Αρνείται εδώ και 62 μήνες η Αργεντινή τις οικονομικές εκτιμήσεις που το ΔΝΤ πραγματοποιεί κάθε χρόνο στα 188 κράτη μέλη του, όπως ανακοίνωσε το Ταμείο, λίγες ημέρες πριν από μια κρίσιμη για τη χώρα σύνοδο του θεσμού.
Αρνείται εδώ και 62 μήνες η Αργεντινή τις οικονομικές εκτιμήσεις που το ΔΝΤ πραγματοποιεί κάθε χρόνο στα 188 κράτη μέλη του, όπως ανακοίνωσε το Ταμείο, λίγες ημέρες πριν από μια κρίσιμη για τη χώρα σύνοδο του θεσμού.
Συγκεκριμένα, την Παρασκευή το ΔΝΤ ενδέχεται να αποφασίσει κυρώσεις εναντίον του Μπουένος Αιρες, το οποίο κατηγορείται εδώ και πολλούς μήνες ότι παραποιεί τις στατιστικές του για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό.
Σε μια ανακοίνωση που δεν σχετίζεται με αυτή τη διαδικασία, το ΔΝΤ ανέφερε πως είχε την Τρίτη μια «ανεπίσημη ενημέρωση» των ομάδων του για την οικονομική κατάσταση στην Αργεντινή και διευκρίνισε πως η κανονική εκτίμηση της χώρας έχει «καθυστερήσει 62 μήνες».
Η Αργεντινή, η οποία θεωρεί το ΔΝΤ υπεύθυνο για την χρεοκοπία της χώρας το 2001, αρνείται εδώ και χρόνια στις ομάδες του ΔΝΤ να εκτιμούν την οικονομική πολιτική της.
Η τελευταία ετήσια έκθεση του Ταμείου για τη χώρα δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο του 2006.
Το 2008, ο Αλμπέρτο Φερνάντες, τότε πρώτος στην ιεραρχία της κυβέρνησης της Αργεντινής, είχε δηλώσει πως δεν ανέχεται να πραγματοποιείται έλεγχος από το ΔΝΤ «όταν οι οικονομικές συνθήκες (της χώρας) είναι σταθερές».
Το Ταμείο δεν προβλέπει κυρώσεις για τις χώρες που αρνούνται τις ετήσιες εκτιμήσεις, ωστόσο από το 2012 δημοσιεύει ανακοινώσεις στις οποίες κατονομάζονται οι χώρες που καθυστερούν για πολλούς μήνες τον έλεγχο.
Ο Ισημερινός ήταν η πρώτη χώρα που υπέδειξε το Νοέμβριο το ΔΝΤ. Τον Ιανουάριο, ο οργανισμός είχε ανακοινώσει πως η Μαδαγασκάρη και η Ερυθραία ανήκουν στην ίδια κατηγορία. Σύμφωνα με ένα έγγραφο του ΔΝΤ που είχε δημοσιευτεί το περασμένο καλοκαίρι, η Σομαλία είναι η χώρα μέλος που καταγράφει τη μεγαλύτερη καθυστέρηση στους κόλπους του θεσμού. Η τελευταία εκτίμησή της χρονολογείται από το 1989. Και η Βενεζουέλα όμως δεν δέχεται από το 2004 τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ.
Πηγές: ΑΜΠΕ, Γαλλ. Πρακτορείο