Βελτίωση των όρων στα δάνεια που λαμβάνει η Ελλάδα από τους διεθνείς εταίρους της, όπως μείωση των επιτοκίων και επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής, ζητεί ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας, προκειμένου να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος.
Βελτίωση των όρων στα δάνεια που λαμβάνει η Ελλάδα από τους διεθνείς εταίρους της, όπως μείωση των επιτοκίων και επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής, ζητεί ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας, προκειμένου να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος.
Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Liberation», ο ΥΠΟΙΚ υπενθυμίζει ότι η Ελλάδα ξεκίνησε, το 2009, από ένα έλλειμμα 10% του ΑΕΠ και, τέσσερα χρόνια αργότερα, πέτυχε ένα πρωτογενές πλεόνασμα, δηλαδή μια προσπάθεια της τάξης του 20% του ΑΕΠ, κάτι που, όπως τονίζει, είναι αδύνατο σε τόσο σύντομο χρόνο. «Καιρός είναι να δεχθούμε μια επιπρόσθετη βοήθεια για να πετύχουμε τους στόχους μας», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, ο «ιδανικός» τρόπος με τον οποίο οι πιστωτές - ουσιαστικά, τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης - θα μπορούσαν να βοηθήσουν είναι «να δωρίσουν στην Ελλάδα το ήμισυ του χρέους». «Ξέρουμε όμως ότι κάτι τέτοιο δεν θα γίνει, δεν είναι ρεαλιστικό», σημειώνει .
«Για να χορέψουμε όμως ταγκό, χρειάζονται δύο. Μέχρι στιγμής, δεν έχουμε πάρει κανένα δώρο», τονίζει ο ΥΠΟΙΚ, σημειώνοντας πως η Ελλάδα έχει επωφεληθεί από δάνεια των κρατών - μελών της Ευρωζώνης και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, δάνεια που παράγουν τόκους και τα οποία εξοφλούμε.
«Αυτό που ζητάμε απλά είναι καλύτερους όρους που θα μπορούσαν να πάρουν τη μορφή της μείωσης των επιτοκίων, καθώς και σημαντική επιμήκυνση της αποπληρωμής. Αν δεν γίνει αυτό, η Ελλάδα θα πρέπει να πετύχει τεράστια δημοσιονομικά πλεονάσματα, ώστε να γίνει το χρέος βιώσιμο, άρα να επιβληθούν νέες θυσίες στον ελληνικό λαό», υπογραμμίζει ο κ. Στουρνάρας στη «Liberation».
Ερωτηθείς αν η Ελλάδα θα ήταν έτοιμη να αποδεχθεί ένα είδος ανταλλαγής, δηλ. για κάθε μεταρρύθμιση να υπάρχει μείωση του χρέους, ο υπουργός εκτιμά πως αυτή θα ήταν η καλύτερη λύση. «Αλλά αυτό, στην πράξη, θα σημαίνει επανέναρξη μια ευαίσθητης συζήτησης για ένα νέο κούρεμα, μετά το κούρεμα του 2012 που έγινε στον ιδιωτικό τομέα. Μια τέτοια συζήτηση δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με τη συναίνεση της Ευρωζώνης», σημειώνει.
Στην παρατήρηση ότι η τρόικα «δεν μοιάζει ιδιαίτερα ικανοποιημένη και δεν έδωσε πάντα το πράσινο φως για την αποδέσμευση των δόσεων κάθε φορά», ο υπουργός αναφέρει πως «οι διαπραγματεύσεις αγγίζουν θέματα πολύ λεπτά από κοινωνικής και πολιτικής απόψεως, είτε αυτά αφορούν τις απολύσεις είτε τους πλειστηριασμούς σε περίπτωση μη εξόφλησης των δανείων, που για την ώρα τούς έχουμε παγώσει».
«Κοντά στην έξοδο από το τούνελ»
Ο Γιάννης Στουρνάρας εκφράζει, παράλληλα, την πεποίθηση ότι «η χώρα είναι, πλέον, πολύ κοντά στην έξοδο του τούνελ» και τονίζει πως η τρόικα «θα πρέπει να κατανοήσει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να συνεχίσει την αύξηση των φόρων και τη μείωση μισθών και συντάξεων».
Ερωτηθείς κατά πόσον μπορεί να θεωρηθεί «αξιόπιστη» η επιστροφή στην ανάπτυξη το 2014 και κατά πόσον θα υπάρξει από φέτος ισοσκελισμός του προϋπολογισμού (εκτός του κόστους για την αποπληρωμή του χρέους), ο υπουργός αναφέρει: «Το ΔΝΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχουν επιβεβαιώσει τις προβλέψεις μας: το 2014, θα πρέπει να πετύχουμε μια ανάπτυξη 0,5 ή 0,6% του ΑΕΠ και αυτό μετά από πέντε χρόνια ύφεσης (από το 2008 έως το 2013). Ήδη το 2013, η ύφεση είναι πολύ χαμηλότερη από την αναμενόμενη: στις αρχές του χρόνου περιμέναμε 5,5% και τώρα περιμένουμε 4%». Μάλιστα, ο ΥΠΟΙΚ εκτιμά ότι η ύφεση θα μπορούσε να φθάσει ακόμα και στο 3,8%.
Σχετικά με τον προϋπολογισμό, ο υπουργός επιβεβαιώνει την πρόβλεψη για ένα «μικρό πρωτογενές πλεόνασμα» (πέραν του κόστους του χρέους) ύψους 340 εκατ. ευρώ, ήδη από το τέλος του χρόνου. Για το 2014, εκτιμά ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα φθάσει τα 2,8 δισ. ευρώ. «Είμαστε πολύ κοντά στην έξοδο από το τούνελ», τονίζει.
«Φοροδιαφυγή και φορολογικές εξαιρέσεις ευθύνονται για τα χαμηλά έσοδα»
Σε άλλο σημείο της συνέντευξής του ο υπουργός Οικονομικών αναφέρεται στο πρόβλημα της φοροδιαφυγής, που δεν έχει ακόμα αντιμετωπιστεί. «Στην πραγματικότητα, έχουμε να κάνουμε με το εξής παράδοξο: παρ' ότι οι ονομαστικοί φορολογικοί δείκτες βρίσκονται στον μέσο όρο και ίσως πιο πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, εντούτοις τα έσοδα σε ποσοστά του ΑΕΠ είναι κάτω του μέσου όρου», σημειώνει.
Δύο είναι οι παράγοντες που, σύμφωνα με τον υπουργό, ερμηνεύουν το χαμηλό επίπεδο των εσόδων: η μεγάλη φοροδιαφυγή και οι πολλαπλές φορολογικές εξαιρέσεις. Όπως λέει, πρέπει να εξαλειφθούν οι φορολογικές εξαιρέσεις, που είναι περισσότερες απ' ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη, «όπως για τα νησιά που έχουν χαμηλότερο ΦΠΑ απ' ότι στην υπόλοιπη Ελλάδα ή για τους αγρότες που θα αρχίσουν να φορολογούνται από το 2015».
Πηγή: ΑΜΠΕ