Ομαδικά πυρά δέχθηκε χθες στη Βουλή το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, το οποίο, αν και συντάχθηκε με αφορμή την αναμόρφωση της φορολογίας στο πεδίο των ακινήτων, εξελίχθηκε σε πολυνομοσχέδιο περιλαμβάνοντας διατάξεις που αλλάζουν τα φορολογικά δεδομένα σε διάφορα πεδία. Εύλογα θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι το γεγονός πως ένα φορολογικό νομοσχέδιο προκαλεί αντιδράσεις δεν έχει λόγους να είναι αξιοσημείωτο.
Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική».
Ομαδικά πυρά δέχθηκε χθες στη Βουλή το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, το οποίο, αν και συντάχθηκε με αφορμή την αναμόρφωση της φορολογίας στο πεδίο των ακινήτων, εξελίχθηκε σε πολυνομοσχέδιο περιλαμβάνοντας διατάξεις που αλλάζουν τα φορολογικά δεδομένα σε διάφορα πεδία. Εύλογα θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι το γεγονός πως ένα φορολογικό νομοσχέδιο προκαλεί αντιδράσεις δεν έχει λόγους να είναι αξιοσημείωτο.
Ενα νέο φορολογικό νομοθέτημα δεν δημιουργείται για επιφέρει ελαφρύνσεις -ειδικά στην εποχή των εισοδηματικών περικοπών και των φορολογικών αφαιμάξεων- και ως τέτοιο δεν μπορεί παρά να δέχεται την επιθετική κριτική των θιγομένων. Αυτό λέει η θεωρία των «δυσαρεστημένων φορολογουμένων που φωνάζουν γιατί αναγκάζονται να πληρώσουν επιπλέον».
Θα ήταν ωστόσο πολύ βολικό, για την κυβέρνηση και τους εμπνευστές της φορολογικής πολιτικής, να παραμείνουμε σε αυτήν την προσέγγιση, την οποία έχουν χρησιμοποιήσει άλλωστε κατά κόρον τους τελευταίους μήνες τόσο ο υπουργός Οικονομικών όσο και οι συνεργάτες του για να αντικρούσουν τους επικριτές τους, αποφεύγοντας έτσι με αυτόν τον τρόπο να απαντήσουν επί της ουσίας στη σφοδρή κριτική που έχουν δεχθεί.
Η ευκαιριακή υπόδειξη κάποιων φοροενόχων απλώς διευκολύνει την αποποίηση των κυβερνητικών ευθυνών για:
Οι επιλογές αυτές οδηγούν σε πολύ μεγαλύτερη επιδείνωση της καταρρακωμένης και σχεδόν ανύπαρκτης πλέον σχέσης εμπιστοσύνης ανάμεσα στον πολίτη και το κράτος. Μιας σχέσης που οι περισσότεροι τείνουν να την καθορίζουν βάζοντας ευθέως στη ζυγαριά κυβερνητικά «δώρα και δωράκια» προς στοχευμένους αποδέκτες έναντι γενικών επιβαρύνσεων που διαχέονται και καλύπτουν τους πάντες.
Τα ερωτήματα προκύπτουν αβίαστα: Πόσο βιώσιμα μπορούν να είναι τα δημοσιονομικά πλεονάσματα, τα οποία εδράζονται σε φορολογικές ισορροπίες τρόμου, χωρίς να έχουν επιτευχθεί διαρκείς διαρθρωτικές βελτιώσεις τόσο στα έσοδα όσο και στα έξοδα; Και ακόμη, πόσο βιώσιμη μπορεί να είναι μια κυβερνητική πολιτική η οποία στηρίζεται σε μαζικές επιβαρύνσεις και επιλεκτικές διευκολύνσεις;
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - [email protected]