ΑΥΞΗΣΗ, σε ποσοστό της τάξης του 19%, μετά τη βελτίωση των παραγγελιών στις ΗΠΑ και την Ασία, σημείωσαν το τρίτο τρίμηνο, τα καθαρά κέρδη της δεύτερης μεγαλύτερης εταιρείας παραγωγής αθλητικών ειδών στον κόσμο, Adidas-Salomon AG.
Τα καθαρά κέρδη ανήλθαν σε 179 εκατ. ευρώ (227 εκατ. δολ.) ή 3,92 ευρώ ανά μετοχή, έναντι 150 εκατ. ευρώ ή 3,31 ευρώ ανά μετοχή, που ήταν πριν από ένα χρόνο, σύμφωνα με σχετική της ανακοίνωση. Εννέα οικονομικοί αναλυτές του Bloomberg News, προέβλεπαν κατά μέσον όρο, ότι τα κέρδη της Adidas-Salomon, θα ανήρχοντο σε 171 εκατ. ευρώ. Οι πωλήσεις, σημείωσαν αύξηση σε ποσοστό 5,4%, φθάνοντας στο 1,95 δισ. ευρώ.
Ο επικεφαλής της, Herbert Hainer, ο οποίος, παρουσίασε φθηνότερα αθλητικά παπούτσια, προς 85 δολ. το ζευγάρι στις ΗΠΑ, είπε τον μήνα που πέρασε, ότι η ανάπτυξη στην εν λόγω αγορά θα επιταχυνθεί με ρυθμό τουλάχιστον 10% το 2006, μετά την περυσινή συρρίκνωση, με αποτέλεσμα να ακολουθεί τις άλλες ανταγωνίστριές της, συμπεριλαμβανομένης και της Nike Inc.
«Το εννεάμηνο του 2004 ήταν πολύ καλό για την Adidas-Salomon, από οικονομικής άποψης», επισημαίνει ο Hainer στη δήλωσή του, συμπληρώνοντας: «Είμαστε έτοιμοι να αναθεωρήσουμε προς τα πάνω τον στόχο μας για το έτος, καθώς το σήμα μας κυριάρχησε στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας και στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου, στην Πορτογαλία».
Σημειώνεται, ότι, οι το ανεκτέλεστο των παραγγελιών, αυξήθηκε σε ποσοστό της τάξης του 2% στο τέλος του τριμήνου, μετά τη σημαντική αύξηση των παραγγελιών σε ποσοστό 23% από την Ασία.
Η Adidas, διατήρησε την πρόβλεψή της για τον ρυθμό αύξησης των κερδών της φέτος, στο 20% και των εσόδων της στο 5%, ενώ για το 2005 προβλέπει αύξηση των κερδών σε ποσοστό από 10% έως 15%.
Οι μετοχές της έχουν σημειώσει φέτος άνοδο 27%, έναντι ανόδου 1,8% του δείκτη DAX στη Φραγκφούρτη. Οι μετοχές της Nike έχουν σημειώσει άνοδο 21%.
Η μικρότερη ανταγωνίστριά της, γερμανική Puma AG, είχε μεγαλύτερη αύξηση των μετοχών της, κατά 45% φέτος, καθώς βελτίωσε την κερδοφορία της, μετά την προβολή των αθλητικών υποδημάτων και των ρούχων που παράγει.