Οικονομία & Αγορές
Τετάρτη, 13 Φεβρουαρίου 2013 07:00

Κλείνει το παράθυρο για τη χαλάρωση μέτρων λιτότητας λόγω του «λάθους»

Κανένα περιθώριο αλλαγής του οικονομικού προγράμματος λιτότητας που επιβλήθηκε στην Ελλάδα δεν αφήνει η Κομισιόν παρά το λάθος στον πολλαπλασιαστή της ύφεσης που αναγνωρίζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αλλά και η ίδια η Κομισιόν.

Κανένα περιθώριο αλλαγής του οικονομικού προγράμματος λιτότητας που επιβλήθηκε στην Ελλάδα δεν αφήνει η Κομισιόν παρά το λάθος στον πολλαπλασιαστή της ύφεσης που αναγνωρίζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αλλά και η ίδια η Κομισιόν.

Ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Ολι Ρεν, κατά τη χθεσινή συνεδρίαση του Ecofin, σχολιάζοντας τα περί λάθους, υποστήριξε πως «αυτά είναι απλοϊκά και πως το πρόγραμμα είναι απολύτως σωστό». Η τοποθέτηση του κ. Ρεν, η οποία έγινε με δική του πρωτοβουλία, διαψεύδει τις κυβερνητικές προσδοκίες για χαλάρωση του προγράμματος της οικονομίας, καθώς διαπιστώνεται πως η βαθιά ύφεση οδηγεί σε ανακύκλωση του έντονου δημοσιονομικού προβλήματος.

Ταυτόχρονα αναδεικνύει και τη διαφωνία της Κομισιόν με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την πολιτική στην Ελλάδα διαφωνία, που ήταν έντονη και κατά τη διάρκεια των επαφών της κυβέρνησης με την τρόικα το περασμένο φθινόπωρο, όταν ΔΝΤ και Ε.Ε. πρότειναν διαφορετικές πολιτικές για το ίδιο θέμα. Αξίζει να σημειωθεί πως το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης επιχείρησε να αξιοποιήσει την παραδοχή του υψηλόβαθμου στελέχους του ΔΝΤ, Ολιβιέρ Μπλανσάρ, για το λάθος που έγινε στον υπολογισμό του βάθους της ύφεσης που θα επέφεραν τα δημοσιονομικά μέτρα και μάλιστα είχαν αρχίσει να εντοπίζονται οι τομείς παρεμβάσεων που θα ζητούσαν από την τρόικα, όπως η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, η μείωση της φορολογίας του πετρελαίου θέρμανσης.

Εκτός των δηλώσεων του κ. Μπλανσάρ, και στην έκθεση του ΔΝΤ για το ελληνικό πρόγραμμα, που δημοσιοποιήθηκε 18 Ιανουαρίου, υπάρχει η παραδοχή της αστοχίας των προβλέψεων των στελεχών του για την εξέλιξη του ελληνικού ΑΕΠ. Οπως αναφέρει, «μέχρι το 2020 το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της χώρας θα υποχωρήσει κατά 5% περισσότερο σε σχέση με τους αρχικούς σχεδιασμούς του μνημονίου».

Βέβαια, την καθυστέρηση επανόδου της οικονομίας σε αναπτυξιακούς ρυθμούς την αποδίδει στην καθυστέρηση του μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας, ο οποίος «προχωρά με πολύ αργό ρυθμό», γεγονός το οποίο επηρεάζει αρνητικά την ανάκαμψή της και αυξάνει το κόστος της προσαρμογής. Ακόμη, σε έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που δημοσιοποιήθηκε τον Ιανουάριο, υπάρχει η παραδοχή για αποκλίσεις στις προβλέψεις του ελληνικού ΑΕΠ.

Η πολιτική είναι σωστή

Παρ' όλα αυτά, τώρα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζει ότι δεν έχει γίνει λάθος υπολογισμός της τρόικας σχετικά με την επίπτωση των μέτρων λιτότητας στην ύφεση κατά του πρώτου μνημονίου στην Ελλάδα. Τη θέση αυτή διατύπωσε, σύμφωνα με πληροφορίες, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Ολι Ρεν, στη χθεσινή συνεδρίαση του Συμβουλίου Υπουργών Ecofin της Ε.Ε., παίρνοντας αποστάσεις από τις δηλώσεις στελεχών του ΔΝΤ περί λάθους.

Ο κ. Ρεν με δική του πρωτοβουλία πήρε το λόγο και επεσήμανε ότι. επειδή ακούγονται πολλά τις τελευταίες ημέρες στην Ελλάδα σχετικά με το μείγμα των μέτρων στο ελληνικό πρόγραμμα, θέλει να ξεκαθαρίσει ότι όλα αυτά είναι απλοϊκά και πως το πρόγραμμα είναι απολύτως σωστό.

Παρέμβαση Γ. Στουρνάρα

Σε παρέμβασή του στη συζήτηση ο υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Στουρνάρας, ζήτησε από τον Ολι Ρεν να τοποθετηθεί δημόσια η Κομισιόν για το θέμα, ενώ και ο Ιρλανδός ομόλογός του, Μάικλ Νούναν, ως εκπρόσωπος επίσης μνημονιακής χώρας, ζήτησε μια έκθεση της τρόικας για το θέμα της επίπτωσης της λιτότητας στην ύφεση και του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή που χρησιμοποιεί.

Η συζήτηση δεν κατέληξε σε καμία συμφωνία, ούτε ο Ολι Ρεν δεσμεύθηκε για υποβολή έκθεσης. Υπενθυμίζεται ότι το θέμα απασχόλησε και τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης προχθές το βράδυ, με τον πρόεδρο του Εurogroup, Γερούν Ντέισελμπλουμ, να δηλώνει ότι έγινε μια «ακαδημαϊκή συζήτηση» και να προσθέτει ότι «παρακολουθούμε το θέμα». Πάντως, στην έδρα της Κομισιόν στις Βρυξέλλες διερωτώνται τι ακριβώς θέλει η ελληνική κυβέρνηση δεδομένου ότι δεν έχει υποβάλει κανένα συγκεκριμένο αίτημα για το θέμα αυτό.

Κριτική από Αλέξη Τσίπρα

Εν τω μεταξύ, κριτική στην κυβέρνηση περί μη αξιοποίησης της δημόσιας παραδοχής τους ΔΝΤ σχετικά με το λανθασμένο πολλαπλασιαστή της ύφεσης άσκησε χθες ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, υποστηρίζοντας ότι η δημόσια ομολογία των αξιωματούχων του ΔΝΤ, «που αποτιμάται σε δεκάδες δισ. ευρώ» μπορεί να αποτελέσει ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια της Ελλάδας.

«Η άρνηση της κυβέρνησης Σαμαρά να αξιοποιήσει τη δημόσια ομολογία στελεχών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου περί "λάθους" στο δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή, αποδεικνύει πως σκοπεύει να πορευτεί μέχρι τέλους πιστή στο μνημόνιο και στις ολέθριες συνέπειές του», ανέφερε ο κ. Τσίπρας σε επίκαιρη ερώτηση που κατέθεσε προς τον πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά. Κατηγόρησε μάλιστα την κυβέρνηση ότι στην τελευταία σύνοδο της Ευρωπαϊκής Ενωσης ήταν «ωσεί παρούσα», αφήνοντας αναξιοποίητο «ένα ακόμη διαπραγματευτικό χαρτί». Ρώτησε, δε, ευθέως τον πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, πώς θα ενεργήσει ώστε «αυτό το λάθος που αποτιμάται σε δεκάδες δισ. ευρώ να αποτελέσει την αφετηρία προκειμένου η χώρα να απαλλαγεί οριστικά από μνημόνια και πολιτικές που θα εκτοξεύσουν την ύφεση και τη φτώχεια τα επόμενα χρόνια».

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ προεξόφλησε ακόμη ότι η κυβέρνηση θα αναγκαστεί σύντομα να προσφύγει σε νέα μέτρα, «με δεδομένο ότι μόνο το Γενάρη η υστέρηση εσόδων είναι περίπου 300 εκατ. ευρώ». Αφού έκανε μάλιστα λόγο για αποτυχία του «βάρβαρου προγράμματος» που εφαρμόζεται στη χώρα, κάλεσε τον πρωθυπουργό να προσδιορίσει το ύψος των νέων μέτρων που έχουν ήδη προαναγγελθεί στο μνημόνιο.

«Αξιοποιήσιμη παραδοχή εν ευθέτω χρόνω»

«Αξιοποιήσιμη παραδοχή» για αλλαγές στους όρους του ελληνικού προγράμματος χαρακτήρισαν χθες συνεργάτες του πρωθυπουργού την παραδοχή του ΔΝΤ ότι είχε υπολογίσει με λανθασμένο τρόπο στο πρώτο μνημόνιο την επίπτωση των μέτρων λιτότητας στην ύφεση -τον περίφημο δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή.

Στο πλαίσιο αυτό, όπως ανέφεραν, ο κ. Αντώνης Σαμαράς θα θέσει «εν ευθέτω χρόνω» το θέμα της αλλαγής της οικονομικής συνταγής σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο, σε συνδυασμό με την εφαρμογή στο ακέραιο των υποχρεώσεων της χώρας.