Ψήφο εμπιστοσύνης δίνει για μια ακόμη φορά στην Ελλάδα η Morgan Stanley διά στόματος Πάολο Μπατόρι, επικεφαλής επενδυτικής στρατηγικής για ομόλογα, ο οποίος τονίζει ότι οι μακροοικονομικές προοπτικές για την Ελλάδα είναι καλύτερες από τη γενική αντίληψη.
Ψήφο εμπιστοσύνης δίνει για μια ακόμη φορά στην Ελλάδα η Morgan Stanley διά στόματος Πάολο Μπατόρι, επικεφαλής επενδυτικής στρατηγικής για ομόλογα, ο οποίος - σύμφωνα με την αναφορά του οίκου που τιτλοφορείται «Ελλάδα: Γατί το πιστωτικό ρίσκο είναι χαμηλότερο από όσο ίσως πιστεύουμε» - τονίζει ότι οι μακροοικονομικές προοπτικές για την Ελλάδα είναι καλύτερες από τη γενική αντίληψη.
Ειδικότερα, ο αναλυτής της Morgan Stanley, σε παρουσίαση που έκανε η επενδυτική εταιρεία στο Λονδίνο τη Δευτέρα 11 Νοεμβρίου αναφέρει ότι η ανάπτυξη θα σταθεροποιηθεί το επόμενο έτος, λόγω του ότι έχουν ήδη απορροφηθεί με επιτυχία τα 4 μεγάλα σοκ, δηλαδή οι ανησυχίες για έξοδο από το ευρώ, η πιστωτική συρρίκνωση, η λιτότητα και οι διαρθρωτικές αλλαγές.
Σύμφωνα με τον οίκο, τα στατιστικά δεδομένα προκαλούν μια μεικτή εικόνα, αλλά η αίσθηση που δημιουργείται δείχνει ένα καλό κλίμα. Επίσης η ανταγωνιστικότητα έχει αυξηθεί, αν και οι εξαγωγές δεν έχουν ακόμη ωφεληθεί, ενώ και ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος επιτυγχάνεται.
Ο οίκος θεωρεί ακόμη ότι η πολιτική κατάσταση αποτελεί ρίσκο, αλλά δεν μπορεί να έχει ριζικές επιπτώσεις στην πορεία που έχει συμφωνηθεί.
Στην ανάλυση επισημαίνεται επίσης ότι το βάρος του χρέους είναι υπερεκτιμημένο, με το σκεπτικό ότι εάν η αξία του χρέους υπολογιστεί με βάση την αξία των ομολόγων στην ελεύθερη αγορά, τότε ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ πέφτει από το 170% στο 120% (σ.σ.: η ανάλυση αυτή, βέβαια, δεν λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι τα ομόλογα πρέπει να πληρωθούν στην ονομαστική τους αξία στη λήξη τους).
Επισημαίνεται επίσης ότι σταδιακά θα βελτιώνεται η δυνατότητα αναχρηματοδότησης του χρέους, καθώς θα υπάρχει πρόοδος στα δημοσιονομικά και το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους θα μειώνεται.
Ο αναλυτής της Morgan Stanley συνιστά και πάλι, όπως και το Μάιο, αγορά ελληνικών ομολόγων, εκτιμώντας ότι η μακροπρόθεσμη προοπτική απόδοσης σε σχέση με το ρίσκο είναι πολύ ελκυστική.
Συγκρίνει, μάλιστα, τα ελληνικά ομόλογα με τα πορτογαλικά, εκτιμώντας ότι τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου προσφέρουν καλύτερες προοπτικές στο θετικό σενάριο, ενώ ταυτόχρονα παρέχουν και καλύτερη προστασία σε περίπτωση του αρνητικού σεναρίου.