Από την 1η Ιουνίου 2012, βιολογικά προϊόντα πιστοποιημένα στην Ευρώπη ή στις Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να πωλούνται εκατέρωθεν ως βιολογικά.
Από την 1η Ιουνίου 2012, βιολογικά προϊόντα πιστοποιημένα στην Ευρώπη ή στις Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να πωλούνται εκατέρωθεν ως βιολογικά.
Όπως επισημαίνεται σε ανακοίνωση της Κομισιόν, η εταιρική σχέση μεταξύ των δύο μεγαλύτερων στον κόσμο παραγωγών βιολογικών προϊόντων θα αποτελέσει ισχυρό θεμέλιο για την προώθηση της βιολογικής γεωργίας, προς όφελος του αναπτυσσόμενου κλάδου της βιολογικής γεωργίας, καθώς και της απασχόλησης και των επιχειρήσεων σε παγκόσμια κλίμακα.
Ο κλάδος των βιολογικών προϊόντων στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση μαζί αποτιμάται σε περίπου 40 δισ. ευρώ και αυξάνεται κάθε χρόνο.
Τις επίσημες επιστολές για τη σύσταση αυτής της εταιρικής σχέσης υπέγραψαν στις 15 Φεβρουαρίου 2012 στην Νυρεμβέργη της Γερμανίας, ο αρμόδιος για θέματα γεωργίας και αγροτικής ανάπτυξης Επίτροπος Dacian Cioloş, η υφυπουργός Γεωργίας των ΗΠΑ Kathleen Merrigan και ο Πρέσβης Isi Siddiqui, εμπορικός εκπρόσωπος των ΗΠΑ επικεφαλής διαπραγματευτής γεωργικών θεμάτων. Η υπογραφή έλαβε χώρα στη BioFach World Organic Fair, τη μεγαλύτερη στον κόσμο εμπορική έκθεση βιολογικών προϊόντων.
Έως τώρα, οι καλλιεργητές και οι επιχειρήσεις που επιθυμούσαν να εμπορεύονται τα προϊόντα και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού χρειάζονταν ξεχωριστές πιστοποιήσεις με βάση δύο πρότυπα, γεγονός που σήμαινε διπλά τέλη, επιθεωρήσεις και γραφειοκρατία. Με την εταιρική σχέση εξαλείφονται σημαντικά εμπόδια, ιδίως για τους μικρούς και μεσαίου μεγέθους παραγωγούς βιολογικών προϊόντων. Επιτρέπονται πλέον η εμπορία όλων των προϊόντων που πληρούν τους όρους της εταιρικής σχέσης και η επισήμανση τους ως πιστοποιημένων βιολογικών προϊόντων, κρέατος, δημητριακών ή κρασιού.
Προτού οι δύο πλευρές καταλήξουν στη σημερινή ιστορική ανακοίνωση διεξήγαγαν ενδελεχείς επιτόπιους ελέγχους για να διασφαλίσουν ότι είναι συμβατές οι ρυθμίσεις που προβλέπουν τα προγράμματά τους, τα μέτρα ελέγχου της ποιότητας, οι απαιτήσεις πιστοποίησης και οι πρακτικές στην επισήμανση.
Μολονότι υπάρχουν ελάχιστες διαφορές μεταξύ των προτύπων των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τα βιολογικά προϊόντα, καθένα από τα δύο μέρη έκρινε ότι τα προγράμματά τους ήταν ισοδύναμα, εκτός από την απαγόρευση της χρήσης αντιβιοτικών. Σύμφωνα με τους κανονισμούς του Υπουργείου Γεωργίας (USDA) των ΗΠΑ για τις βιολογικές καλλιέργειες, απαγορεύεται η χρήση αντιβιοτικών, εκτός εάν πρόκειται για αντιμετώπιση των χωροκατακτητικών βακτηριακών λοιμώξεων (βακτηριακή φλόγωση) σε βιολογικές καλλιέργειες μηλιάς και αχλαδιάς. Οι κανονισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις βιολογικές καλλιέργειες επιτρέπουν τα αντιβιοτικά μόνο για την αγωγή μολυσμένων ζώων. Για όλα τα προϊόντα των οποίων το εμπόριο καλύπτει η εν λόγω εταιρική σχέση, οι οργανισμοί πιστοποίησης οφείλουν να επιβεβαιώνουν ότι δεν χρησιμοποιούνται αντιβιοτικά για κανένα λόγο.
Επιπλέον, όλα τα προϊόντα των οποίων το εμπόριο καλύπτει η εν λόγω εταιρική σχέση πρέπει να αποστέλλονται με πιστοποιητικό εξαγωγής βιολογικών προϊόντων. Με το έγγραφο αυτό θα δηλώνεται ο τόπος παραγωγής, θα ταυτοποιείται ο οργανισμός πιστοποίησης του βιολογικού προϊόντος, θα βεβαιώνεται ότι δεν χρησιμοποιήθηκαν απαγορευμένες ουσίες και μέθοδοι, θα πιστοποιείται η τήρηση των όρων της εταιρικής σχέσης και θα καθίσταται δυνατή η ιχνηλάτηση των διακινούμενων προϊόντων.
Τα δύο μέρη δεσμεύονται να εξασφαλίσουν ότι όλα τα διακινούμενα βιολογικά προϊόντα πληρούν τους όρους της εταιρικής σχέσης και διατηρούν τη βιολογική τους ακεραιότητα από το αγρόκτημα έως την αγορά. Η Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και το Εθνικό Πρόγραμμα Βιολογικής Παραγωγής του Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ (USDA) - το οποίο επιβλέπει όλα τα βιολογικά προϊόντα στις ΗΠΑ - θα αναλάβουν καίριο εποπτικό ρόλο.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση θα συνεχίσουν τις τακτικές συζητήσεις τους και θα επανεξετάζουν τα προγράμματα της άλλης πλευράς σε τακτά χρονικά διαστήματα, για να ελέγχουν κατά πόσον τηρούνται οι όροι της εταιρικής σχέσης. Επιπλέον, η ΕΕ και οι ΗΠΑ θα αρχίσουν τη διαμόρφωση σειράς πρωτοβουλιών συνεργασίας για την προώθηση της βιολογικής παραγωγής και την αντιμετώπιση σημαντικών θεμάτων, όπως η καλή μεταχείριση των ζώων και άλλα. Τα δύο προγράμματα θα ανταλλάσσουν συνεχώς τεχνικές πληροφορίες και βέλτιστες πρακτικές, με σκοπό την περαιτέρω ενίσχυση της ακεραιότητας των βιολογικών συστημάτων φυτικής και ζωικής παραγωγής.
«Η συμφωνία αυτή έχει διπλή προστιθέμενη αξία. Από τη μία πλευρά, οι βιοκαλλιεργητές και οι παραγωγοί τροφίμων θα ωφεληθούν από την ευκολότερη πρόσβαση, με λιγότερη γραφειοκρατία και λιγότερο κόστος, στις αγορές των ΗΠΑ και της ΕΕ, που θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα του κλάδου αυτού. Από την άλλη πλευρά, η συμφωνία αυτή βελτιώνει τη διαφάνεια σχετικά με τα πρότυπα βιολογικής παραγωγής και ενισχύει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και την αναγνώριση των βιολογικών τροφίμων και προϊόντων μας», δήλωσε ο αρμόδιος για θέματα γεωργίας και αγροτικής ανάπτυξης Επίτροπος Dacian Cioloş. «Αυτή η εταιρική σχέση σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα, καθώς αναβαθμίζεται το επίπεδο συνεργασίας ΕΕ-ΗΠΑ όσον αφορά τις εμπορικές σχέσεις τους σε θέματα γεωργικών προϊόντων.»
«Αυτή η εταιρική σχέση συνεπάγεται ευρύ φάσμα νέων ευκαιριών στην αγορά για τους βιοκαλλιεργητές και τις επιχειρήσεις από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού» δήλωσε η Αμερικανίδα υφυπουργός Γεωργίας κα Merrigan. «Αποτελεί επιτυχία για την αμερικανική οικονομία και τη στρατηγική του προέδρου Ομπάμα για την απασχόληση. Αυτή η εταιρική σχέση θα ανοίξει νέες αγορές για τους αμερικανούς γεωργούς και κτηνοτρόφους βιολογικής παραγωγής, θα προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες στις μικρές επιχειρήσεις και θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας στις αμερικανικές επιχειρήσεις που συσκευάζουν, αποστέλλουν και εμπορεύονται βιολογικά προϊόντα.»
«Πρόκειται για σημαντικό βήμα στην ενδυνάμωση των διμερών εμπορικών μας σχέσεων», πρόσθεσε ο Πρέσβης Isi Siddiqui. «Είμαι βέβαιος ότι η ρύθμιση αυτή θα διευκολύνει και θα ενισχύσει τις γεωργικές συναλλαγές μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών και θα αποφέρει περισσότερες θέσεις εργασίας σε αυτόν τον σημαντικό κλάδο, τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη.»