Πολιτική απόφαση για την εκταμίευση των δύο επόμενων δόσεων προς την Ελλάδα, συνολικού ύψους 7,4 δισ. ευρώ, θα λάβει, τη Δευτέρα, το Εurogroup, εκτιμώντας ταυτόχρονα πως η ελληνική κυβέρνηση έχει εκπληρώσει όλες τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει. Ιδιαίτερη ικανοποιημένοι είναι δε οι εταίροι από τις επιδόσεις της χώρας στο δημοσιονομικό τομέα.
Πολιτική απόφαση για την εκταμίευση των δύο επόμενων δόσεων προς την Ελλάδα, συνολικού ύψους 7,4 δισ. ευρώ, θα λάβει, τη Δευτέρα, το Εurogroup, εκτιμώντας ταυτόχρονα πως η ελληνική κυβέρνηση έχει εκπληρώσει όλες τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει. Ιδιαίτερη ικανοποιημένοι είναι δε οι εταίροι από τις επιδόσεις της χώρας στο δημοσιονομικό τομέα.
Τα παραπάνω δήλωσε, χθες, στις Βρυξέλλες, ανώτερος αξιωματούχος της Ευρωζώνης, υπογραμμίζοντας ότι στη συνεδρίαση του Eurogroup θα επικυρωθεί κατ’ αρχήν η τελευταία αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος από την τρόικα, ενώ θα ακολουθήσει η πολιτική απόφαση για την εκταμίευση των δόσεων του Μαΐου (4,2 δισ. ευρώ) και του Ιουνίου (3,2 δισ. ευρώ).
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο αξιωματούχους ανέφερε ότι αναμένει μια ενιαία απόφαση για τις δύο δόσεις και πως όλες οι προϋποθέσεις που είχαν τεθεί, έχουν εκπληρωθεί από την πλευρά της κυβέρνησης.
Ο ίδιος αξιωματούχους επισήμανε ότι οι προκλήσεις σε σχέση με το ελληνικό πρόγραμμα παραμένουν οι ίδιες και αφορούν στη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης και, κυρίως, στη φορολογική. Στο δημοσιονομικό τομέα, όλα πάνε καλά. Αλλωστε, στην περίπτωση της Ελλάδας, οι μεγαλύτερες δυσκολίες εντοπίζονταν πάντα στην υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ανέφερε.
Ειδικότερα για τη φορολογική μεταρρύθμιση, χαρακτήρισε σημαντική εξέλιξη τον ορισμό γ.γ. Φορολογικών Εσόδων, ενώ επισήμανε ότι, εάν περιοριστεί η φοροδιαφυγή, θα μπορεί να γίνει μια δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών, μέσω της ελάφρυνσης ορισμένων φόρων. Ωστόσο, όπως είπε, δεν αρκεί το κράτος να ενισχύσει του ελέγχους, αλλά, για να υπάρξουν σημαντικά αποτελέσματα, χρειάζεται να υπάρχει και η βούληση από την πλευρά ορισμένων στρωμάτων του πληθυσμού να πληρώνουν τους φόρους που τους αναλογούν.
Σημειώνεται ότι το μεγαλύτερο τμήμα των κεφαλαίων από το μηχανισμό στήριξης θα διατεθεί για την αποπληρωμή ομολόγων που κατέχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (4,3 δισ. ευρώ) και άλλες κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης και τα οποία εξαιρέθηκαν από τα δύο PSI. Επίσης, θα εξοφληθούν ομόλογα αλλοδαπού δικαίου, που εξαιρέθηκαν από το «κούρεμα», ενώ με το ποσό που θα απομείνει, θα καλυφθεί το έλλειμμα του προϋπολογισμού και θα συνεχιστεί η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων χρεών προς τους ιδιώτες.
3 δισ. στην Κύπρο
Στο μεταξύ, στη συνεδρίαση της Δευτέρας θα γίνει μια ανασκόπηση της πορείας του προγράμματος προσαρμογής, ενώ θα ληφθεί και η πολιτική απόφαση για την εκταμίευση της δόσης των 3 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τον αξιωματούχο, οι προτεραιότητες είναι ξεκάθαρες, αφορούν στην αναδιάρθρωση τραπεζών και τη σταδιακή άρση των περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων.
Ερωτηθείς σχετικά, ανέφερε ότι δεν υπάρχει χρονοδιάγραμμα για την πλήρη άρση των περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων, αλλά, όσο πιο γρήγορα γίνει, τόσο το καλύτερο. Μάλιστα, πρόσθεσε ότι σταδιακά έχει αρχίσει η ελάφρυνση των περιορισμών και των διοικητικών διατυπώσεων, ενώ η οριστική άρση θα γίνει, όταν ολοκληρωθεί η αναδιάρθρωση των τραπεζών.
Ο αξιωματούχος ανέφερε ακόμη ότι «η Μόσχα επιβεβαίωσε με επιστολή της στην κυπριακή κυβέρνηση ότι τροποποιήθηκαν οι όροι του δανείου προς την κατεύθυνση που εμείς αναμέναμε».
Εξάλλου, συνεχίστηκε και χθες στην Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Ευρωβουλής η ακρόαση αξιωματούχων της Ευρωζώνης σχετικά με τα αίτια της κυπριακής κρίσης και τη σκληρή απόφαση του Εurogroup για την Κύπρο, στις 24 Μαρτίου.
Μετά την προχθεσινή ακρόαση του προέδρου του Εurogroup, Γερούν Ντέισελμπλουμ, χθες κλήθηκαν να δώσουν εξηγήσεις οι Ευρωπαίοι εκπρόσωποι της τρόικας, δηλαδή ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Ολι Ρεν, και το μέλος της ΕΚΤ, Γεργκ Ασμουσεν.
Σύμφωνα με τον κ. Ρεν, τα προβλήματα στην Κύπρο συσσωρεύτηκαν από καιρό, εξαιτίας του υπερμεγέθους τραπεζικού τομέα και των επικίνδυνων επενδύσεων. Η Κομισιόν προειδοποίησε την Κύπρο, τον Ιούνιο του 2011, μέσω των συστάσεών της για τους κινδύνους, έδωσε συμβουλές για τα χρηματοπιστωτικά προβλήματα και τα δημοσιονομικά, ενώ το Νοέμβριο του 2011 αναφέρθηκε στην ανάγκη προγράμματος προσαρμογής της Κύπρου, είπε.
Ο κ. Ρεν πρόσθεσε ότι η Λευκωσία ζήτησε βοήθεια τον Ιούνιο του 2012, κάτι που χαρακτήρισε «λυπηρό», γιατί, όπως είπε, η κυπριακή κυβέρνηση περίμενε πάνω από 6 μήνες για να αναγνωρίσει ότι η κατάσταση δεν ήταν βιώσιμη.
Ο κ. Ρεν αναφέρθηκε και στην παραχώρηση των υποκαταστημάτων στην Ελλάδα, την οποία χαρακτήρισε σημαντική για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και της Ελλάδας και της Κύπρου.
Ο εκπρόσωπος της ΕΚΤ, Γεργκ Ασμουσεν, ανέφερε ότι, την περασμένη δεκαετία, η οικονομία της Κύπρου βασίστηκε σε ένα μη ισορροπημένο μοντέλο, με ένα τραπεζικό σύστημα που το μέγεθός του ήταν πάνω από 700% του ΑΕΠ και μία θέση εργασίας στις τρεις αφορούσε στο χρηματοπιστωτικό τομέα.
Σύμφωνα με το μέλος της ΕΚΤ, ανισορροπίες, εκτός από τις τράπεζες υπήρχαν και στο δημοσιονομικό τομέα, με μεγάλο έλλειμμα και το χρέος σε διαρκή αύξηση. Η Κύπρος δεν ήταν σε θέση να επιλύσει το πρόβλημα του τραπεζικού τομέα. Οι δύο μεγάλες τράπεζες χρειάστηκαν 8 δισ. ευρώ, δηλαδή 44% του ΑΕΠ. Η κατάσταση ήταν εξαιρετική και η πρόκληση πολύ μεγάλη, τόνισε.
Το συμπέρασμα που βγάζει ο κ. Ασμουσεν από την κυπριακή κρίση, είναι ότι πρέπει να ολοκληρωθεί η ευρωπαϊκή τραπεζική ενοποίηση, ώστε να αποφύγουμε στο μέλλον το φαύλο κύκλο δημόσιου χρέους και τραπεζικών κρίσεων. Ο μηχανισμός εποπτείας είναι απολύτως αναγκαίος, χρειαζόμαστε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για τις εξυγιάνσεις τραπεζών και ένα πλαίσιο ξεκάθαρο για τον επιμερισμό των βαρών, κατέληξε.
Αντί της τρόικας
Ενα αποκλειστικά ευρωπαϊκό σύστημα θα μπορούσε να αντικαταστήσει το σύστημα της τρόικας (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) στη διαχείριση κρίσεων στην Ευρωζώνη, όπως σημείωσε ο Γεργκ Ασμουσεν (φωτογραφία), μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ. Υπογράμμισε, ωστόσο, ότι η κατάργηση της τρόικας δεν είναι εφικτή, όσο βρίσκεται σε εξέλιξη η τρέχουσα κρίση χρέους. Οι εκπρόσωποι της τρόικας, άλλωστε, είναι εκείνοι, που ελέγχουν, από την έναρξη της κρίσης, την εφαρμογή των μνημονίων και συστήνουν στα κράτη-μέλη την έγκριση ή μη της εκταμίευσης των δόσεων προς τις δοκιμαζόμενες χώρες.
«Κατανοώ πλήρως το ερώτημα ‘’πότε θα δούμε το τέλος της τρόικας’’», είπε ο Ασμουσεν κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης με ευρωβουλευτές στις Βρυξέλλες. «Δεν θα πρότεινα να μεταβληθεί το σύστημα της τρόικας τώρα, εν μέσω της κρίσης. Αλλά στο πιο μακροπρόθεσμο μέλλον, θα συμφωνούσα… να επανέλθουμε σε ένα σύστημα πλήρως βασιζόμενο στην Ε.Ε.», συμπλήρωσε.
Μπαρόζο: Κοινή στάση για ενέργεια - φοροδιαφυγή
Εκκληση στους Ευρωπαίους ηγέτες, να καταβάλουν κάθε προσπάθεια στη Σύνοδο Κορυφής, στις 22 Μαΐου, ώστε να υπάρξει κοινή δράση στα δύο βασικά θέματα που θα συζητηθούν, δηλαδή την ολοκλήρωση της αγοράς ενέργειας και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, έκανε, χθες, ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο.
Στην επιστολή που έστειλε στους Ευρωπαίους ηγέτες, ο κ. Μπαρόζο επισημαίνει για την αγορά ενέργειας ότι οι σημερινές αποκλίσεις στις τιμές είναι προϊόν της κατακερματισμένης αγοράς και, αν δεν εκμεταλλευτούμε τα οφέλη της ενεργειακής απόδοσης, οι επιχειρήσεις και οι καταναλωτές θα πληρώνουν ακριβότερα την προμήθεια ενέργειας.
Ο κ. Μπαρόζο θεωρεί απολύτως απαραίτητη την ολοκλήρωση μιας πλήρως λειτουργούσας, διασυνδεδεμένης και ολοκληρωμένης εσωτερικής αγοράς ενέργειας, η οποία είναι καθοριστικός παράγοντας για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης και δεν πρέπει να είναι κατακερματισμένη.
Για το δεύτερο θέμα της Συνόδου Κορυφής, επισημαίνει ότι η φορολογική απάτη και η φοροδιαφυγή αποκτά με ταχύ ρυθμό όλο και μεγαλύτερη σημασία στο δημόσιο διάλογο. Οπως τονίζει, σε εποχή δημοσιονομικής εξυγίανσης, τα κράτη-μέλη δεν μεγιστοποιούν τα φορολογικά έσοδα που θα μπορούσαν να έχουν και το ζήτημα της δίκαιης μεταχείρισης έχει σαφώς τεθεί στην ημερήσια διάταξη.
Η Ε.Ε. θέτει την αρχή της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών στο επίκεντρο της προσέγγισής της. Είναι σημαντικό να επεκταθεί η αρχή αυτή σε όλες τις μορφές εισοδήματος, αναφέρει, και στο πλαίσιο αυτό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα υποβάλει νομοθετική πρόταση, με σκοπό την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών, στο πλαίσιο της οδηγίας περί διοικητικής συνεργασίας. Αυτό θα εξασφαλίσει την πλήρη και συνεπή κάλυψη όλων των τύπων εισοδήματος σε όλα τα κράτη-μέλη, καταλήγει ο κ. Μπαρόζο.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΛΟΣ - [email protected]