Έλλειμμα 1,5 δισ. ευρώ, μειωμένο κατά 45,9% ή 1,3 δισ. ευρώ από εκείνο του Ιανουαρίου 2011, παρουσίασε το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών τον Ιανουάριο του 2012, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ).
Έλλειμμα 1,5 δισ. ευρώ, μειωμένο κατά 45,9% ή 1,3 δισ. ευρώ από εκείνο του Ιανουαρίου 2011, παρουσίασε το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών τον Ιανουάριο του 2012, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ).
Αναλυτικότερα, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου περιορίστηκε κατά 894 εκατ. ευρώ, λόγω της μείωσης των καθαρών πληρωμών για εισαγωγές καυσίμων και για αγορές πλοίων, κατά 539 και 137 εκατ. ευρώ αντίστοιχα, αλλά και λόγω του περιορισμού του ελλείμματος του ισοζυγίου των λοιπών αγαθών κατά 218 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται ότι η εμφανιζομένη μείωση των καθαρών πληρωμών για καύσιμα οφείλεται στη βάση σύγκρισης, δεδομένου ότι οι καθαρές πληρωμές τον Ιανουάριο του 2011 περιελάμβαναν αυξημένη δαπάνη που αφορούσε και εισαγωγές του 2010 (η σχετική πληρωμή είχε μετατεθεί χρονικά από τον εισαγωγέα). Το εμπορικό έλλειμμα εκτός καυσίμων και πλοίων περιορίστηκε κυρίως λόγω της ανόδου των εισπράξεων από εξαγωγές κατά 215 εκατ. ευρώ ή 23,6%, ενώ η δαπάνη για αντίστοιχες εισαγωγές παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητη (-0,1%).
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών αυξήθηκε κατά 218 εκατ. ευρώ λόγω αύξησης των καθαρών εισπράξεων από υπηρεσίες μεταφορών, αλλά και επειδή το ισοζύγιο των «λοιπών» υπηρεσιών παρουσίασε μικρό πλεόνασμα, έναντι ελλειμμάτων τον Ιανουάριο τόσο του 2011 όσο και του 2010. Τέλος, το έλλειμμα του ισοζυγίου ταξιδιωτικών υπηρεσιών ήταν κατά 28 εκατ. ευρώ μικρότερο από ό,τι τον Ιανουάριο του 2011. Ειδικότερα, οι ταξιδιωτικές δαπάνες στην Ελλάδα από μη κατοίκους μειώθηκαν κατά 9,4% (οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών μειώθηκαν κατά 2,8%, σύμφωνα με την έρευνα συνόρων της Τράπεζας της Ελλάδος), ενώ οι αντίστοιχες δαπάνες στο εξωτερικό από κατοίκους Ελλάδος μειώθηκαν κατά 19,0%. Οι ακαθάριστες εισπράξεις από υπηρεσίες μεταφορών (κυρίως από την εμπορική ναυτιλία) δεν μεταβλήθηκαν σημαντικά (-1,2%), αλλά, επειδή οι αντίστοιχες πληρωμές μειώθηκαν αισθητά (κατά 13,9%), οι καθαρές εισπράξεις αυξήθηκαν κατά 16,0%.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου εισοδημάτων μειώθηκε κατά 44 εκατ. ευρώ, επειδή μειώθηκαν οι καθαρές πληρωμές για τόκους, μερίσματα και κέρδη.
Τέλος, το ισοζύγιο τρεχουσών μεταβιβάσεων παρουσίασε πλεόνασμα μεγαλύτερο από εκείνο του Ιανουαρίου του 2011 κατά 109 εκατ. ευρώ, αντανακλώντας άνοδο των καθαρών μεταβιβαστικών εισπράξεων του τομέα της γενικής κυβέρνησης (κυρίως από την ΕΕ) κατά 98 εκατ. ευρώ. Ταυτόχρονα, οι λοιποί τομείς (κυρίως μεταναστευτικά εμβάσματα) εμφάνισαν χαμηλότερες καθαρές πληρωμές από ό,τι τον Ιανουάριο του 2011. (Υπενθυμίζεται ότι οι ακαθάριστες τρέχουσες μεταβιβάσεις από την ΕΕ περιλαμβάνουν κυρίως τις καταβολές από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) καθώς και τις καταβολές από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, ενώ οι τρέχουσες μεταβιβάσεις προς την ΕΕ περιλαμβάνουν τις αποδόσεις-πληρωμές της Ελλάδος στον Κοινοτικό Προϋπολογισμό.)
Ισοζύγιο Κεφαλαιακών Μεταβιβάσεων
Τον Ιανουάριο του 2012 το ισοζύγιο κεφαλαιακών μεταβιβάσεων παρουσίασε έλλειμμα 24,4 εκατ. ευρώ, διπλάσιο εκείνου του Ιανουαρίου του 2011, αντανακλώντας αποκλειστικά αύξηση των καθαρών μεταβιβαστικών πληρωμών των λοιπών εκτός γενικής κυβέρνησης τομέων. (Οι κεφαλαιακές μεταβιβάσεις από την ΕΕ περιλαμβάνουν κυρίως τις καταβολές από τα Διαρθρωτικά Ταμεία - πλην του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου - και το Ταμείο Συνοχής, βάσει του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης.)
Τέλος, το συνολικό ισοζύγιο μεταβιβάσεων (τρεχουσών και κεφαλαιακών) παρουσίασε πλεόνασμα 765 εκατ. ευρώ, κατά 97 εκατ. ευρώ μεγαλύτερο από εκείνο του Ιανουαρίου του 2011.
Συνολικό Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών και Κεφαλαιακών Μεταβιβάσεων
Το συνολικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαιακών μεταβιβάσεων (το οποίο αντιστοιχεί στις ανάγκες της οικονομίας για χρηματοδότηση από το εξωτερικό) εμφάνισε έλλειμμα ύψους 1,5 δισεκ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2012, έναντι 2,8 δισεκ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2011 (μείωση κατά 45,2%).
Ισοζύγιο Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών
Τον Ιανουάριο του 2012 οι άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα από μη κατοίκους εμφάνισαν καθαρή εκροή 116 εκατ. ευρώ (έναντι καθαρής εκροής 63 εκατ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2011), η οποία οφείλεται κυρίως στην καταγραφή αρνητικών επανεπενδυθέντων κερδών (δηλαδή ζημιών αντί κερδών στους ισολογισμούς των εταιριών που έχουν πραγματοποιήσει άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα).
Οι άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό από κατοίκους Ελλάδος εμφάνισαν καθαρή εκροή 47 εκατ. ευρώ (έναντι καθαρής εκροής 49 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2011) χωρίς αξιοσημείωτες συναλλαγές.
Στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου καταγράφηκε καθαρή εκροή ύψους 82 εκατ. ευρώ (έναντι καθαρής εκροής 926 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2011). Αυτή οφείλεται κυρίως στην εκροή κεφαλαίων λόγω αύξησης των τοποθετήσεων κατοίκων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια αλλά και σε χρηματοοικονομικά παράγωγα του εξωτερικού κατά 200 και 84 εκατ. ευρώ αντιστοίχως. Επίσης, καταγράφηκε μείωση των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε μετοχές ελληνικών επιχειρήσεων κατά 29 εκατ. ευρώ (εκροή). Οι κινήσεις αυτές αντισταθμίστηκαν εν μέρει από την εισροή 145 εκατ. ευρώ λόγω αύξησης των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου αλλά και από την εισροή 86 εκατ. ευρώ λόγω μείωσης των τοποθετήσεων κατοίκων σε μετοχές του εξωτερικού.
Όσον αφορά τις «λοιπές» επενδύσεις, καταγράφηκε καθαρή εισροή ύψους 2,2 δισ. ευρώ (έναντι καθαρής εισροής 3,1 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2011). Η εισροή αυτή οφείλεται κυρίως στην αύξηση των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα κατά 2,0 δισ. ευρώ, αλλά και στην μείωση των τοποθετήσεων των κατοίκων Ελλάδος σε καταθέσεις και repos του εξωτερικού κατά 1,65 δισ. ευρώ (εισροή). Οι εξελίξεις αυτές αντισταθμίστηκαν από τη μείωση των καθαρών δανειακών υποχρεώσεων του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα προς μη κατοίκους κατά 1,3 δισ. ευρώ (εκροή). Επίσης καθαρή εκροή ύψους 46 εκατ. ευρώ σημειώθηκε λόγω αύξησης των δανείων που έχουν χορηγηθεί προς μη κατοίκους.
Στο τέλος Ιανουαρίου 2012 τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας διαμορφώθηκαν σε 5,3 δισ. ευρώ.