Τα στοιχεία για την ευρωπαϊκή ανεργία, που ανακοινώθηκαν την περασμένη εβδομάδα, καταγράφουν με απόλυτη σαφήνεια το πρόβλημα της ελλιπούς απασχόλησης, το οποίο, αν και είναι απειλητικό για το μεγαλύτερο μέρος της Ευρωζώνης, έχει ήδη λάβει εκρηκτικές διαστάσεις για χώρες όπως η Ελλάδα και η Ισπανία οι οποίες κατέχουν τις πρώτες θέσεις της «γκρίζας» κατάταξης.
Τα στοιχεία για την ευρωπαϊκή ανεργία, που ανακοινώθηκαν την περασμένη εβδομάδα, καταγράφουν με απόλυτη σαφήνεια το πρόβλημα της ελλιπούς απασχόλησης, το οποίο, αν και είναι απειλητικό για το μεγαλύτερο μέρος της Ευρωζώνης, έχει ήδη λάβει εκρηκτικές διαστάσεις για χώρες όπως η Ελλάδα και η Ισπανία οι οποίες κατέχουν τις πρώτες θέσεις της «γκρίζας» κατάταξης. Και αν θελήσει κανείς να διαπιστώσει πού ακριβώς εντοπίζεται το μεγαλύτερο πρόβλημα, πέρα από τα ποσοστά, αναζητώντας τη χώρα στην οποία η ανεργία δεν αυξήθηκε μόνο με τον ταχύτερο ρυθμό αλλά παρουσιάζεται και σε ιστορικά πρωτοφανή ποσοστά, όχι μόνο σε απόλυτα μεγέθη, αλλά και στις αντοχές της κοινωνίας, η Ελλάδα διατηρεί αδιαμφισβήτητα το θλιβερό κορυφαίο ενδιαφέρον.
Περισσότερο, όμως, από τα ίδια τα ποσοστά του 26,8% ή το 1.000.000 επιπλέον ανέργους, που έχουν βρεθεί εκτός αγοράς εργασίας από το 2008 έως το 2012, βαραίνει η διαπίστωση πως δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις στην οικονομία που να υποδεικνύουν ότι οι εφιαλτικοί αριθμοί της ανεργίας θα πάψουν σύντομα να στοιχειώνουν το παρόν και το μέλλον της ελληνικής πραγματικότητας και θα αποτελέσουν παρελθόν.
Απέναντι σε αυτήν την εικόνα οι δράσεις που ανακοινώθηκαν από την κυβέρνηση, οι οποίες περιλαμβάνουν κατάρτιση με απόκτηση και βελτίωση γνώσεων ή πρακτική άσκηση, θυμίζουν τη γνωστή αναφορά αναποτελεσματικότητας όπου επιχειρείται να καταπολεμηθεί μια βαριά ασθένεια με τη χρήση ασπιρίνης, μόνο και μόνο επειδή αυτό το φάρμακο είναι άμεσα διαθέσιμο και εύκολο. Πιο απλά για να μπορέσουν να έχουν αποτελεσματικότητα τα προγράμματα κατάρτισης θα πρέπει να υπάρχουν επιχειρήσεις με διαθέσιμες θέσεις εργασίας στις οποίες θα απασχοληθούν οι καταρτιζόμενοι.
Ομοίως απαιτείται η ύπαρξη επιχειρήσεων για να εφαρμοστούν και να πιάσουν τόπο και τα προγράμματα πρακτικής άσκησης. Και για να υπάρξουν επιχειρήσεις απαραίτητη είναι η ύπαρξη επαρκούς ζήτησης, κυρίως από το εσωτερικό, μιας και οι εξαγωγικές μας επιδόσεις, αν και βελτιωμένες, απέχουν πολύ από το να θεωρηθούν ότι μπορούν μόνες τους να σύρουν την ανάπτυξη. Και τελικά, για να αναπτυχθεί η ζήτηση, χρειάζονται εισοδήματα που θα την υποστηρίξουν.
Ωστόσο το μόνο βέβαιο, σε μια ακόμη χρονιά αβεβαιότητας, είναι ότι τα διαθέσιμα εισοδήματα τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα θα περιοριστούν είτε ευθέως, λόγω περικοπών, είτε εμμέσως με την ευρεία φορολογική επίθεση που σχεδιάστηκε και ψηφίστηκε και η οποία αναμένει την υλοποίησή της.
Προφανώς, λοιπόν, κάπου χρειάζεται μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και ευρηματικότητα για να σπάσει ο φαύλος κύκλος της ανεργίας και της ύφεσης. Αλλιώς το μόνο που θα μπορούμε να κάνουμε είναι να καταμετρούμε τις απώλειες και να περιμένουμε τις επερχόμενες ολέθριες συνέπειές τους.
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - [email protected]