Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δείχνουν μια τάση σταθεροποίησης της απασχόλησης για το επόμενο έτος, καθώς μόλις το 20% συνεχίζει να απασχολεί πλεονάζον προσωπικό ωστόσο η ανάγκη για περαιτέρω περιορισμό του μοναδιαίου κόστους εργασίας παραμένει ώστε να γίνουν οι ελληνικές ΜμΕ πιο ανταγωνιστικές, σημειώνει η Εθνική Τράπεζα σε έρευνα συγκυρίας των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων με θέμα την απασχόληση.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δείχνουν μια τάση σταθεροποίησης της απασχόλησης για το επόμενο έτος, καθώς μόλις το 20% συνεχίζει να απασχολεί πλεονάζον προσωπικό ωστόσο η ανάγκη για περαιτέρω περιορισμό του μοναδιαίου κόστους εργασίας παραμένει ώστε να γίνουν οι ελληνικές ΜμΕ πιο ανταγωνιστικές, σημειώνει η Εθνική Τράπεζα σε έρευνα συγκυρίας των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων με θέμα την απασχόληση.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με την έρευνα, καταγράφεται πτώση κατά περίπου 50% στον κύκλο εργασιών της μέσης ΜμΕ. Ως αποτέλεσμα, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις πλέον καλύπτουν το 1/3 του εταιρικού τομέα από 1/2 το 2007, με τις μεγαλύτερες και τις πιο εξωστρεφείς ΜμΕ να δείχνουν πιο ανθεκτικές.
Επιπλέον, εντονότερη πτώση κύκλου εργασιών έχει δεχθεί ο κλάδος εμπορίας αυτοκινήτων (71% κατά την περίοδο 2007-2012) και ο κλάδος κατασκευών (70% κατά την αντίστοιχη περίοδο).
Πάντως, σύμφωνα με την έρευνα, παρατηρείται μικρή τάση βελτίωσης του επιχειρηματικού κλίματος για τις ΜμΕ από το τέλος του 2012 καθιστώντας την πορεία του δείκτη εμπιστοσύνης θετική για όλους τους κλάδους, με την εντονότερη βελτίωση να παρατηρείται στο κομμάτι του δείκτη που αντικατοπτρίζει τη μελλοντική ζήτηση.
Ειδικότερα, οι μεγαλύτερες ΜμΕ στην πλειοψηφία τους δηλώνουν βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος, ενώ ο κλάδος των υπηρεσιών δείχνει τη μεγαλύτερη βελτίωση.
Όσον αφορά επιμέρους τομείς που ξεχωρίζουν θετικά αναφέρονται οι εξωστρεφείς βιομηχανίες, οι χονδρεμπόροι, ο τουρισμός και οι ελεύθεροι επαγγελματίες.
Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις, προκύπτει από τα αποτελεσματα της έρευνας, αποτελούν το πιο υγιές κομμάτι των ΜμΕ, καθώς έχουν θετικό δείκτη εμπιστοσύνης, αντιμετωπίζουν αποδοτικότερα τις πιέσεις ρευστότητας και λαμβάνουν τη χρηματοδότηση που αιτούνται σε ποσοστό της τάξης του 90% (έναντι 30% για τις μικρότερες ΜμΕ).
Όσον αφορά στην ανάγκη χρηματοδότησης, το 41% του συνόλου των ΜμΕ δήλωσε ότι δεν χρειάστηκε χρηματοδότηση, το 26% του συνόλου των ΜμΕ (που αντιστοιχεί στα ¾ των ΜμΕ που έκαναν αίτηση) έλαβε χρηματοδότηση και το λοιπό 1/3 του συνόλου των ΜμΕ χρειάστηκε χρηματοδότηση αλλά δεν μπόρεσε να την λάβει (κυρίως γιατί δεν έκαναν αίτηση και δευτερευόντως λόγω απόρριψης της αίτησής τους).
Ωστόσο καθώς η παραγωγικότητα εργασίας αυξάνεται με το μέγεθος των επιχειρήσεων και οι απασχολούμενοι σε μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα φθάνουν το 60% έναντι 30% στην Ευρώπη, η συνολική παραγωγικότητα της Ελλάδας είναι χαμηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η παραγωγικότητα (προσαρμοσμένη για μισθούς) έχει περιοριστεί κατά 12% την προηγούμενη πενταετία, με τη μεγαλύτερη πτώση στο εμπόριο (κατά 18%) και μικρή άνοδο (κατά 3%) στη βιομηχανία.
Η μέση απασχόληση ανά ΜμΕ μειώθηκε κατά 25% την προηγούμενη πενταετία (40% στις μικρές και 23% στις μεσαίες επιχειρήσεις), με τη μεγαλύτερη πτώση στις κατασκευές (κατά 52%) και τη μικρότερη στις υπηρεσίες (κατά 5%). Επιπλέον, παρατηρείται μια στροφή προς τη μερική απασχόληση (και στους εξωτερικούς συνεργάτες κυρίως στη βιομηχανία) και μια μέση καθυστέρηση πληρωμής μισθών της τάξης του 1,5 μήνα.
Ο μέσος ετήσιος μισθός μειώθηκε κατά 28% την προηγούμενη πενταετία (42% στις μικρές και 17% στις μεσαίες επιχειρήσεις), με τη μεγαλύτερη πτώση στις υπηρεσίες (κατά 47%) και τη μικρότερη στη βιομηχανία (κατά 11%).
Αξιοσημείωτο, τέλος, είναι ότι σε μια περίοδο έντονης συρρίκνωσης, το 17% των ΜμΕ επέλεξε αύξηση της απασχόλησης κατά την τελευταία πενταετία – κερδίζοντας μερίδια αγοράς και διατηρώντας τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα.