Εντατικές και συνεχείς θα είναι οι απευθείας συνομιλίες του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Γλαύκου Κληρίδη, με τον ηγέτη των Τουρκοκυπρίων, Ραούφ Ντενκτάς, οι οποίες άρχισαν σήμερα σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα, στο Διεθνή Aερολιμένα Λευκωσίας, στην «νεκρή» ζώνη.
Οι δύο πλευρές συμφώνησαν να συναντώνται κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή στις 5 μ.μ., χωρίς όμως να έχει καθορισθεί χρονοδιάγραμμα.
Οπως δήλωσε μετά τη συνάντηση, που διήρκησε 90 λεπτά, ο ειδικός σύμβουλος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για το Κυπριακό, Αλβάρο ντε Σότο, η σημερινή συζήτηση έγινε σε δύο φάσεις.
Στην αρχή κάθισαν στο τραπέζι των συνομιλιών ο πρόεδρος Κληρίδης και ο κ. Ντενκτάς με την παρουσία του κ. ντε Σότο, χωρίς τους συμβούλους τους. Ακολούθησε συζήτηση παρουσία και των συμβούλων των ηγετών των δύο κοινοτήτων και του αξιωματούχου του ΟΗΕ.
Ο κ. ντε Σότο χαρακτήρισε την πρώτη συνάντηση ως πολύ ενθαρρυντική αρχή. «Οι δύο ηγέτες άρχισαν αμέσως τη συζήτηση επί της ουσίας του Κυπριακού». Σιγήν ιχθύος τήρησε ο πρόεδρος Κληρίδης μετά το πέρας των συνομιλιών, ενώ και ο κ. Ντενκτάς αρνήθηκε να αναφερθεί στο περιεχόμενο.
Διπλωματικές, ωστόσο πηγές, παρέπεμπαν στις χθεσινές δηλώσεις Ντενκτάς και στις κινήσεις του. Ο Ντενκτάς απέφυγε να συναντηθεί χθες με τον εκπρόσωπο των Ηνωμένων Εθνών. Ο ηγέτης του κατοχικού καθεστώτος ανέφερε πως ο ρόλος του απεσταλμένου του Διεθνούς Οργανισμού είναι να ακούσει τις δύο πλευρές και να μεταφέρει τα λεχθέντα στον Γενικό Γραμματέα.
Ο Ντενκτάς, που έκανε λόγο για «προσπάθειες εκφυλισμού της διαδικασίας» χωρίς να αναφέρει ποιους εννοεί, υποστήριξε την υιοθέτηση μιας φόρμουλας η οποία θα «δείχνει μια Κύπρο στο εξωτερικό, αλλά θα διατηρεί στο εσωτερικό τα δύο κράτη και τα δύο έθνη».
Ο τουρκοκυπριακός Τύπος γράφει σήμερα ότι οι συνομιλίες μεταξύ Κληρίδη-Ντενκτάς θα διαρκέσουν μεταξύ πέντε και 25 μηνών.
Πηγές του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών υπογραμμίζουν την προσδοκία της γερμανικής κυβέρνησης ότι «ενόψει της προόδου που σημειώνεται στην ενταξιακή πορεία, οι δύο πλευρές θα αξιοποιήσουν αυτήν την ευκαιρία προκειμένου να επιτύχουν μία αμοιβαία αποδεκτή λύση». Αναφέρουν, ωστόσο, ότι δεν μπορεί να προεξοφληθεί η έκβαση των απευθείας διαπραγματεύσεων και «φρόνιμο θα ήτο» να αποφευχθεί σε αυτήν την ευαίσθητη περίοδο η «εκπομπή παράσιτων» που θα μπορούσαν να την τορπιλίσουν.