Επιζήμια για την ελληνική αγορά αποδεικνύεται προς το παρόν η στάση αναμονής όσον αφορά στην αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους, όπως φαίνεται στις συνεδριάσεις της τρέχουσας βδομάδας, επισημαίνει η Merit.
Επιζήμια για την ελληνική αγορά αποδεικνύεται προς το παρόν η στάση αναμονής όσον αφορά στην αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους, όπως φαίνεται στις συνεδριάσεις της τρέχουσας βδομάδας, επισημαίνει στο σχόλιό της η Merit ΧΑΕΠΕΥ.
Σύμφωνα με τη χρηματιστηριακή, σημαντική αντίσταση αποδεικνύονται πλέον οι 1340 μονάδες, ενώ αν οι αρνητικές ειδήσεις υπερτερήσουν σε σχέση με τις θετικές στις 2 εβδομάδες που μεσολαβούν μέχρι την κρίσιμη εβδομάδα 20-24 Ιουνίου (Eurogroup-Σύνοδος Κορυφής) και η πτώση συνεχιστεί, σημαντικό θα είναι να διατηρηθεί η στήριξη των 1240 μονάδων.
Σημαντικός καταλύτης για τη συνέχεια ίσως αποδειχθεί η δέσμευση ορισμένων ισχυρών αξιωματούχων για βοήθεια στην Ελλάδα παρά το υψηλό κόστος. Η αποφυγή ενός φαινομένου ντόμινο που θα εξαπλωνόταν σε αρκετές οικονομίες της ευρωζώνης είναι ένα ισχυρό επιχείρημα για να πεισθούν όσοι αντιδρούν στο σχέδιο διάσωσης, εκτιμά η Merit.
Με αυτά τα δεδομένα, σημειώνει η χρηματιστηριακή, οι τραπεζικές μετοχές θα συνεχίσουν να είναι ευμετάβλητες για όλο το μήνα χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί η επιστροφή τους σε νέα χαμηλά. Οι τράπεζες μπορούν να πρωταγωνιστήσουν θετικά, έστω βραχυπρόθεσμα, αν απομακρυνθεί το σενάριο haircut στα ελληνικά ομόλογα για τουλάχιστον 2-3 χρόνια.
Η εθελοντική διακράτηση ομολόγων αναμένεται να γίνει δεκτή από τις ελληνικές τράπεζες, είναι κάτι όμως που θα τους στερήσει σημαντική ρευστότητα που θα πρέπει να αναπληρωθεί με άλλο τρόπο.
Αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι οι καταθέσεις στην Ελλάδα βρέθηκαν σε οριακό σημείο τον Απρίλιο (196,7 δις ευρώ) με την τάση να παραμένει πτωτική και το ότι η εξάρτηση των τραπεζών από την ΕΚΤ κατά τον ίδιο μήνα μειώθηκε στα 86,8 δισ. ευρώ, με μικρές μειώσεις να αναμένονται και τους επόμενους μήνες, δημιουργούνται μεγάλα ερωτηματικά για το από πού μπορούν να αντλήσουν ρευστότητα οι τράπεζες.
Επομένως, σημειώνει η Merit, δεν θα πρέπει να αποκλείονται νέες αυξήσεις κεφαλαίου, νέα ομολογιακά δάνεια ή και τραπεζικά deals ακόμα.