Οικονομία & Αγορές
Δευτέρα, 20 Ιανουαρίου 2003 16:10

Διεύρυνση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών το Νοέμβριο του 2002

Tο Νοέμβριο του 2002 το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρουσίασε έλλειμμα 1.471 εκατ. ευρώ, δηλαδή κατά 141 εκατ. ευρώ υψηλότερο του Νοεμβρίου 2001. Η εξέλιξη αυτή ήταν αποτέλεσμα κυρίως της διεύρυνσης του εμπορικού ελλείμματος των εκτός καυσίμων αγαθών και δευτερευόντως του περιορισμού του πλεονάσματος του ισοζυγίου των υπηρεσιών. Αντίθετα, το πλεόνασμα του ισοζυγίου των μεταβιβάσεων διευρύνθηκε και το έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων περιορίστηκε.

Ειδικότερα, η αύξηση της δαπάνης για εισαγωγές αγαθών εκτός καυσίμων και ο περιορισμός των εισπράξεων από τις αντίστοιχες εξαγωγές συνετέλεσαν στην αύξηση του εμπορικού ελλείμματος, ενώ οι καθαρές εισαγωγές καυσίμων παρέμειναν περίπου στο επίπεδο του Νοεμβρίου του 2001.

Εξάλλου, ο περιορισμός του πλεονάσματος του ισοζυγίου των υπηρεσιών προήλθε κυρίως από την εμφανιζόμενη μείωση των καθαρών εισπράξεων από ταξιδιωτικές υπηρεσίες. Υπενθυμίζεται εδώ ότι οι ταξιδιωτικές εισπράξεις και πληρωμές από το Μάιο του 2002 υπολογίζονται με βάση δειγματοληπτική έρευνα («έρευνα συνόρων») και για το λόγο αυτό τα σχετικά στοιχεία δεν είναι απολύτως συγκρίσιμα με εκείνα προηγούμενων περιόδων.

Ειδικότερα, η μεγάλη μείωση που παρατηρείται το μήνα Νοέμβριο του 2002 τόσο στις καταγραφόμενες εισπράξεις όσο και στις αντίστοιχες πληρωμές οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι αυτές αφορούν δαπάνες που έγιναν από τους ταξιδιώτες το συγκεκριμένο μήνα, ενώ το 2001, σύμφωνα με τη μέθοδο που τότε εφαρμοζόταν, οι σχετικές χρηματικές ροές που καταγράφονταν μέσω του τραπεζικού συστήματος για το μήνα αναφοράς είναι δυνατόν να περιελάμβαναν και δαπάνες ταξιδιωτών που έγιναν σε προηγούμενους μήνες.

Το έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων μειώθηκε το Νοέμβριο του 2002 κυρίως λόγω του περιορισμού των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη. Τέλος, η άνοδος του πλεονάσματος του ισοζυγίου των μεταβιβάσεων αντανακλά την άνοδο των καθαρών εισπράξεων της γενικής κυβέρνησης από την ΕΕ το μήνα αυτό.

Στο ενδεκάμηνο Ιανουαρίου - Νοεμβρίου 2002 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά 791 εκατ. ευρώ έναντι εκείνου της αντίστοιχης περιόδου του 2001, και διαμορφώθηκε σε 7.851 εκατ. ευρώ.

Η εξέλιξη αυτή αντανακλά κυρίως τον περιορισμό του πλεονάσματος του ισοζυγίου των μεταβιβάσεων και τη διεύρυνση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου. Η τελευταία συνδέεται τόσο με την αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου των αγαθών εκτός καυσίμων, όσο και με την άνοδο των καθαρών εισαγωγών καυσίμων.

Μικρή αύξηση παρατηρήθηκε και στο έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων. Οι εξελίξεις αυτές αντισταθμίστηκαν μόνο εν μέρει από τη σημαντική άνοδο του πλεονάσματος του ισοζυγίου των υπηρεσιών.

Το εμπορικό έλλειμμα εκτός καυσίμων αυξήθηκε κατά 568 εκατ. ευρώ στο ενδεκάμηνο Ιανουαρίου - Νοεμβρίου 2002, λόγω της σημαντικής μείωσης (κατά 647 εκατ. ευρώ) των εισπράξεων από εξαγωγές και παρά τη μικρή μείωση των πληρωμών για εισαγωγές (κατά 80 εκατ. ευρώ). Ταυτόχρονα, οι καθαρές εισαγωγές καυσίμων αυξήθηκαν κατά 318 εκατ. ευρώ.

Την ίδια περίοδο, το πλεόνασμα του ισοζυγίου των υπηρεσιών αυξήθηκε, καθώς η μείωση των καθαρών εισπράξεων από μεταφορικές υπηρεσίες υπεραντισταθμίστηκε από την εμφανιζόμενη σημαντική άνοδο των καθαρών εισπράξεων από ταξιδιωτικές και λοιπές υπηρεσίες, η οποία εν μέρει οφείλεται στην αλλαγή της μεθοδολογίας καταγραφής των μεγεθών του ταξιδιωτικού ισοζυγίου που αναφέρθηκε προηγουμένως. Το έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων διευρύνθηκε ελαφρά κυρίως λόγω της μείωσης των καθαρών εισπράξεων από αμοιβές και μισθούς.

Τέλος, στον περιορισμό του πλεονάσματος του ισοζυγίου των μεταβιβάσεων σε ολόκληρη την περίοδο Ιανουαρίου - Νοεμβρίου συνέβαλαν η υποχώρηση των καθαρών εισπράξεων των λοιπών (εκτός γενικής κυβέρνησης) τομέων, η αύξηση των πληρωμών του τομέα της γενικής κυβέρνησης και, σε μικρότερο βαθμό, η μείωση των μεταβιβάσεων από την ΕΕ.

Ισοζύγιο Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών

Τον Νοέμβριο του 2002 τόσο οι άμεσες επενδύσεις που έγιναν στο εξωτερικό από κατοίκους όσο και αυτές που έγιναν στην Ελλάδα από μη κατοίκους κινήθηκαν σε χαμηλά επίπεδα. Στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου παρατηρήθηκε καθαρή εισροή ύψους 1.473 εκατ. ευρώ η οποία αντανακλά κυρίως επενδύσεις μη κατοίκων σε ελληνικά ομόλογα.

Oσον αφορά τις λοιπές επενδύσεις, παρατηρήθηκε μικρή καθαρή εισροή ύψους 82 εκατ. ευρώ, η οποία συνδέεται κυρίως με την αύξηση των καταθέσεων και των τοποθετήσεων σε repos από μη κατοίκους η οποία σχεδόν αντισταθμίστηκε από τη αύξηση των καταθέσεων των κατοίκων στο εξωτερικό και από την εκροή για αποπληρωμή δανείων του τομέα της Γενικής Κυβέρνησης.

Στο ενδεκάμηνο Ιανουαρίου - Νοεμβρίου 2002 παρατηρήθηκε καθαρή εκροή ύψους 517 εκατ. ευρώ στην κατηγορία των αμέσων επενδύσεων, η οποία αφορά κυρίως επενδύσεις στο εξωτερικό από κατοίκους. Την ίδια περίοδο σημειώθηκε σημαντική καθαρή εισροή ύψους 10.983 εκατ. ευρώ στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται με τη σημαντική εισροή κεφαλαίων ξένων επενδυτών, κυρίως για την αγορά ελληνικών ομολόγων και δευτερευόντως για την αγορά μετοχών. Επισημαίνεται ότι σημαντική είναι και η εκροή κεφαλαίων για αγορά κυρίως ομολόγων από Ελληνες επενδυτές. Η συνεχιζόμενη στροφή των ξένων και των Ελλήνων επενδυτών στην αγορά ομολόγων είναι αποτέλεσμα της επιφυλακτικότητας με την οποία οι επενδυτές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν τις διεθνείς κεφαλαιαγορές.

Στην κατηγορία των λοιπών επενδύσεων σημειώθηκε μικρή καθαρή εκροή 32 εκατ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται με σημαντική άνοδο των απαιτήσεων, η οποία όμως αντισταθμίστηκε σχεδόν πλήρως από ανάλογη αύξηση των υποχρεώσεων. Η σημαντική αύξηση των καταθέσεων και των τοποθετήσεων σε repos από μη κατοίκους και κατοίκους αντίστοιχα αποτελούν τον κύριο λόγο της ανόδου και στις δύο περιπτώσεις. Επιπλέον, όσον αφορά τις υποχρεώσεις πρέπει να σημειωθεί ότι η αποπληρωμή δανείων από τον τομέα της Γενικής Κυβέρνησης υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική.

Στο τέλος Νοεμβρίου 2002 τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας διαμορφώθηκαν σε 9,1 δισεκ. ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι, από την ένταξη της Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ τον Ιανουάριο του 2001, τα συναλλαγματικά διαθέσιμα, σύμφωνα με τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, περιλαμβάνουν μόνο το νομισματικό χρυσό, τη «συναλλαγματική θέση» στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τα «ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα» και τις απαιτήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος σε ξένο νόμισμα έναντι κατοίκων χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ.