Τρία χρόνια και ένας μήνας έχουν περάσει από την ημέρα που η Ελλάδα μπήκε σε καθεστώς μνημονίου. Στο διάστημα αυτό όλοι μας βιώσαμε τις δραματικές συνέπειες της βαθιάς ύφεσης και έπειτα από πολλά σκαμπανεβάσματα βρισκόμαστε σήμερα σε μια πορεία πιστής εφαρμογής των συμφωνιών με την τρόικα, περιμένοντας να δούμε το φως στην άκρη του τούνελ.
Τρία χρόνια και ένας μήνας έχουν περάσει από την ημέρα που η Ελλάδα μπήκε σε καθεστώς μνημονίου. Στο διάστημα αυτό όλοι μας βιώσαμε τις δραματικές συνέπειες της βαθιάς ύφεσης και έπειτα από πολλά σκαμπανεβάσματα βρισκόμαστε σήμερα σε μια πορεία πιστής εφαρμογής των συμφωνιών με την τρόικα, περιμένοντας να δούμε το φως στην άκρη του τούνελ.
Οι αλλαγές που συντελούνται γύρω μας είναι πρωτοφανείς, όμως ένα πράγμα παραμένει σταθερό, ακλόνητο, αμετακίνητο στην αρχική του θέση: Η πολιτική του Βερολίνου απέναντι στην κρίση. Η πεποίθηση ότι η συνταγή για την αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης είναι η κατάλληλη και ότι στο τέλος θα πετύχει. Οι Γερμανοί αξιωματούχοι πιστεύουν ακράδαντα πως το πρόγραμμα προσαρμογής προχωράει καλά και ξαφνιάζονται όταν μαθαίνουν ότι τα αποτελέσματα αυτής της προόδου δεν γίνονται ορατά στην πραγματική οικονομία.
Απορούν όταν μαθαίνουν ότι οι τιμές δεν υποχωρούν παρότι οι αγορές ανοίγουν, δεν μπορούν να κατανοήσουν γιατί η φοροδιαφυγή εξακολουθεί να παραμένει άπιαστη, τρομάζουν στην ιδέα πως ξένα hedge funds επενδύουν στη χώρα, νιώθουν απογοήτευση για το γεγονός πως δεν υπάρχει βελτίωση στο επιχειρηματικό κλίμα. Η απάντηση σ’ όλα αυτά είναι απλή: το πρόγραμμα προσαρμογής πέτυχε στη Γερμανία γιατί σχεδιάστηκε από Γερμανούς για τη γερμανική οικονομία. Είναι στατιστικά αδύνατο να πετύχει -στον ίδιο βαθμό- και σε άλλες χώρες, που δεν έχουν καμία σχέση με τη γερμανική οικονομία. Το Βερολίνο, όμως, αρνείται πεισματικά να παραδεχθεί αυτή την πραγματικότητα και με την άρνησή του αυτή ταυτόχρονα στερεί από την ίδια τη Γερμανία, αλλά και την Ευρώπη, την ελπίδα της δεύτερης ευκαιρίας: ενός Σχεδίου Β’.
Η ιστορία του προγράμματος, άλλωστε, μέχρι τώρα δείχνει πως οι αρχιτέκτονές του προχωρούν μόνο σε προσαρμογές, χωρίς να αλλάζει η κεντρική κατεύθυνση, που είναι η λιτότητα. Και οι προσαρμογές ουσιαστικά επιβάλλονται από τις εξελίξεις και τις πιέσεις των διεθνών αγορών. Το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων το ζήτησαν επιτακτικά οι αγορές. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και τώρα, που η πρόοδος που εμφανίζει το ελληνικό πρόγραμμα αναθέρμανε τη συζήτηση για την ανάγκη νέου κουρέματος του ελληνικού χρέους - αυτή τη φορά από τον επίσημο τομέα.
Η γερμανική κυβέρνηση -προς το παρόν- δεν φαίνεται προετοιμασμένη για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Το εάν θα συρθεί σε μια τέτοια απόφαση στο μέλλον, δεν το γνωρίζει κανείς. Αυτό που γνωρίζουμε, όμως, είναι ότι και αυτή τη φορά δεν θα είναι δική της επιλογή. Αλλά η ανάγκη προσαρμογής σε μια νέα κατάσταση.
Θ. ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ - [email protected]