Τι ακριβώς σημαίνει «παίρνει πάνω του το θέμα των πλειστηριασμών ο πρωθυπουργός»; Από την ευρεία υπουργική σύσκεψη που έγινε χθες το πρωί στο Μέγαρο Μαξίμου, το μήνυμα περί της ανάληψης της ευθύνης από τον ίδιο τον κ. Σαμαρά για το θέμα της επαναφοράς ή όχι των πλειστηριασμών σε ακίνητα πρώτης κατοικίας ήταν αυτό που αποτέλεσε το κεντρικό σημείο αναφοράς της συνάντησης.
Τι ακριβώς σημαίνει «παίρνει πάνω του το θέμα των πλειστηριασμών ο πρωθυπουργός»; Από την ευρεία υπουργική σύσκεψη που έγινε χθες το πρωί στο Μέγαρο Μαξίμου, το μήνυμα περί της ανάληψης της ευθύνης από τον ίδιο τον κ. Σαμαρά για το θέμα της επαναφοράς ή όχι των πλειστηριασμών σε ακίνητα πρώτης κατοικίας ήταν αυτό που αποτέλεσε το κεντρικό σημείο αναφοράς της συνάντησης.
Ωστόσο, δεν κατέστη σαφές πώς ακριβώς αναλαμβάνει ο ίδιος το θέμα. Αν δηλαδή έχει στο συρτάρι του κάποια λύση που θα αντιμετωπίσει το πρόβλημα ή αν πρόκειται να αναζητήσει κάτι τέτοιο.
Αν σκοπεύει να «παγώσει» οριστικά την ανακίνηση του θέματος, θέτοντας κόκκινη γραμμή προς την τρόικα ή αν απλώς προσπαθεί να καθυστερεί την έναρξη των πλειστηριασμών έως τότε που έχει τη δυνατότητα, δηλαδή έως το τέλος του έτους. Προφανώς, δεν αμφισβητείται η ικανότητα του πρωθυπουργού να «κλείσει» ή να «ανοίξει» το θέμα όποτε εκείνος επιθυμεί ή να θέσει τα όρια των διαπραγματεύσεων με την τρόικα.
Εκείνο που αμφισβητείται είναι οι κυβερνητικές μεθοδεύσεις, ιδιαίτερα στον επικοινωνιακό τομέα, σε ένα τόσο σοβαρό πεδίο όπως οι πλειστηριασμοί ακινήτων, το οποίο θα μπορούσε από μόνο του να τινάξει στον αέρα την κυβερνητική συνοχή. Πρώτα απ’ όλα, δεν έχει αποσαφηνιστεί αν οι πλειστηριασμοί είναι θέμα πολιτικό, τεχνικό ή υποχρέωση μνημονίου.
Αν πιστεύουμε ότι είναι μια καθαρά πολιτική υπόθεση που απαιτεί πολιτικές αποφάσεις, κακώς ανοίγουμε την τεχνική συζήτηση, αφού ο δρόμος είναι πολύ συγκεκριμένος και το πολιτικό κόστος πολύ μεγάλο για να αναληφθεί. Αν πάλι θεωρούμε ότι είναι τεχνικό ζήτημα, ως τέτοιο οφείλουμε να το αντιμετωπίσουμε με τεχνοκρατικές λύσεις, χωρίς περιττές πολιτικές συζητήσεις που το περιπλέκουν ακόμη περισσότερο.
Αν πάλι είναι θέμα θεσμικής υποχρέωσης έναντι του προγράμματος στήριξης που δεχόμαστε, κακώς ανοίγουμε οποιαδήποτε συζήτηση, αφού είναι γνωστό ότι, στις διαπραγματεύσεις αυτές, γίνεται ένας ευρύς διάλογος και, στο τέλος, εφαρμόζεται αυτό που προτείνει η τρόικα.
Προφανώς, μια αντιμετώπιση οργανωμένη και με συγκεκριμένα κριτήρια αξιολόγησης κατά περίπτωση, που θα λαμβάνει υπόψη της τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε δανειολήπτη, θα ήταν πιο κοντά στην πραγματικότητα. Το να «πάρει το θέμα πάνω του ο πρωθυπουργός» μόνο πρόσκαιρα και αμφισβητούμενα επικοινωνιακά οφέλη μπορεί να προσφέρει, αλλά οπωσδήποτε όχι σοβαρή και βιώσιμη λύση.
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - [email protected]