Πτώση της τάξεως του 7,6% σημείωσαν οι συνολικές πωλήσεις των φαρμακείων το 2011/10, εν μέσω γενικότερης ύφεσης και θεσμικών παρεμβάσεων, σύμφωνα με τα αποτελέσματα σχετικής μελέτης της ICAP Group.
Πτώση της τάξεως του 7,6% σημείωσαν οι συνολικές πωλήσεις των φαρμακείων το 2011/10, εν μέσω γενικότερης ύφεσης και θεσμικών παρεμβάσεων, σύμφωνα με τα αποτελέσματα σχετικής μελέτης της ICAP Group.
«Η συνεχιζόμενη οικονομική ύφεση και κυρίως οι παρεμβάσεις της πολιτείας (μείωση ποσοστών περιθωρίου κέρδους, διαδοχικές μειώσεις στις τιμές των φαρμάκων με σκοπό τη δραστική μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης), αλλάζουν δραστικά το περιβάλλον του φαρμακευτικού κλάδου στο σύνολό του, συμπεριλαμβανομένων και των φαρμακείων», τονίζεται στη μελέτη.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αξία των συνολικών λιανικών πωλήσεων φαρμάκων την περίοδο 2004-2009 κατέγραψε ανοδική πορεία, ενώ την τελευταία διετία υποχώρησε και το 2011/10 παρουσίασε μείωση κατά 7,8%.
Η συντριπτική πλειοψηφία των φαρμακείων (70%) εκτιμάται ότι πραγματοποιεί ετήσιο κύκλο εργασιών μεταξύ 200.000 ευρώ και 800.000 ευρώ, ενώ τα φαρμακεία των οποίων οι ετήσιες συνολικές πωλήσεις δεν ξεπερνούν τις 200.000 ευρώ εκτιμώνται σε ποσοστό 16% του συνόλου.
Σχετικά με τη διάρθρωση ανά κατηγορία φαρμάκου, τα συνταγογραφούμενα φάρμακα εκτιμάται ότι κάλυψαν ποσοστό 72% επί των συνολικών πωλήσεων των φαρμακείων το 2011. Ακολούθησαν τα φάρμακα υψηλού κόστους και τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, το μερίδιο των οποίων εκτιμάται σε 10% και 8% επί του συνόλου αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τη διευθύντρια Οικονομικών - Κλαδικών Μελετών της ICAP Group, κ. Σταματίνα Παντελαίου, κύριο χαρακτηριστικό της λιανικής αγοράς φαρμάκων είναι η ύπαρξη πληθώρας σημείων πώλησης, διάσπαρτων σε όλη τη χώρα, με αποτέλεσμα η εν λόγω αγορά να είναι «κατακερματισμένη». Η συντριπτική πλειοψηφία των φαρμακείων αφορά μεμονωμένα / ανεξάρτητα καταστήματα (ομόρρυθμες, ετερόρρυθμες και ατομικής μορφής επιχειρήσεις).
Όπως λέει η κ. Παντελαίου, στην εγχώρια αγορά φαρμακείων δραστηριοποιούνται και κάποιες εταιρείες (ιδρυθείσες στην πλειοψηφία τους από φαρμακοποιούς), οι οποίες έχουν αναλάβει την «κεντρική συμβουλευτική διαχείριση» ενός δικτύου φαρμακείων, τα οποία λειτουργούν με τον ίδιο «διακριτικό τίτλο», έχουν κοινούς προμηθευτές σε ορισμένα είδη και παρέχουν κάποιες εξειδικευμένες υπηρεσίες στους πελάτες τους.
Περαιτέρω, μεγάλο μέρος των φαρμακοποιών είναι μέλη στους οικείους προμηθευτικούς συνεταιρισμούς ανά περιοχή, οι οποίοι αποτελούν και την βασική πηγή προμήθειας φαρμάκων.
Στον κλάδο των φαρμακείων εκτιμάται ότι απασχολούνται, στην παρούσα φάση, 11.300 φαρμακοποιοί, 4.000 βοηθοί φαρμακοποιοί και 15.000 λοιπό προσωπικό (συνολικά 30.000 εργαζόμενοι περίπου).