Ο γρίφος γίνεται ολοένα και δυσκολότερος. Δεν είναι μόνο η επικείμενη ολοκλήρωση των γερμανικών εκλογών που θα κάνει τον επόμενο έλεγχο της τρόικας, μετά τις 22 Σεπτεμβρίου, πιο αυστηρό.
Ο γρίφος γίνεται ολοένα και δυσκολότερος. Δεν είναι μόνο η επικείμενη ολοκλήρωση των γερμανικών εκλογών που θα κάνει τον επόμενο έλεγχο της τρόικας, μετά τις 22 Σεπτεμβρίου, πιο αυστηρό.
Ακόμη σημαντικότερο είναι το γεγονός ότι έχει πλέον ανοίξει η συζήτηση για τα δύο πιο καυτά θέματα που αφορούν την ελληνική υπόθεση: Πρώτον, το κενό χρηματοδότησης που προκύπτει, καθώς το 2014 τελειώνει το ελληνικό πρόγραμμα χωρίς να έχει επιτύχει τον πολυπόθητο στόχο, δηλαδή να φέρει την Ελλάδα πιο κοντά στον ελεύθερο δανεισμό από τις διεθνείς αγορές ομολόγων. Δεύτερον, τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, για την οποία τα στοιχεία του μελλοντικού αδιεξόδου είναι γνωστά αλλά ουδείς στην επίσημη Ευρώπη τολμά, προς το παρόν, να αποδεχθεί το γεγονός ότι ακόμη κι αν διατηρούσαμε από εδώ και στο εξής πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα, ο περιορισμός του ελληνικού χρέους σε επίπεδα ανεκτά θα εξακολουθούσε, με τα σημερινά δεδομένα, να είναι ένα παράτολμο στοίχημα.
Και τα δύο αυτά θέματα είναι τόσο «καυτά» όχι μόνο γιατί η επίλυσή τους μοιάζει με το γόρδιο δεσμό, αλλά και γιατί η συζήτησή τους προϋποθέτει ότι θα υπάρξει παραδοχή του γεγονότος ότι η υλοποίηση του ελληνικού προγράμματος στηρίχθηκε σε λάθος παραδοχές και υποθέσεις.
Καθώς, λοιπόν, η αντιμετώπισή τους σπρώχνεται συνέχεια προς το μέλλον, με βάση την προχωρημένη τεχνική τού ...«έτσι χωρίς πρόγραμμα», το βάρος των δανειστών μας πέφτει στην εσωτερική διαχείριση σε τομείς που μακροπρόθεσμα θα μπορούσαν, πράγματι, να προσφέρουν πολλά στην αλλαγή της εικόνας της οικονομίας, αλλά προς το παρόν δεν είναι ικανοί να συμβάλουν στο ελάχιστο, κυρίως λόγω της ελληνικής ανικανότητας να πετύχει ορθολογική λειτουργία του κράτους.
Η κυβέρνηση έχει ήδη γίνει δέκτης δύο τελεσίγραφων της τρόικας, που αφορούν ισάριθμους τομείς πολιτικής και βασικά πεδία προαπαιτούμενων: Ο πρώτος αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις, όπου η τρόικα ζητεί -ούτε λίγο ούτε πολύ- να σταματήσουμε τα αστεία και να προχωρήσουμε άμεσα σε πωλήσεις ή και ρευστοποιήσεις επιχειρήσεων, καθώς και σε πωλήσεις -και όχι μακροχρόνιες παραχωρήσεις- ακινήτων. Ο δεύτερος έχει να κάνει με τις ελληνικές επιδόσεις στη φοροδιαφυγή, οι οποίες παραμένουν ακλόνητες. Ισως αν υπήρχε μεθοδική και οργανωμένη αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, καθώς και ειλικρινής προσπάθεια σύλληψης της φοροδιαφυγής, να καταγράφαμε αποτελέσματα έπειτα από δέκα χρόνια. Ομως, το ότι θα καταφέρουμε ύστερα από τρία χρόνια σχεδόν μηδενικής αποτελεσματικότητας και στους δύο τομείς να καταγράψουμε επιτυχίες μέσα σε λίγους μήνες, μπορεί να το ισχυρίζεται μόνο μια τρόικα που δεν θέλει να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει σ’ αυτόν το τόπο και μια κυβέρνηση που έχει συνηθίσει να περνά από την αλήθεια στο ψέμα με μεγάλη άνεση.
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - [email protected]