστο) και 7,70 ευρώ (ελάχιστο), ενώ την Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2004 η τιμή έκλεισε στο Χρηματιστήριο Αθηνών στα 10,78 ευρώ και η κεφαλαιοποίηση της ανήλθε σε 2,13 δις ευρώ, κατατασσόμενη στην 10η θέση στο Χ.Α. και στη 4η μεταξύ των εταιρειών του ιδιωτικού τομέα.

Η εμπορευσιμότητα της μετοχής της Τράπεζας Πειραιώς στο Χρηματιστήριο Αθηνών παραμένει ιδιαίτερα υψηλή, με ποσοστό 48,6% (Οκτ.’03 - Σεπτ.’04) έναντι 30,9% του τραπεζικού κλάδου αντίστοιχα.

Στο τέλος Σεπτεμβρίου 2004, οι μέτοχοι της Τράπεζας Πειραιώς έφθαναν τους 229 χιλιάδες και περιελάμβαναν πολλούς ιδιώτες επενδυτές, αλλά και εκπροσώπους του επιχειρηματικού κόσμου, θεσμικούς επενδυτές, ασφαλιστικούς οργανισμούς.