«Αιφνιδιαστικά και εν κρυπτώ η κυβέρνηση, που ομνύει δήθεν στη διαβούλευση και στη διαφάνεια, επιχειρεί να νομοθετήσει νέα αλλοπρόσαλλα φοροεισπρακτικά μέτρα, άνευ κοινωνικού ανταλλάγματος, διαλύοντας κοινωνικές ομάδες και επαγγέλματα. Είναι σαφές ότι οι δικηγόροι βρίσκονται υπό διωγμό», τονίζει σε ανακοίνωσή του ο ΔΣΑ.
«Αιφνιδιαστικά και εν κρυπτώ η κυβέρνηση, που ομνύει δήθεν στη διαβούλευση και στη διαφάνεια, επιχειρεί να νομοθετήσει νέα αλλοπρόσαλλα φοροεισπρακτικά μέτρα, άνευ κοινωνικού ανταλλάγματος, διαλύοντας κοινωνικές ομάδες και επαγγέλματα. Είναι σαφές ότι οι δικηγόροι βρίσκονται υπό διωγμό», τονίζει σε ανακοίνωσή του ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών (ΔΣΑ).
«Με την υπαγωγή του δικηγορικού λειτουργήματος στο ΦΠΑ», συνεχίζει η ανακοίνωση, «το αντιμετώπισαν ως απλή εμπορική πράξη. Με την κατάργηση των ελαχίστων αμοιβών βάλλεται η αξιοπρέπεια μας. Τώρα μας ζητούν να γίνουμε φοροεισπράκτορες του εαυτού μας. Δεν θα επιτρέψουμε την εξαθλίωση των δικηγόρων που ήδη μαστίζονται εξ αιτίας του υπερπληθυσμού και της οικονομικής κρίσης».
Στην ανακοίνωσή του ο ΔΣΑ αναφέρει ακόμη τα εξής: “Πάντα, οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, υπεύθυνα και με την επιστημοσύνη που τους διακρίνει, τείνουν χείρα βοηθείας με σκοπό την εδραίωση του Κράτους Δικαίου. Ενόψει του νέου φορολογικού νόμου εγκαίρως υποβάλαμε τις προτάσεις μας στο πλαίσιο των νέων ρυθμίσεων που επιβάλλει η περίφημη «απελευθέρωση» του επαγγέλματος. Αντ’ αυτών βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια πέρα από κάθε λογική, εκτρωματική, προτεινόμενη διάταξη στο νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή. Η αντίδρασή μας ήταν άμεση, αλλά επίσημη απάντηση από κυβερνητικά στελέχη ποτέ δεν λάβαμε, αν και ακόμα από το βήμα της Βουλής διαβεβαίωναν αναληθώς ότι θα ληφθούν υπ’ όψιν οι προτάσεις μας. Χωρίς, λοιπόν, καμία ενημέρωση, συμπτωματικά, μάθαμε τη νέα τροποποίηση ως προς τη φορολογική μεταχείριση των δικηγόρων.
Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στους λοιπούς ελεύθερους επαγγελματίες προβλέπεται η ΑΥΤΟπαρακράτηση φόρου σε κάθε ακαθάριστη αμοιβή της τάξεως του 15%. Το υπό πτώχευση κράτος μας ζητά να μεταφερθεί τουλάχιστον κατά ένα έτος νωρίτερα η φορολογική υποχρέωση των δικηγόρων ανεξαρτήτως του πραγματικού εισοδήματός τους. Λίαν προσφάτως βιώσαμε τη μη επιστροφή του ΦΠΑ, γιατί να μη συμβεί αυτό και στους παρακρατηθέντες υπερβάλλοντες φόρους; Και ενώ το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη, στη βαθιά ύφεση που έχει περιπέσει η χώρα προστίθεται γραφειοκρατία. Με τέτοια μέτρα όχι μόνο δεν πατάσσεται η φοροδιαφυγή, αλλά δημιουργούνται κίνητρα ενίσχυσής της.
Το υπό ψήφιση μέτρο θα πλήξει κυρίως τους νέους και ανεξάρτητους, εκτός οργανωμένων γραφείων, δικηγόρους με χαμηλά εισοδήματα, επιβαρύνοντάς τους, μάλιστα, με νέες δαπάνες, (π.χ. de facto υποχρεωτική συνεργασία με λογιστικά γραφεία).
Αναρωτιόμαστε ποιοι είναι αυτοί οι σύμβουλοι, οι νοσηροί εγκέφαλοι που εισηγούνται τέτοιες ρυθμίσεις με γνώμονα προσωπικές εμπάθειες και πολιτικές και ως πότε η Κυβέρνηση θα ανέχεται αυτούς που εκτροχιάζουν τον πολιτική εξυγίανσης και οδηγούν την χώρα σε κοινωνική αποσάθρωση».