Η εξαγορά της Skype από τη Microsoft δεν περιορίζει τον ανταγωνισμό ούτε όσον αφορά την αγορά βιντεοκλήσεων για το ευρύ κοινό ούτε όσον αφορά την αγορά των επαγγελματικών επικοινωνιών, απεφάνθη το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η εξαγορά της Skype από τη Microsoft δεν περιορίζει τον ανταγωνισμό ούτε όσον αφορά την αγορά βιντεοκλήσεων για το ευρύ κοινό ούτε όσον αφορά την αγορά των επαγγελματικών επικοινωνιών, απεφάνθη το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Υπενθυμίζεται πως τον Σεπτέμβριο του 2011 η Microsoft κοινοποίησε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τη συγκέντρωση με την οποία σκοπούσε στην απόκτηση του ελέγχου της Skype. Η Cisco και η Messagenet, εταιρείες που παρέχουν υπηρεσίες και λογισμικό επικοινωνιών μέσω Διαδικτύου για τις επιχειρήσεις και το ευρύ κοινό, αντιστοίχως, υπέβαλαν στην Επιτροπή παρατηρήσεις που σκοπούσαν να αποδείξουν τα αποτελέσματα που θα προξενούσε η σχεδιαζόμενη συγχώνευση σε βάρος του ανταγωνισμού.
Τον Οκτώβριο του 2011 η Επιτροπή κήρυξε τη συγκέντρωση αυτή συμβατή με την εσωτερική αγορά, με τις Cisco και Messagenet να ασκούν, στη συνέχεια, ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προσφυγή ακύρωσης κατά της απόφασης της Επιτροπής.
Με τη σημερινή του απόφαση το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει, καταρχάς, ότι η Επιτροπή στην απόφασή της προέβη μόνο σε διάκριση μεταξύ των επικοινωνιών μέσω Διαδικτύου για το ευρύ κοινό και των επικοινωνιών για τις επιχειρήσεις, χωρίς να λάβει θέση επί του ζητήματος αν πρέπει να προσδιοριστεί στο εσωτερικό της κατηγορίας των επικοινωνιών για το ευρύ κοινό η ύπαρξη πιο στενών αγορών αναφοράς. Συγκεκριμένα, διαπίστωσε ότι η συγκέντρωση δεν θέτει προβλήματα στον ανταγωνισμό, ακόμα και στις στενότερες δυνατές αγορές.
Στο πλαίσιο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι, ακόμη και αν η εξαγορά της Skype δίνει τη δυνατότητα στη Microsoft να διατηρήσει μερίδιο 80% έως 90% σε ένα τμήμα των επικοινωνιών για το ευρύ κοινό, το οποίο αφορά τις βιντεοκλήσεις από υπολογιστές που λειτουργούν σε περιβάλλον Windows, ήτοι του λειτουργικού συστήματος που ανέπτυξε η Microsoft, τα μερίδια αγοράς καθώς και ο βαθμός συγκέντρωσης σε αυτό το τμήμα της αγοράς δεν είναι ενδεικτικά μιας τέτοιας ισχύος στην αγορά που θα έδινε τη δυνατότητα στη Microsoft να βλάψει σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά.
Το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει επίσης ότι, με εξαίρεση τους υπολογιστές που λειτουργούν σε περιβάλλον Windows, στις υπόλοιπες πλατφόρμες οι ανταγωνιστές της Microsoft διατηρούν μερίδια αγοράς αρκετά σημαντικά, ώστε να αποτελούν δίκτυα επικοινωνίας με βαθμό χρήσης και ελκυστικότητα για τους χρήστες τουλάχιστον εφάμιλλα αυτών της Skype και της Microsoft από κοινού.
Υπό τις συνθήκες αυτές και λαμβανομένου υπόψη ότι η Cisco και η Messagenet δεν κατόρθωσαν να αποδείξουν ότι η συγκέντρωση μπορεί να προκαλέσει βλάβη στον ανταγωνισμό στην αγορά των επικοινωνιών για το ευρύ κοινό, το Γενικό Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, όσον αφορά τη συγκεκριμένη αγορά, η εξετασθείσα συγχώνευση είναι συμβατή με τους κανόνες ανταγωνισμού της Ένωσης.
Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε, έτσι, το επιχείρημα της Cisco και της Messagenet ότι, χάρη στη συγκέντρωση αυτή, η Microsoft θα είχε τη δυνατότητα να επιφυλάξει στο δικό της προϊόν στην αγορά επαγγελματικών επικοινωνιών, το Lync, προνομιακή διαλειτουργικότητα με το Skype και τη μεγάλη βάση χρηστών του, σε βάρος των ανταγωνιστών του.