Μείωση της φορολόγησης των επιχειρήσεων και των συντελεστών του ΦΠΑ ζητεί η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων (ΓΣΕΒΕΕ), η οποία κατέθεσε τις προτάσεις της κατά τη συνάντηση του υπουργού Οικονομικών Ευάγγελου Βενιζέλου με τους παραγωγικούς φορείς.
Μείωση της φορολόγησης των επιχειρήσεων και των συντελεστών του ΦΠΑ ζητεί η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων (ΓΣΕΒΕΕ), η οποία κατέθεσε τις προτάσεις της κατά τη συνάντηση του υπουργού Οικονομικών Ευάγγελου Βενιζέλου με τους παραγωγικούς φορείς. Στόχος των προτάσεων αυτών είναι, σύμφωνα με τη Συνομοσπονδία, η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και η ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων.
Οι προτάσεις θα συζητηθούν διεξοδικά και κατά την συνάντηση με τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Παντελή Οικονόμου την Τρίτη 23 Αυγούστου.
Σύνοψη του υπομνήματος της ΓΣΕΒΕΕ:
Βασικοί στόχοι και αρχές του Νέου Φορολογικού θα πρέπει να είναι και οι εξής:
1. Η ανατροπή του συνδρόμου της “παραίτησης” και αποχής, του “άστο και θα δούμε”, του ενεργού παραγωγικού δυναμικού της χώρας και ιδιαίτερα της Μικρής κλίμακας επιχειρηματικότητας, στην δραστηριοποίηση της οποίας ελπίζουν και επενδύουν όλοι στην Ευρώπη και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
2. Η αποφυγή παγίωσης του “ο σώζων εαυτώ σωθήτω” με συνέπεια την επενδυτική αποχή, την ένταση της φοροδιαφυγής και τη διοχέτευση δισεκατομμυρίων € σε “ασφαλή” εκτός Ελλάδος “καταφύγια”.
3. Η εμπέδωση αισθήματος δικαιοσύνης σε συνδυασμό με την επανεξέταση της φορολόγηση οικονομικών δραστηριοτήτων που έως τώρα υποφορολογούνται ή δεν φορολογούνται.
4. Η μείωση των συντελεστών ΦΠΑ και των φορολογικών συντελεστών των επιχειρήσεων με προϋποθέσεις. Η χωρίς όρους μείωση έχει αποδειχτεί ότι οδηγεί μεγάλο μέρος των υπερσυσσωρευμένων κερδών σε μηχανισμούς εκτός πραγματικής οικονομίας οι οποίοι δημιουργούν προϋποθέσεις και δυνατότητες καταστροφής της ίδας της πραγματικής οικονομίας.
5. Η στόχευση για την αναδιάρθρωση και κινητοποίηση της μήτρας της επιχειρηματικότητας, που δεν είναι άλλη από τις Μικρές επιχειρήσεις.
6. Η διευκόλυνση της επενδυτικής επαναδραστηριοποίησης των ΜΜΕ με αυτοχρηματοδότηση.
7. Ο περιορισμός του κόστους συμμόρφωσης. Σύμφωνα με την έρευνα για την φορολογία στην Ευρώπη, οι ΜΜΕ δαπανούν ένα επιπλέον 31% των καταβληθέντων φόρων για φορολογική συμμόρφωση, ενώ για τις μεγάλες επιχειρήσεις το ποσοστό αυτό είναι μόλις 2%. Απαραίτητη η αναζήτηση και θεσμοθέτηση ενός δεύτερου πυλώνα – παράλληλου πιο απλού φορολογικού συστήματος - προαιρετικού για μικρές επιχειρήσεις.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
I. ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΜΕ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
1. Μείωση της φορολόγησης των επιχειρήσεων κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις που αφορούν: α) στην διατήρηση των θέσεων εργασίας ή και στην δημιουργία νέων, β) στις επενδύσεις για εκσυγχρονισμό και εξωστρέφεια των επιχειρήσεων (αφορολόγητο αποθεματικό), γ) φοροαπαλλαγές για μεταβίβαση πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων από τη μια γένια στην άλλη. Δραστικότερη μείωση σε φθίνουσες περιοχές με μεγάλη ανεργία και αποεπένδυση.
2. Μείωση συντελεστών ΦΠΑ – κατά 3 μονάδες ο υψηλός και 4 μονάδες ο χαμηλός - για την επαναδραστηριοποίηση της ζήτησης και την αλλαγή της ψυχολογίας στην αγορά. Άμεση ανάκληση της αύξησης του ΦΠΑ στην εστίαση.
3. Κατάργηση του φόρου πολυτελείας 10% στην παραγωγή -βιοτεχνία προϊόντων αργυροχρυσοχοΐας και δερματίνων ειδών.
4. Αρση των φορολογικών αντικινήτρων για την αγορά κατοικίας (1ης, 2ης παραθεριστικής) και ακίνητα επαγγελματικής και βιοτεχνικής χρήσης.
5. “Επαναπατρισμός” κεφαλαίων και φορολόγηση με συντελεστή 0,5% για όσα επενδύονται σε ακίνητα και επιχειρηματικές δραστηριότητες.
6. Κατάργηση του φόρου παρεπιδημούντων 0,5% επί του τζίρου των επιχειρήσεων εστίασης και τουρισμού. Αντικατάσταση με παραχώρηση του φόρου περιουσίας στους Ο.Τ.Α.
7. Περιορισμός με νομοθετική ρύθμιση των αυξήσεων στις δημοτικές φορολογίες (όχι πάνω από το μέσο όρο του ευρωπαϊκού πληθωρισμού).
ΙΙ. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
8. Προώθηση νομοθετικής ρύθμισης σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση συναλλαγής με πίστωση, ο αγοραστής θα είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει τουλάχιστον το ποσό του ΦΠΑ στον πωλητή εντός ενός μηνός από την έκδοση του τιμολογίου, επί ποινή μη αναγνώρισης του παραστατικού. Το ίδιο φυσικά θα πρέπει να ισχύει και στις συναλλαγές των επιχειρήσεων με το Δημόσιο.
9. Περιορισμός του ορίου μεταχρονολόγησης των επιταγών σε βάθος 4ετίας. Σύμφωνα δε και με έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Ιούλιος 2011) αυτό προτείνει και το 80% των επιχειρηματιών.
10. Αμεσος συμψηφισμός ΦΠΑ, οφειλών προς ΔΟΥ με επιστροφές. Ιδιαίτερη μέριμνα για την επιστροφή ΦΠΑ στις εξαγωγικές επιχειρήσεις.
11. Εφαρμογή των διατάξεων της νέας Οδηγίας 2011/7/ΕΕ για την καθυστέρηση πληρωμών, όπου προβλέπεται η εξόφληση των υποχρεώσεων του Δημοσίου εντός 30 ημερών.
12. Θεσμοθέτηση ενός είδους εκχώρησης απαιτήσεων προς τα πιστωικά ιδρύματα χωρίς αναγωγή (factoring without recourse) για απαιτήσεις των επιχειρήσεων από το Δημόσιο.
13. Δημιουργία δεύτερου – παράλληλου, προαιρετικού συστήματος απόδοσης ΦΠΑ για τις μικρές επιχειρήσεις σύμφωνα με την καταγεγραμμένη εφαρμογή και εμπειρία σε άλλες αναπτυγμένες χώρες.
ΙΙΙ. ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ
14. Κατάργηση του ΚΒΣ και ενσωμάτωση των βασικών διατάξεων στη φορολογία εισοδήματος.
15. Απλοποίηση του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.
16. Κωδικοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας στο διαδίκτυο. Δημιουργία τράπεζας πληροφοριών με θέσεις τις Διοίκησης που δεν έχουν δημοσιοποιηθεί (και νομολογία).
17. Πλήρης λειτουργία του Περιουσιολογίου.
18. Κατάργηση της «βιομηχανίας» των εγκυκλίων που τροφοδοτούν τη γραφειοκρατία και πολλές φορές αναιρούν την εφαρμογή των μέτρων.
19. Ηλεκτρονική διασύνδεση του Υπ. Οικονομικών με τους υπόλοιπους φορείς της Δημόσιας Διοίκησης για μείωση της γραφειοκρατίας και του κόστους που αυτή επιφέρει στις επιχειρήσεις.
20. Να τεθεί – και να τηρείται – ένα συγκεκριμένο όριο φορολογικής «μνήμης». Προτείνεται να είναι η 3ετία όπως είχε νομοθετηθεί κατά το παρελθόν (2004) ώστε να μην υπάρχει «ομηρεία» των επιχειρήσεων από τη συσσώρευση ανέλεγκτων χρήσεων.
21. Τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας
22. Επαναφορά του αφορολόγητου ορίου στις 12.000 € - είναι άδικο να επιβάλλεται φόρος σε μηνιαία εισοδήματα 700€ ή και χαμηλότερα.
23. Εξορθολογισμός των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ και ειδικών φόρων κατανάλωσης) που όχι μόνο είναι εξ ορισμού κοινωνικά άδικοι αλλά επιπλέον αυξάνουν υπέρμετρα και το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων. Για παράδειγμα οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης στην ενέργεια (ηλεκτρική ενέργεια, πετρέλαιο, φυσικό αέριο) είναι πολλαπλάσιοι εκείνων που επιβάλλουν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και των ορίων που αναφέρονται στις σχετικές Οδηγίες της ΕΕ.
24. Διατήρηση της αφαίρεσης των ασφαλιστικών εισφορών και ιδιαίτερα αυτών του ΟΑΕΕ από το φορολογητέο εισόδημα. Σημειωτέον, ότι οι ασφαλιστικές εισφορές στον ΟΑΕΕ είναι υποχρεωτικές, δηλαδή υποχρεωτικό έξοδο για τον επιχειρηματία που δεν καταχωρείται στα βιβλία της επιχείρησης. Η κατάργηση του κίνητρου αυτού θα επιδεινώσει ακόμα περισσότερο τα έσοδα του ΟΑΕΕ, την ίδια την βιωσιμότητα του, την δυνατότητα για πληρωμή συντάξεων και προφανώς θα δημιουργήσει πιέσεις στον προϋπολογισμό για κάλυψη των ελλειμμάτων του.
25. Για τους συγγενείς Α’ βαθμού που απασχολούνται σε οικογενειακές επιχειρήσεις (συμβοηθούντα μέλη) να δίνεται η δυνατότητα αφαίρεσης ποσού από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης (τεκμαρτή δαπάνη) με βάση τον κατώτατο μισθό της ΕΓΣΣΕ. Με την υποχρέωση και δυνατότητα ασφάλισής τους σε ξεχωριστή, χαμηλή (50%) κατηγορία του ΙΚΑ.
26. Εξομοίωση της φορολογίας των ατομικών επιχειρήσεων με τις προσωπικές εταιρίες (ΟΕ, ΕΕ).
27. Μέριμνα για πλήρη αφαίρεση των ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΩΝ επισφαλών απαιτήσεων στο έτος που αναγνωρίζονται από την επιχείρηση – ως ανείσπρακτες - μετά από κοινοποίηση εξώδικης πρόσκλησης συμβιβασμού στον πελάτη που θα φέρει βέβαια ημερομηνία επίδοσης. Κατάργηση του υφιστάμενου τρόπου υπολογισμού των επισφαλειών που αναγνωρίζονται ως ζημία σε ποσοστό 0,5% που έγινε 1% και επανήλθε στο 0,5% με τις πολύπλοκες διαδικασίες υπολογισμού και το υψηλό κόστος διαχείρισης.
28. Οι τράπεζες να εκδίδουν παραστατικά, όπως όλες οι υπόλοιπες επιχειρήσεις.
29. Εξορθολογισμός του Ελάχιστου Κόστους Κατασκευής (ΕΚΚ). Δημιουργεί μεγάλες στρεβλώσεις και συνιστά μεγάλο κίνητρο για φοροαποφυγή.
30. Μείωση της προκαταβολής φόρου (κατά 50%) για τα 3 πρώτα έτη λειτουργίας των νέων επιχειρήσεων.
31. Διατήρηση του καθεστώτος χαμηλής φορολογίας για νέους επιχειρηματίες. Μηδενική φορολόγηση στις 10 πρώτες περιοχές υψηλής ανεργίας και αποεπένδυσης.
32. Παροχή φορολογικών κινήτρων για δαπάνες ενεργειακής αναβάθμισης επιχειρήσεων. Επιλογή κλάδων ως πρώτη προτεραιότητα. Ένταξή τους ως επιλέξιμες δαπάνες για το αφορολόγητο αποθεματικό κερδών.
33. Διατήρηση του καθεστώτος φορολόγησης των ΟΕ και ΕΕ (μη κεφαλαιουχικές, οικογενειακής μορφής επιχειρήσεις).
34. Κατάργηση τέλους επιτηδεύματος και αντικατάστασή του με 1‰ επί του τζίρου σε όλες τις επιχειρήσεις όλων των νομικών μορφών (ατομικές, ΟΕ, ΕΕ, ΕΠΕ, ΑΕ) ανεξαρτήτως κλάδου δραστηριότητας (τραπεζικός τομέας, χρηματοπιστωτικός, ναυτιλιακός κλπ) και ανεξαρτήτως ιδιοκτησιακού καθεστώτος (ιδιωτικές, δημόσιες). Δημιουργία ειδικού αποθεματικού για το Ασφαλιστικό σύστημα. Μέριμνα για μείωση του συντελεστή 1‰ σε δραστηριότητες με χαμηλό συντελεστή κέρδους (πχ εμπόριο καπνικών προϊόντων κλπ). Θα δημιουργηθούν έτσι και οι προϋποθέσεις για την επιζητούμενη μείωση του μη μισθολογικού κόστους στις επιχειρήσεις.
35. Υιοθέτηση της αρχής «προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις» στη φορολογική νομοθεσία. Πριν την ψήφιση ενός νόμου ή την εφαρμογή μιας κανονιστικής πράξης θα πρέπει να αναλύονται οι επιπτώσεις των διατάξεων στη λειτουργία των μικρών επιχειρήσεων, κάτι που σήμερα δεν συμβαίνει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι ρυθμίσεις που προβλέπουν την απαγόρευση χρήσης μετρητών σε συναλλαγές άνω των 1.500€ με καταναλωτές, η καταβολή μισθοδοσίας υποχρεωτικά μέσω τραπεζών, κ.α. Η καταβολή μισθοδοσίας μέσω τραπεζών να ισχύσει αρχικά πιλοτικά για επιχειρήσεις με 50 άτομα προσωπικό και άνω, ενώ για τις ασφαλιστικές εισφορές και τον ΦΜΥ να ισχύει για όλες ανεξαρτήτως τις επιχειρήσεις. Πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη η δυσχερής γεωγραφική κατανομή των ελληνικών επιχειρήσεων και η άρνηση εργαζομένων για άνοιγμα ατομικού τραπεζικού λογαριασμού. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να προβλεφθεί και η χωρίς κόστος τραπεζική διαχείριση αλλά και η νομοθέτηση (αυστηρές ποινές) για την απαγόρευση «παρέμβασης» για οποιοδήποτε λόγο στους λογαριασμούς αυτούς από την τράπεζα.
36. Εξορθολογισμός των ποινών. Είναι πλέον σαφές ότι η προσπάθεια επίτευξης φορολογικής συμμόρφωσης και αύξησης των εσόδων μέσω της αυστηροποίησης των ποινών έχει αποτύχει. Οι ποινές και τα πρόστιμα δεν μπορεί να υπερβαίνουν τη δυνατότητα για πληρωμή. Να τεθεί όριο με βάση το τζίρο. Το ύψος των προστίμων που μπορεί να επιβληθούν σε μια επιχείρηση μέσα σε ένα έτος να μην ξεπερνούν το 15% των ακαθάριστων εσόδων της, με εξαίρεση τις περιπτώσεις έκδοσης πλαστών και εικονικών τιμολογίων. Το φαινόμενο των πλαστών και εικονικών τιμολογίων πρέπει να αντιμετωπιστεί σοβαρά ώστε να μην ταλαιπωρούνται και καταστρέφονται επιχειρήσεις παραλήπτριες που δεν γνώριζαν αποδεδειγμένα. Να τιμωρούνται αυστηρά οι πραγματικοί υπεύθυνοι.
37. Κατάργηση της απόρριψης βιβλίων για τυπικούς λόγους. Πλήρης κατάργηση της ανεπάρκειας και ανακρίβειας των βιβλίων των επιχειρήσεων, διότι είναι μέτρο το οποίο οδηγεί και σε φαινόμενα «συναλλαγής».
38. Εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας, διότι είναι παράλογο να οδηγείται μια επιχείρηση σε κλείσιμο για 3 παραβάσεις, ανεξαρτήτως βαρύτητας και ύψους συναλλαγής.
39. Μείωση της προκαταβολής από το 50% που είναι σήμερα στο 10%, σε περίπτωση προσφυγής των φορολογουμένων στη δικαιοσύνη.
40. Όλες οι δαπάνες για τις επιχειρήσεις πρέπει να θεωρούνται παραγωγικές εκ του νόμου και να γνωστοποιούνται μόνο αυτές που δεν γίνονται αποδεκτές από την διοίκηση στο διαδίκτυο.
41. Αντικειμενικοποίηση των ελέγχων και συμμετοχή των παραγωγικών φορέων στη διαδικασία επιλογής του ετήσιου προς έλεγχο δείγματος. Καθιέρωση ενιαίου τύπου ελέγχου ανάλογα με την κατηγορία και νομική μορφή των επιχειρήσεων. Τα «βήματα» του ελέγχου να είναι γνωστά στις επιχειρήσεις.
42. Σύνδεση των ποινών με ουσιαστικές παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας και όχι με παρατυπίες που δεν υποκρύπτουν καμία παρανομία. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι σήμερα ακόμα και ο πιο νόμιμος φορολογούμενος φοβάται τον έλεγχο, λόγω του κινδύνου εντοπισμού τυπικών παραβάσεων
43. Παροχή δυνατότητας επαναδημιουργίας βιβλίων σε περιπτώσεις καταστροφής τους, ώστε να μην εφαρμόζεται εξωλογιστικός προσδιορισμός.
44. Αύξηση των ορίων Β’ κατηγορίας βιβλίων από 1,5 εκατ. € σε 2 εκατ. €
45. Διατήρηση της προαιρετικής διαδικασίας αυτοελέγχου των μικρών επιχειρήσεων, με αύξηση των ορίων προκειμένου να απελευθερωθούν και πόροι για τον έλεγχο υποθέσεων με μεγαλύτερο φορολογικό ενδιαφέρον.
46. Περιορισμός του επιτοκίου προσαυξήσεων σε επίπεδα ίσα με το επιτόκιο δανεισμού του Δημοσίου. Οι μεγάλες προσαυξήσεις αποτελούν στην πράξη ανασταλτικό παράγοντα για την καταβολή των οφειλών.
47. Αυστηρότερο πλαίσιο για τη φορολόγηση των offshore εταιριών στην Ελλάδα, με παράλληλη δημοσιοποίηση των μετόχων. Εκπόνηση μελέτης από ειδικούς εμπειρογνώμονες για τον αποτελεσματικότερο έλεγχο των ενδο-ομιλικών και των «τριγωνικών» συναλλαγών, όπου υπάρχουν τα μεγάλα περιθώρια νόμιμης φοροαποφυγής.
48. Δημιουργία Συμβουλευτικής Υπηρεσίας. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το ζήτημα της συμβουλευτικής των μικρών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των νέων. Χρειάζεται ένας συμβουλευτικός έλεγχος σε σχέση με την ποιότητα της τήρησης βιβλίων, προτείνοντας βελτιώσεις, και ενημέρωση για την υποβολή δηλώσεων και τις υποχρεώσεις πληρωμών.
Η ΓΣΕΒΕΕ προτείνει, παράλληλα με την λειτουργία του ΣΔΟΕ, να συσταθεί αντίστοιχη υπηρεσία με εξειδικευμένο προσωπικό που δεν θα επιβάλει κυρώσεις αλλά θα καθοδηγεί τις επιχειρήσεις. Μια υπηρεσία, δηλαδή που θα ασκεί προληπτικό και συμβουλευτικό έλεγχο με βάση ένα «check list», ώστε να επισημαίνονται και να διορθώνονται τυχόν παραλείψεις και παρατυπίες, όπως άλλωστε προτείνουν και διεθνείς οργανισμοί (Παγκόσμια Τράπεζα, 2007).
49. Πιστοποίηση Λογιστών – Φοροτεχνικών. Η πιστοποίηση, ενημέρωση και δια βίου εκπαίδευση του κλάδου των φοροτεχνικών είναι από τα σημαντικότερα θέματα που πρέπει να αντιμετωπίσει ο νέος φορολογικός νόμος.
Ο κλάδος αυτός έρχεται σε άμεση επαφή τόσο με τους επιχειρηματίες όσο και με την διοίκηση υλοποιώντας την φορολογική και ασφαλιστική νομοθεσία δημιουργώντας το κατάλληλο κλίμα για συμμόρφωση των επιχειρήσεων και την εμπέδωση φορολογικής και ασφαλιστικής συνείδησης.