Την εκτίμηση ότι η Ελλάδα μπορεί να αποφύγει το δημοσιονομικό κενό τη διετία 2015-2016, παρά τις αντίθετες προβλέψεις των εταίρων της, εξέφρασε ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Στουρνάρας σε συνέντευξή του στο Reuters.
Την εκτίμηση ότι η Ελλάδα μπορεί να αποφύγει το δημοσιονομικό κενό τη διετία 2015-2016, παρά τις αντίθετες προβλέψεις των εταίρων της, εξέφρασε ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Στουρνάρας σε συνέντευξή του στο Reuters.
Σε αντίθεση συγκεκριμένα με τις τελευταίες προβλέψεις των ευρωπαίων δανειστών, ότι η Ελλάδα θα βρεθεί αντιμέτωπη με δημοσιονομικό κενό της τάξης του 2% του ΑΕΠ της ή 4 δισ. ευρώ την περίοδο 2015-2016, ο κ. Στουρνάρας δήλωσε ότι βάσει των προβλέψεων της Αθήνας, όπως αυτές θα επικαιροποιηθούν το φθινόπωρο, δεν θα υπάρξει τέτοιο κενό.
Όπως σημειώνει το πρακτορείο, πρόκειται για την πρώτη φορά που Έλληνας αξιωματούχος υποδεικνύει ότι η αποφυγή ενός δημοσιονομικού κενού, ή ενός ελλείμματος σε σχέση με τους στόχους του προϋπολογισμού, τη συγκεκριμένη διετή περίοδο, είναι εφικτή.
«Τρέχουμε τις δικές μας μεσοπρόθεσμες προβλέψεις, έτσι ας δούμε πρώτα από όλα αν υπάρχει το όποιο δημοσιονομικό κενό, καθώς, όπως γνωρίζετε, αυτά τα πράγματα είναι πολύ ευαίσθητα σε σχέση με τους αναπτυξιακούς ρυθμούς» ανέφερε ο υπουργός για να προσθέσει: «Ακόμη κι αν υπάρχει, ασφαλώς δεν μπορούμε να το καλύψουμε με μειώσεις μισθών ή συντάξεων ή με αύξηση της φορολογίας. Οποιοδήποτε κενό πρέπει να καλυφθεί με μεταρρυθμίσεις».
Ερωτηθείς εάν θα ήταν δυνατή, κατά τρόπο ρεαλιστικό, η αποφυγή αυτού του δημοσιονομικού κενού μέσω της εξασφάλισης υψηλότερου ρυθμού ανάπτυξης και καλύτερης εκτέλεσης του προϋπολογισμού, ο κ. Στουρνάρας απάντησε ότι κάτι τέτοιο «είναι πιθανό».
Παράλληλα, ο υπουργός Οικονομικών επιβεβαίωσε την πρόβλεψη περί διαμόρφωσης της ύφεσης φέτος στο επίπεδο του 4,2% και της επιστροφής στην ανάπτυξη το επόμενο έτος, με περαιτέρω βελτίωση των μεγεθών αν τα έσοδα από τον τουριστμό συνεχίσουν να εξελίσσονται με τον παρόντα ρυθμό.
«Τα (τουριστικά) έσοδα του Μαϊου ήταν πολύ καλύτερα του αναμενομένου και εάν συνεχίσουμε έτσι και τους προσεχείς μήνες, τότε σίγουρα η ύφεση θα είναι φέτος περί το 4% και τότε του χρόνου θα έχουμε θετικό πρόσημο στο ρυθμό ανάπτυξης», εξήγησε.
Όπως αναφέρεται σε σχετικό τηλεγραφημά του πρακτορείου, ο κ. Στουρνάρας επιβεβαίωσε ότι η Ελλάδα οδεύει προς πρωτογενές πλεόνασμα φέτος, σημειώνοντας ότι ο οικονομικός κίνδυνος έχει περιοριστεί. Επεσήμανε ωστόσο τον κίνδυνο κόπωσης, που συνοδεύει το πρόγραμμα λιτότητας. «Δεν βλέπω κάποιον οικονομικό κίνδυνο. Είναι πολιτικός ο κίνδυνος και συνδέεται με την κόπωση των βουλευτών», παρατήρησε.
«Οι βουλευτές απλώς αντικατοπτρίζουν τον μέσο άνδρα ή γυναίκα στο δρόμο. Πρέπει να πιστέψουν ότι υπάρχει φως στο τέλος του τούνελ. Εάν το πιστέψουν, θα συνεχίσουν να ψηφίζουν τα λίγα απαραίτητα μέτρα που απομένουν. Εάν όχι δεν πρόκειται (σσ. να τα ψηφίσουν) Αυτός είναι ο μεγάλος κίνδυνος» δήλωσε ο κ. Στουρνάρας, σύμφωνα με το Reuters.
Ο ΥΠΟΙΚ αρνήθηκε να συζητήσει ζητήματα περαιτέρω ελάφρυνσης του χρέους, τονίζοντας ότι οι κύριες προτεραιότητες για τον ίδιο είναι η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος φέτος και η εξασφάλιση θετικού ρυθμού ανάπτυξης το επόμενο έτος.
«Αν έχουμε θετικό ρυθμό ανάπτυξης για ένα ή δυο τρίμηνα και ταυτόχρονα έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα, τότε ο,τιδήποτε είναι δυνατό. Ακόμη και να χτυπήσουμε τη θύρα των αγορών τον επόμενο χρόνο», συνέχισε.
Ο κ. Στουρνάρας αναφέρθηκε και στη στάση των ομολόγων του από τη στιγμή της ανάληξης των καθηκόντων του. «Δεν θέλετε να ξέρετε τι άκουσα όταν πρωτοπήγα στο Eurogroup. Όχι μόνον από τον (γερμανό υπουργό οικονομικών Βόλφγκανγκ) Σόιμπλε αλλά και από την (;υστριακή υπουργό Οικονομικών) Μαρία Φέκτερ και άλλους, επίσης. Όμως, τα πράγματα είναι καλύτερα σήμερα. Πολύ καλύτερα. Τώρα έχουμε μόνον φίλους στο Eurogroup, φίλοι οι οποίοι εκτιμούν την τεράστια προσπάθεια», επεσήμανε.
Παραδέχθηκε ακόμη ότι «υπήρξαν αίμα και δάκρυα και λάθη τόσο από την πλευρά της Ελλάδας, όσο και της Ευρωζώνης. «Δεν είναι μυστικό ότι η Ελλάδα δεν συμπεριφέρθηκε βάσει των κανόνων ενός συστήματος σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών, αλλά είναι αντίστοιχα αληθές ότι η Ευρωζώνη δεν διέθετε μηχανισμό επίλυσης κρίσεων» παρατήρησε για να καταλήξει: «Πλέον έχουμε μάθει και οι δύο το μάθημά μας. Ήταν σκληρό, αλλά είμαστε σοφότεροι».