Αλλαγές στο πλαίσιο του εγχώριου εμπορίου σταφίδας φέρνει απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε προδικαστικό ερώτημα του ΣτΕ, έπειτα από προσφυγή της εταιρείας Φραγκόπουλος ΑΕ, κατά Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κορινθίας. Σύμφωνα με την απόφαση, ο νόμος 5531977 είναι περιοριστικός και αντίκειται στην κοινοτική νομοθεσία.
Αλλαγές στο πλαίσιο του εγχώριου εμπορίου σταφίδας φέρνει απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε προδικαστικό ερώτημα του ΣτΕ, έπειτα από προσφυγή της εταιρείας Φραγκόπουλος ΑΕ, κατά Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κορινθίας. Σύμφωνα με την απόφαση, ο νόμος 5531977 είναι περιοριστικός και αντίκειται στην κοινοτική νομοθεσία.
Η εν λόγω εταιρεία διατηρεί εργοστάσιο επεξεργασίας και συσκευασίας σταφίδας στο Κιάτο - δεύτερη ζώνη της περιοχής Α΄. Εκεί παράγεται η σταφίδα «Κόρφος» (που δεν προστατευόταν με την εθνική ή κοινοτική ΠΟΠ κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών). Το 2001, η Φραγκόπουλος ζήτησε άδεια για να διακινεί, να αποθηκεύει, να επεξεργάζεται και να συσκευάζει στον νομό Κορινθίας, με σκοπό την εμπορία –περιλαμβανομένης της εμπορίας σε άλλα κράτη μέλη–, σταφίδα προερχόμενη από άλλα τμήματα της περιοχής Α΄, καθώς και από την περιοχή B΄.
Ωστόσο, η νομαρχιακή αρχή Κορινθίας απέρριψε την αίτηση βάσει του νόμου 553/1977, με αποτέλεσμα η Φραγκόπουλος να προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας για να ζητήσει ακύρωση της απόφασης.
Σύμφωνα με την εταιρεία, η υποχρέωση των μεταποιητικών επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες στην περιοχή A΄ να χρησιμοποιούν αποκλειστικά σταφίδα από το διαμέρισμα της περιοχής Α΄ όπου είναι εγκατεστημένες ξεπερνάει το σκοπό της προστασίας της ποιότητας και της φήμης της σταφίδας «Βοστίτσα» και, επομένως, είναι αντίθετη με το δίκαιο της Ένωσης και με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων.
Η Φραγκόπουλος διατείνεται ότι ο νόμος 553/1977 θα έθιγε την οικονομική της ελευθερία και την ελευθερία ανταγωνισμού της. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι επιχειρήσεις της περιοχής A΄ δεν διαθέτουν επαρκή πρώτη ύλη προς επεξεργασία και υπολειτουργούν, ενώ οι επιχειρήσεις της περιοχής B΄ μπορούν να αγοράζουν σταφίδα από τις δύο περιοχές Α΄ και Β΄, έχοντας άφθονη πρώτη ύλη στη διάθεσή τους και, επομένως, τη δυνατότητα να παράγουν περισσότερο και σε καλύτερη τιμή.
Το ΣτΕ ζήτησε από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης διευκρινίσεις σχετικά με το εάν η εταιρεία μπορεί να επικαλεστεί, ενώπιον εθνικού δικαστηρίου, την απαγόρευση των ποσοτικών περιορισμών επί των εξαγωγών (άρθρο 29 ΕΚ) σε περίπτωση στην οποία οι επίμαχοι περιορισμοί αφορούν περιοχές ενός και του αυτού κράτους μέλους και είναι τυπικώς ουδέτεροι έναντι των ενδοκοινοτικών συναλλαγών, επισημαίνοντας ότι οι διατάξεις του νόμου 553/1977 παρεμποδίζει την εταιρεία να εισκομίζει στην περιοχή όπου είναι εγκατεστημένη σταφίδα προερχόμενη από άλλες περιοχές της Ελλάδας, προκειμένου όχι μόνο να την επεξεργάζεται και να τη συσκευάζει, αλλά και να την εξάγει σε άλλα κράτη μέλη.
Όπως επισημαίνει στη γνωμοδότησή του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, η σταφίδα υπάγεται σε κοινή οργάνωση αγορών. Κάθε ρύθμιση που μπορεί να παρακωλύει, άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά, το ενδοκοινοτικό εμπόριο συνιστά μέτρο ισοδύναμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό επί των εξαγωγών
Επιπλέον, τονίζει ότι η εθνική ρύθμιση, που απαγορεύει σε επιχειρηματία,να προμηθεύεται σταφίδα από γεωγραφικές ζώνες του κρατους διαφορετικές από αυτήν στην οποία είναι εγκατεστημένος, έχει επιπτώσεις στον όγκο των εξαγωγών αυτού.
Επομένως, κατά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο η εθνική ρύθμιση αποτελεί μέτρο ισοδύναμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό επί των εξαγωγών. Η Συνθήκη, επισημαίνει, δεν αντίκειται στις απαγορεύσεις ή στους περιορισμούς των εξαγωγών που δικαιολογούνται από λόγους προστασίας της βιομηχανικής και εμπορικής ιδιοκτησίας. Ωστόσο, θεωρεί ότι η πρόβλεψη χωριστών γραμμών παραγωγής ή χωριστών αποθετηρίων στα οποία θα γίνεται αποθήκευση, επεξεργασία και συσκευασία αποκλειστικώς σταφίδας της ίδιας γεωγραφικής καταγωγής αποτελεί κάλλιστα δυνατή λύση, λιγότερο περιοριστική για την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων.
Το πνεύμα των διατάξεων της Συνθήκης στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, καταλήγει το ΔΕΕ, δεν επιτρέπει στα κράτη μέλη να ορθώνουν απροσπέλαστα εσωτερικά σύνορα προκειμένου να διαφυλάσσουν την προβαλλόμενη ανώτερη ποιότητα ορισμένων προϊόντων τους, δεδομένου μάλιστα ότι το δίκαιο της Ένωσης παρέχει τα αναγκαία μέσα για τη διαφύλαξη της ποιότητας όσων προϊόντων διαθέτουν χαρακτηριστικά που χρήζουν προστασίας.