Οικονομία & Αγορές
Πέμπτη, 31 Ιουλίου 2003 17:07

Ευρωζώνη: Ελαφρά ανάκαμψη το 2004 προβλέπει ο ΟΟΣΑ

Χωρίς δυναμισμό θα κινείται η οικονομία της ευρωζώνης το 2003, εκτιμά ο ΟΟΣΑ στην έκθεσή του «Μελέτη για την ευρωζώνη 2003», η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Η έκθεση, ωστόσο, προβλέπει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης ενδέχεται να επιταχυνθεί το 2004 μέχρι 2%. Ο διεθνής οργανισμός απέφυγε να προβεί σε ακριβή εκτίμηση για το φετινό ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας της ευρωζώνης.

Οικονομολόγος, όμως, του ΟΟΣΑ διευκρίνισε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης το 2003 θα είναι πιθανώς ελαφρά βραδύτερος του 1%.

Ο ΟΟΣΑ προβλέπει διατήρηση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα των επιτοκίων της ευρωζώνης στο 2% μέχρι τα μέσα του 2004, εκτιμώντας ότι ο πληθωρισμός των χωρών της ζώνης του ευρώ θα διαμορφωθεί του χρόνου κατά μέσο όρο στο 1,5%. Εάν εξασθενήσει η δραστηριότητα και περιοριστούν οι πληθωριστικές πιέσεις, ο ΟΟΣΑ κρίνει πως η ΕΚΤ οφείλει να είναι έτοιμη να μειώσει εκ νέου τα επιτόκια για να στηρίξει τη δραστηριότητα.

«Η ανάκαμψη της οικονομίας θα έρθει αντιμέτωπη με μη ευνοϊκούς ανέμους για κάποιο χρονικό διάστημα ακόμη», εκτιμά στην έκθεσή του ο ΟΟΣΑ, λόγω της διατήρησης των τιμών του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές σε υψηλά επίπεδα, της ενίσχυσης του ευρώ και μιας πολιτικής προϋπολογισμού «στην οποία τα περιθώρια ελιγμών έχουν περιοριστεί ως αποτελέσμα των παρεκκλίσεων του παρελθόντος».

Η έκθεση εκτιμά ότι η ευρωζώνη αντιστάθηκε λιγότερο αποτελεσματικά από πολλά άλλα μέλη του ΟΟΣΑ στους διεθνείς κραδασμούς. Η θετική πλευρά είναι ότι προβλέπει πτώση της τιμής του πετρελαίου, και ανάκαμψη της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.

Εντούτοις, «ο κίνδυνος επιδείνωσης παραμένει παράλληλα σημαντικός, καθώς η αναιμική αύξηση του ΑΕΠ στο πρώτο τρίμηνο του 2003 δεν προοιωνίζεται τίποτε καλό». Οι κίνδυνοι αυτοί αφορούν ένα κύμα αναδιάρθρωσης στις επιχειρήσεις, το οποίο θα καταφέρει πλήγμα στην εμπιστοσύνη των καταναλωτών, μια πιο σφικτή δημοσιονομική πολιτική και μια νέα ενίσχυση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ, εάν οι χρηματαγορές κρίνουν ότι το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στις ΗΠΑ δεν είναι βιώσιμο.