Δραστική αναδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού τομέα εντός της Ευρωζώνης, είναι το δίδαγμα που πρέπει να λάβει η Κύπρος από την περίπτωση της Ιρλανδίας, η οποία βρέθηκε αντιμέτωπη με εξίσου σφοδρή τραπεζική κρίση το 2008.
Δραστική αναδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού τομέα εντός της Ευρωζώνης, είναι το δίδαγμα που πρέπει να λάβει η Κύπρος από την περίπτωση της Ιρλανδίας, η οποία βρέθηκε αντιμέτωπη με εξίσου σφοδρή τραπεζική κρίση το 2008.
Σύμφωνα με τον Άσγκιρ Τζόνσον, καθηγητή Οικονομικών του Πανεπιστημίου της Ισλανδίας, «εάν η Κύπρος απομονωθεί, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η οικονομία της θα αργήσει πολύ να ανακάμψει».
Ο Τζέικομπ Κίρκεγκαρντ, οικονομολόγος του Peterson Institute της Ουάσινγκτον, παρατηρεί ότι οι δύο χώρες βρέθηκαν αντιμέτωπες με παρόμοιες κρίσεις, οι οποίες αποδίδονται κατά κύριο λόγο στον διογκωμένο χρηματοπιστωτικό τους τομέα.
Το 2008, όταν οι ισλανδικές τράπεζες κατέρρευσαν, η ιρλανδική κυβέρνηση αποφάσισε -όπως και η κυπριακή- να τις αφήσει να χρεοκοπήσουν. «Υπάρχουν ομοιότητες: ορισμένοι καταθέτες αναγκάσθηκαν να συμβάλουν σε ένα επί της ουσίας αντίστοιχο σενάριο, την κατάρρευση ενός χρηματοπιστωτικού τομέα που ήταν υπερτροφικός», σημειώνει ο κ. Κίρκεγκαρν.
Στην Ισλανδία όλα συνέβησαν πολύ γρήγορα. Στις 15 Σεπτεμβρίου 2008, όταν πτώχευσε η Lehman Brothers, οι παγκόσμιες αγορές πάγωσαν τις πιστώσεις από τη μία ημέρα στην άλλη. Για τις τρεις μεγάλες ισλανδικές τράπεζες -Glitnir, Landsbanki, Kaupthing- η χρεοκοπία βρισκόταν προς των πυλών.
Η κυβέρνηση επιλέγει τότε την δυναμική λύση και εξασφαλίζει από το κοινοβούλιο την άδεια να αναλάβει τον έλεγχο των τραπεζών. Έλαβε την έγκριση στις 9 Οκτωβρίου. Το κόστος επιβαρύνονται οι πιστωτές, οι μέτοχοι και οι ξένοι καταθέτες.
Το ισλανδικό κράτος επιλέγει να μην δανεισθεί για να διασώσει τα τραπεζικά μαμούθ. «Η Ισλανδία αποτελεί προηγούμενο. Υιοθέτησε μία πολύ σκληρή γραμμή και ήταν απολύτως απομονωμένη, αντίθετα από την Κύπρο», σχολάιζει ο Νικολά Βερόν της δεξαμενής σκέψης «Bruegel» των Βρυξελλών.
Η βοήθεια θα έρθει από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Η ειρωνεία της τύχης, όμως, ήταν είναι ότι η Ισλανδία είχε πιστέψει τότε ότι θα μπορούσε να λάβει δάνειο από τη Ρωσία -όπως και η Κύπρος σήμερα- κάτι που φυσικά δεν συνέβη.
Μετά από τεσσεράμισι χρόνια, αυτή η κρίση έχει αφήσει βαθιές ουλές στην οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ισλανδίας, που θα χρειασθεί καιρός για να επουλωθούν. Η χώρα έχει περάσει μία μακρά φάση αναδιάρθρωσης των ιδιωτικών χρεών, είτε αυτό αφορά τις επιχειρήσεις είτε τα νοικοκυριά που είχαν δανεισθεί ελβετικά φράγκα για την αγορά κατοικίας.
Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι τράπεζες παραμένουν υπερβολικά εξαρτημένες από τις «αιχμάλωτες» καταθέσεις στην Ισλανδία. Οι έλεγχοι διακίνησης κεφαλαίων που θεσπίστηκαν από το 2008 θα ισχύουν για αρκετό καιρό ακόμη. Τον Νοέμβριο, το ΔΝΤ προέβλεπε ότι θα παραμείνουν εκεί τουλάχιστον μέχρι το 2015.
Χωρίς αυτούς τους περιορισμούς, οι καταθέτες θα έβγαζαν τα χρήματά τους από την Ισλανδία, όπου οι ευκαιρίες είναι μηδαμινές, με την μαραζωμένη αγορά στέγης, το μικροσκοπικό χρηματιστήριο του Ρέικιαβικ και την εξαφάνιση των περίπλοκων και προσοδοφόρων τραπεζικών προϊόντων.
Η απομόνωση αυτή, που αποθαρρύνει τους ξένους, έχει συμβάλει στην μείωση της μερίδας των επενδύσεων στο ΑΕΠ στο 14% το 2012, στο ήμισυ σε σχέση με το 2007.
Μετά την ανάκαμψη κατά τα έτη 2010-2011, το 2012 σημειώθηκε ασθενική ανάπτυξη του 2012, ωστόσο συνοδεύθηκε από ταχεία μείωση της ανεργίας, η οποία τον Φεβρουάριο έπεσε κάτω από το 5% για πρώτη φορά από το 2008.
Η Ισλανδία εξασφαλίζει εισροή ξένου συναλλάγματος από την αλιεία και την αύξηση της τουριστικής κίνησης. Το 2012 το νησί επισκέφτηκαν 672.000 ξένοι τουρίστες, 19% περισσότεροι από το 2011.
«Οι επενδύσεις είναι πολύ εξασθενημένες. Στην πραγματικότητα, η Ισλανδία έχει αποκόψει πολλούς από τους δεσμούς της με την ευρωπαϊκή οικονομία και το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα», διαπιστώνει ο δρ Άσγκιρ Τζόνσον.
Η ισλανδική ηγεσία έχει επίγνωση αυτού του προβλήματος της απομόνωσης. «Η ιστορία δείχνει ότι η Ισλανδία ήταν σε καλύτερη κατάσταση όταν διατηρούσε ανοικτές οικονομικές σχέσεις με τον υπόλοιπο κόσμο», δήλωσε στις 21 Μαρτίου ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας Μαρ Γκούντμουντσον.
Πηγή: ΑΜΠΕ