Η υπόθεση των «ιδιωτικοποιήσεων εν καιρώ κρίσης» άνοιξε πριν από τρία χρόνια ως μια πηγή που θα συνεισέφερε αποφασιστικά στη μάχη μείωσης του χρέους και των ελλειμμάτων. Αν πάμε λίγο πίσω, θα θυμηθούμε ότι τον Ιούνιο του 2010, έπειτα από συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου υπό τον Γ. Παπανδρέου, ανακοινώθηκε από πλειάδα υπουργών ένα ευρύ πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, που αφορούσε τράπεζες, λιμάνια, αεροδρόμια, δρόμους, σιδηρόδρομους, εταιρείες ύδρευσης, μέχρι ακίνητα του Δημοσίου.
Η υπόθεση των «ιδιωτικοποιήσεων εν καιρώ κρίσης» άνοιξε πριν από τρία χρόνια ως μια πηγή που θα συνεισέφερε αποφασιστικά στη μάχη μείωσης του χρέους και των ελλειμμάτων. Αν πάμε λίγο πίσω, θα θυμηθούμε ότι τον Ιούνιο του 2010, έπειτα από συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου υπό τον Γ. Παπανδρέου, ανακοινώθηκε από πλειάδα υπουργών ένα ευρύ πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, που αφορούσε τράπεζες, λιμάνια, αεροδρόμια, δρόμους, σιδηρόδρομους, εταιρείες ύδρευσης, μέχρι ακίνητα του Δημοσίου.
Ενάμιση χρόνο μετά, στο τέλος του 2011, δεν είχε γίνει τίποτα και μάλιστα το μενού των ιδιωτικοποιήσεων του 2011 περιελάμβανε σκηνές κυβερνητικής ιλαροτραγωδίας, με την τρόικα να ανακοινώνει ότι θα αντληθούν γύρω στα 50 δισ. ευρώ(!) από τις ιδιωτικοποιήσεις και την κυβέρνηση -η οποία, όπως αποδείχθηκε αργότερα, είχε πράγματι παράσχει στην τρόικα τη σχετική πληροφόρηση- να σπεύδει να ανακοινώνει πανικόβλητη, λόγω αντιδράσεων, ότι θα απαγορεύσει διά... νόμου την πώληση κρατικής περιουσίας.
Στη συνέχεια, αρχές του 2012, είχε τεθεί ως στόχος η είσπραξη 5 δισ. εντός του έτους. Πόσο τηρήθηκε αυτός ο προγραμματισμός το αποκάλυψε η συνέχεια, όταν το μόνο που πουλήθηκε ήταν ένα... κτήριο, το IBC, έναντι 84 εκατομμυρίων. Για το 2013, τα πράγματα άλλαξαν. Η κυβέρνηση Σαμαρά έθεσε πιο συντηρητικούς στόχους, εισπράξεις γύρω στα 2 δισ. ευρώ, ενώ άλλαξε και η στρατηγική.
Οι ιδιωτικοποιήσεις δεν αποτελούν πλέον μια τεράστια πηγή εσόδων, αλλά τον «κράχτη» που θα προσελκύσει ξένους επενδυτές οι οποίοι θα ρίξουν νερό στο μύλο της ελληνικής ανάπτυξης. Αν θελήσει να κάνει κανείς τώρα έναν απολογισμό της φετινής χρονιάς, θα καταγράψει κινητικότητα μεν, αλλά ταμιακά αποτελέσματα σχεδόν μηδενικά. Οσο για τα κέρδη στο πεδίο των εντυπώσεων, δεν βλέπουμε δα και ουρά επενδυτών να περιμένουν να διαθέσουν κεφάλαια. Ο ΟΠΑΠ έχει μεν κατακυρωθεί, αλλά κανείς δεν έχει καταβάλει το τίμημα για να παραλάβει το... δέμα, στην αναμονή κατάθεσης των εγγυητικών βρίσκεται ο ΔΕΣΦΑ, στα αζήτητα τοποθετήθηκε ξαφνικά η ΔΕΠΑ, για την ΤΡΑΙΝΟΣΕ έχει εκδηλωθεί θεωρητικά ενδιαφέρον, ενώ δεν ακούγεται τίποτα ενθαρρυντικό για ακίνητα-φιλέτα όπως το Ελληνικό και ο Αστέρας Βουλιαγμένης.
Οι ιδιωτικοποιήσεις δεν είναι πανάκεια για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας ή την αντιμετώπιση της κρίσης, ιδίως όταν αφορούν δημόσιες επιχειρήσεις οι οποίες δεν προκαλούν δημοσιονομική επιβάρυνση. Αλλά όταν εντάσσονται σε μια συγκεκριμένη στρατηγική, οφείλουν να αντιμετωπιστούν με σοβαρότητα, αλλιώς δημιουργούν νέα προβλήματα αξιοπιστίας και δημοσιονομικά κενά.
Δεν υπάρχουν πολλά σε αυτήν την πορεία των τριών ετών που να πιστοποιούν ότι οι κινήσεις που γίνονται είχαν αυτήν την προϋπόθεση. Αλλωστε, αν ακόμη δεν έχει προσφέρει στο δημόσιο ταμείο ούτε ένα ευρώ η πώληση μιας εταιρείας-κελεπούρι όπως ο ΟΠΑΠ, τι θα μπορούσε να προσδοκά κανείς από πιο δύσκολες και περίπλοκες περιπτώσεις;
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - [email protected]