Το 39% των 16 μεγαλύτερων ελληνικών επιχειρήσεων παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τις πρακτικές που εφαρμόζουν για την καταπολέμηση της διαφθοράς, σύμφωνα με τη νέα έρευνα της Διεθνούς Διαφάνειας-Ελλάδας: «Διαφάνεια εταιρικής πληροφόρησης: Αξιολόγηση του επιπέδου δημοσιοποίησης του προγράμματος καταπολέμησης της διαφθοράς από τις μεγαλύτερες ελληνικές επιχειρήσεις». Ο τομέας των τηλεπικοινωνιών βρίσκεται στην κορυφή της κατάταξης, με δύο εταιρίες του κλάδου να καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις.
Το 39% των 16 μεγαλύτερων ελληνικών επιχειρήσεων παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τις πρακτικές που εφαρμόζουν για την καταπολέμηση της διαφθοράς, σύμφωνα με τη νέα έρευνα της Διεθνούς Διαφάνειας-Ελλάδας: «Διαφάνεια εταιρικής πληροφόρησης: Αξιολόγηση του επιπέδου δημοσιοποίησης του προγράμματος καταπολέμησης της διαφθοράς από τις μεγαλύτερες ελληνικές επιχειρήσεις». Ο τομέας των τηλεπικοινωνιών βρίσκεται στην κορυφή της κατάταξης, με δύο εταιρίες του κλάδου να καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις.
Ο Πρόεδρος της Διεθνούς Διαφάνειας-Ελλάδος επισήμανε: «Μέσα από αυτή την πιλοτική έρευνα, με χαρά διαπιστώσαμε ότι οι μεγαλύτερες εταιρείες, στην πλειοψηφία τους, αναγνωρίζουν την αξία της ανάπτυξης και δημοσιοποίησης προγραμμάτων καταπολέμησης της διαφθοράς, ενισχύοντας τη διαφάνεια στη λειτουργία των επιχειρήσεών τους καθώς και την αξιοπιστία της επιχειρηματικότητας στη χώρα μας».
Η Έκθεση, η οποία βασίστηκε σε μεθοδολογία που έχει αναπτύξει η Διεθνής Διαφάνεια παγκοσμίως, αξιολογεί την πρόσβαση των πολιτών στην εταιρική πληροφόρηση, βάσει των στοιχείων που παρουσιάζονται στους επίσημους ιστοτόπους των 16 μεγαλύτερων ελληνικών επιχειρήσεων.
Δεν αξιολογείται ο βαθμός έκθεσης των εκάστοτε επιχειρήσεων στη διαφθορά ή η ποιότητα/ αποτελεσματικότητα της εφαρμογής των πρακτικών καταπολέμησής της.
Συνεπώς, τονίζεται πως δεν σημαίνει ότι για τις εταιρείες που έλαβαν χαμηλή/μηδενική βαθμολογία υιοθετούν διεφθαρμένες πρακτικές, αλλά απλώς ότι δεν δίνεται η δυνατότητα στους πολίτες να ενημερωθούν για τον τρόπο που την καταπολεμούν, μέσα από πολιτικές και προγράμματα. Ειδικότερα, εντοπίστηκαν περιπτώσεις όπου εταιρίες δεν έχουν site και συνεπώς έλαβαν μηδενική βαθμολογία. Στις περιπτώσεις αυτές, αποκλείεται η δυνατότητα στους πολίτες να λάβουν γνώση των πρακτικών ή των προσπαθειών της επιχείρησης για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
Σύμφωνα με τη Διεθνή Διαφάνεια, η ποικιλομορφία των αποτελεσμάτων μεταξύ των εταιρειών, οφείλεται στο γεγονός ότι η δημοσιοποίηση προγραμμάτων καταπολέμησης της διαφθοράς είναι στην εθελοντική ευχέρεια των επιχειρήσεων. Εντούτοις, η πλειοψηφία των υπό αξιολόγηση εταιριών έχει υιοθετήσει τη 10η αρχή του Οικουμενικού Συμφώνου του ΟΗΕ, σύμφωνα με την οποία «οι επιχειρήσεις οφείλουν να αντιτίθενται σε κάθε μορφής διαφθορά, συμπεριλαμβανομένων του εκβιασμού και της δωροδοκίας».
Η δέσμευση της διοίκησης των επιχειρήσεων για ανάπτυξη προγραμμάτων καταπολέμησης της διαφθοράς, η ευρεία δημοσιοποίηση στοιχείων για τις πολιτικές λειτουργίας των επιχειρήσεων και η υιοθέτηση και η εφαρμογή Κώδικα Δεοντολογίας για όλους τους συμμετόχους (προσωπικό, προμηθευτές, μέτοχοι, πελάτες, τοπική κοινωνία), είναι ορισμένες από τις προτάσεις που αναδεικνύει η Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς στην έκθεση για την καλύτερη επίδοση των επιχειρήσεων.