Επιστολή με αντικείμενο την υπογραφή εθνικής σύμβασης απέστειλε στους προέδρους των ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ και ΕΣΕΕ η ΓΣΕΕ. Ειδικότερα, ζητεί να υπάρξει διάλογος, ώστε να επικαιροποιηθεί και να αποτελέσει αντικείμενο Εθνικής Σύμβασης η από 3/2/2012 συμφωνία των κοινωνικών φορέων.
Επιστολή με αντικείμενο την υπογραφή εθνικής σύμβασης απέστειλε στους προέδρους των ΣΕΒ , ΓΣΕΒΕΕ και ΕΣΕΕ η ΓΣΕΕ. Ειδικότερα, ζητεί να υπάρξει διάλογος, ώστε να επικαιροποιηθεί και να αποτελέσει αντικείμενο Εθνικής Σύμβασης η από 3/2/2012 συμφωνία των κοινωνικών φορέων.
Στόχος της Συνομοσπονδίας είναι η επιδιωκόμενη Σύμβαση να υπογραφεί στην έδρα του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας υπό την αιγίδα του, ώστε να μην υπάρξουν περιθώρια αμφισβητήσεων.
Η ΓΣΕΕ τονίζει στην επιστολή της ότι είναι αναγκαίο να αποκατασταθεί η θεσμική ισχύς και το περιεχόμενο της ΕΓΣΣΕ, να επαναθεμελιωθούν σε σταθερές βάσεις οι πυλώνες του συλλογικού δικαίου και να στηριχθούν οι δράσεις οι οποίες χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από εισφορές εργοδοτών-εργαζομένων (OEK, OEE).
Το πλήρες κείμενο της επιστολής
Είναι γνωστές οι κοσμογονικές ανατροπές που επήλθαν στα εισοδήματα των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα –των πλέον ανασφαλών και χαμηλά αμοιβόμενων- με την υπογραφή του δεύτερου μνημονίου- δανειακής σύμβασης και του σχετικού εφαρμοστικού νόμου.
Χωρίς ίχνος υπερβολής ισχυριζόμαστε ότι με την τμηματική νομοθέτηση ποικίλων ανατροπών, αρχικά με την κατάργηση – πάγωμα της επέκτασης των Συλλογικών Συμβάσεων και κατόπιν με την ουσιαστική κατάργηση της μετενέργειας (καθώς το ζήτημα δεν είναι χρονικό αλλά ποιοτικό ως προς το τι μετενεργεί αν δεν υπογραφεί συλλογική σύμβαση), το πλαίσιο συλλογικής προστασίας και η συνταγματικά κατοχυρωμένη συλλογική αυτονομία έχουν πλήρως αποδιαρθρωθεί στη χώρα μας.
Η ουσιαστική αφαίρεση της αρμοδιότητας σύναψης Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας από τις οργανώσεις των ενώσεων των εργοδοτών και της ΓΣΕΕ και η μεταβίβαση στην κρατική εξουσία του δικαιώματος προσδιορισμού του κατώτερου μισθού και ημερομισθίου αποτελεί την κορυφαία ανατροπή καθώς η συλλογική διαπραγμάτευση καταργείται, οι οργανώσεις εκπροσώπησης εργαζομένων – εργοδοτών παραμερίζονται και η ισχύς του κράτους αποτελεί μοναδικό παράγοντα προσδιορισμού των αμοιβών.
Ο κοινωνικός διάλογος στη χώρα μας έχει καταντήσει το πλέον σύντομο ανέκδοτο. Άλλωστε δεν έχει παρέλθει μεγάλος χρόνος από την 3/2/12 όταν από κοινού απευθύναμε επιστολή στον τότε Πρωθυπουργό με το αποτέλεσμα της συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων και ως προς τις συμβάσεις και τη μη μείωση των κατώτερων αμοιβών όπως και για την λειτουργία των φορέων κοινωνικής πολιτικής (Εργατική Εστία και Κατοικία) οι οποίοι χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από εργαζόμενους και εργοδότες και δεν επιβαρύνουν ούτε κατά 1 ευρώ τον κρατικό προϋπολογισμό. Ο κοινωνικός διάλογος και η προκύψασα συμφωνία ως αποτέλεσμά του όδευσαν στον κάλαθο των αχρήστων καθώς ο κατώτατος μισθός νομοθετικά μειώθηκε κατά 22% και κατά 32% για τους νέους μέχρι 25 ετών, η μετενέργεια καταργήθηκε, οι φορείς κοινωνικής πολιτικής έκλεισαν!!
Στην περίοδο ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις έγιναν κινήσεις εντυπωσιασμού για δήθεν μορατόριουμ και «συμφωνίες κυρίων» οι οποίες όπως αντιλαμβάνεστε συσκότισαν και συσκοτίζουν το πραγματικό πρόβλημα.
Ας ξεφύγουμε λοιπόν από τις «σειρήνες» της επικοινωνίας και ας εργαστούμε μεθοδικά και υπεύθυνα να θεμελιώσουμε μια συμφωνία που θα γίνει σεβαστή από κυβέρνηση και τρόικα και θα δώσει ανάσα στους εργαζόμενους και στις υγιείς δυνάμεις της επιχειρηματικότητας που στενάζουν από την ένταση των πολιτικών της «εσωτερικής υποτίμησης».
Σας καλούμε να συζητήσουμε να επικαιροποιήσουμε και εν τέλει να συμφωνήσουμε και να ΣΥΜΒΑΣΙΟΠΟΙΗΣΟΥΜΕ όλα όσα περιλαμβάνονται στην από 3/2/12 επιστολή μας στον Πρωθυπουργό.
- Να αποκαταστήσουμε τη θεσμική ισχύ και το περιεχόμενο της ΕΓΣΣΕ.
- Να επαναθεμελιώσουμε σε σταθερές βάσεις τους πυλώνες του συλλογικού δικαίου (μετενέργεια – επεκτασιμότητα) καθώς και τη σαφή διάκριση κάθε επιπέδου συλλογικής διαπραγμάτευσης (εθνικό – κλαδικό – ομοιοεπαγγελματικό - επιχειρησιακό).
- Να στηρίξουμε τις δράσεις που από κοινού χρηματοδοτούμε.
Εφόσον καταλήξουμε –και έχουμε βάσιμους λόγους να θεωρούμε ότι μπορούμε να καταλήξουμε- σε συμφωνία σας προτείνουμε να την υπογράψουμε ως Εθνική Σύμβαση – συμφωνία στην έδρα του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, υπό την αιγίδα του, ούτως ώστε κανένας να μην έχει περιθώρια αμφισβητήσεων και ταλαντεύσεων.
Η ισορροπημένη αλλά σαφώς εκπεφρασμένη θέση και στάση του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας αποτελεί το υψηλότερο εχέγγυο για την ευόδωση της προσπάθειάς μας.
Ευελπιστώντας στην αποδοχή της πρότασής μας σας καλούμε τις προσεχείς ημέρες να συναντηθούμε αφού προσδιορίσουμε χρόνο και τόπο με τη βεβαιότητα ότι λύσεις υπάρχουν και οφείλουμε να τις αναζητήσουμε.