Αν χρειαστεί νέο πακέτο στήριξης για την Ελλάδα αυτό θα είναι της τάξης των 10 δισ. ευρώ, δηλώνει σε συνέντευξή του σε κυριακάτικη εφημερίδα ο Γ. Στουρνάρας. «Δεν μιλάμε για νέο μνημόνιο», επισημαίνει και υποστηρίζει πως «δεν υπάρχει περίπτωση» νέου κουρέματος στο χρέος.
Λίγες ώρες μετά τις δηλώσεις του Επιτρόπου Έτινγκερ για το ύψος του νέου πακέτου στήριξης της Ελλάδας, και ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας δηλώνει σε συνέντευξή του σε κυριακάτικη εφημερίδα, ότι η νέα βοήθεια θα είναι της τάξης των 10 δισ. ευρώ.
«Αν χρειαστεί περαιτέρω στήριξη η Ελλάδα, αυτή θα είναι της τάξεως των 10 δισ. ευρώ, πολύ μικρό ποσό δηλαδή συγκριτικά με τα προηγούμενα μνημόνια. Και δε μιλάμε για νέο μνημόνιο, αλλά για ένα πακέτο οικονομικής στήριξης, χωρίς νέους όρους. Εξάλλου, μέχρι το 2016 έχουν τεθεί οι στόχοι -οι υποχρεώσεις μας- και δε μπορούν να απαιτηθούν άλλα μέτρα, ούτε να τεθούν άλλοι στόχοι», αναφέρει ο υπουργός Οικονομικών σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα».
Σημειώνεται ότι σε δηλώσεις του στην εφημερίδα Welt am Sonntag, ο Επίτροπος Ενεργείας της Ε.Ε. - και μέλος του κόμματος της Άγκελας Μέρκελ- Γκίντερ Έτινγκερ εκτίμησε ότι το νέο πακέτο αναμένεται να είναι λίγο πάνω απο 10 δισ. ευρώ.
«Θα είναι ένα διαχειρίσιμο ποσό. Προσωπικά περιμένω να είναι λίγο περισσότερο από 10 δισεκατομμύρια ευρώ. Το πρόγραμμα θα καλύπτει τα έτη 2014-2016», ήταν η δήλωσή του - η πιο συγκεκριμένη ανώτερου γερμανού πολιτικού σχετικά με το πιθανό μέγεθος ενός νέου πακέτου διάσωσης, από τότε που αυτό έγινε θέμα της προεκλογικής εκστρατείας στη Γερμανία την περασμένη εβδομάδα.
Όσο για το ενδεχόμενο νέου κουρέματος του χρέους, ο Γιάννης Στουρνάρνας ξεκαθαρίζει ότι «δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση», επισημαίνοντας πως «υπάρχει νομική βάση από την απόφαση του Eurogroup του Νοεμβρίου του 2012 για επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής του χρέους και για μείωση του επιτοκίου δανεισμού μας, κι αυτά θα γίνουν».
Ερωτηθείς για τις δυνατότητες της Ελλάδες να δανειστεί από τις αγορές, ο κ. Κ. Στουρνάρας απαντά ότι «δεν έχουμε τις δύο απαραίτητες προϋποθέσεις για να βγούμε στις αγορές, που είναι, πρώτον, η ύπαρξη πρωτογενούς πλεονάσματος και, δεύτερον, η εμφάνιση θετικού ρυθμού ανάπτυξης στο ΑΕΠ για δύο συνεχόμενα τρίμηνα».
«Στο τέλος του έτους θα κριθεί αν θα έχουμε τελικά πρωτογενές πλεόνασμα φέτος ή θα το πετύχουμε την επόμενη χρονιά», σημειώνει και «με βάση τα αποτελέσματα του 2013 θα ληφθούν και οι αποφάσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σχετικά με το ποσό της νέας χρηματοδότησης, την επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής του χρέους μας και τη μειωση των επιτοκίων δανεισμού μας».
Ο κ. Στουρνάρας εκτιμά ότι υπάρχει θετική τάση στα έσοδα τους τελευταίους μήνες. «Υπάρχει πολύ ψωμί για έσοδα από τις offsore. Εχουν εντοπιστεί 10 χιλιάδες από τις οποίες έχει ελεγχεί μόνο 41 και έχουν αποδώσει έσοδα 13 εκατ. ευρώ. Αν οι 41 δίνουν 13 εκατ. φανταστείτε οι 10.000 offsore τι έσοδα μπορούν να φέρουν», αναφέρει χαρακτηριστικά, αναγνωρίζει ωστόσο ότι το υπουργείο κινείται αργά, δεν διαθέτει τεχνογνωσία για τέτοιου είδους ελέγχους και υπάρχει δισταγμός στον καταλογισμό φόρων.
Σύμβουλος Σόιμπλε: Αναπόφευκτη η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους
Σε δηλώσεις του πάντως, ο γερμανός οικονομολόγος και σύμβουλος του Βόλφκανγκ Σόιμπλε, Γιόργκ Ρόχολ, θεωρεί αναπόφευκτη μία νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
Μιλώντας στη Realnews σημειώνει πως «το τρέχον επίπεδο του χρέους είναι πολύ υψηλό και θα συνεχίσει να αυξάνεται, παρά την πρόοδο που έχει κάνει η Ελλάδα με το πρωτογενές πλεόνασμά της, δηλαδή τον κρατικό προϋπολογισμό της, χωρίς τις πληρωμές τόκων. Όμως ακόμη και με ένα ένα σημαντικό κούρεμα, για παράδειγμα, του μισού της χρέους, η Ελλάδα πρέπει να βελτιώσει το πρωτογενές πλεόνασμά της προκειμένου να είναι σε θέση να επωμιστεί το επίπεδο του χρέους της μετά από μια αναδιάρθρωση».
Στην ερώτηση αν η συνταγή λιτότητας είναι σωστή για την αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης, απαντά ότι «αναμφίβολα η Ελλάδα έχει υποστεί σημαντικά μέτρα λιτότητας», πιστεύει, όμως, ότι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι πιο αναγκαίες από ποτέ και αυτές θα πρέπει «να περιλαμβάνουν τη βελτίωση του φορολογικού συστήματος, έτσι ώστε να μπορούν και οι πιο ισχυροί να συμβάλλουν περισσότερον στην εξυγίανση των κρατικών προϋπολογισμών».
Τέλος, θεωρεί ότι ο στόχος του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων των 50 δισ., «είναι σίγουρα μη ρεαλιστικός τη δεδομένη χρονική στιγμή» υπενθυμίζει ότι «το ΔΝΤ είχε ήδη επισημάνει το 2011 ότι η ελληνική κυβέρνηση κατέχει σημαντική ακίνητη περιουσία που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη μείωση του δημόσιου χρέους» και καταλήγει: «Αλλά και πάλι, και εδώ πρέπει να γίνουν περισσότερα για τη βελτίωση του νομικού και θεσμικού πλαισίου για τους πιθανούς επενδυτές».