Το περιεχόμενο της επιστολής της τρόικας προς το υπουργείο Εργασίας για την κατάργηση της ΕΣΣΕ και τη μείωση του βασικού μισθού, έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, Γιάννης Παναγόπουλος.
Την κατάργηση της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, καθώς επίσης τη μείωση και το «πάγωμα» του βασικού μισθού μέχρι να επανέλθει η ανάπτυξη, ζητούσε η τρόικα στην επιστολή της που έστειλε με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο στο υπουργείο Εργασίας στις 2 Οκτωβρίου, λίγο πριν από τη συνάντησή της με τον υπουργό Γ. Κουτρουμάνη.
Το περιεχόμενο της επιστολής έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, Γιάννης Παναγόπουλος.
Μεταξύ άλλων, η τρόικα σημειώνει ότι «πολλές χώρες με παρόμοιες συνθήκες μείωσαν τον κατώτερο μισθό για να βελτιώσουν τις προοπτικές της απασχόλησης» και υποστηρίζει ότι «ένας περαιτέρω λόγος για να μειωθούν οι μισθοί και να υπάρξει μια μετριοπαθής μισθολογική ανάπτυξη στον ιδιωτικό τομέα» είναι ότι με τον τρόπο αυτό «θα βοηθηθεί η απορρόφηση εργαζομένων που πρέπει να απελευθρωθούν από τον δημόσιο Τομέα».
Στην επιστολή αναφέρονται και παρατηρήσεις της τρόικας οι οποίες συμπεριλήφθηκαν εν μέρει ή εξολοκλήρου στο πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών.
Στο ζήτημα των κλαδικών συμβάσεων, η τρόικα ζητά να «παγώσουν» για 3 έτη (να μην κηρύσσονται υποχρεωτικές από το υπουργείο Εργασίας και να μην επεκτείνονται ώστε να καλύψουν και τα μη μέλη). Το νομοσχέδιο προβλέπει «πάγωμα» των κλαδικών συμβάσεων για 2 έτη.
Η πρόταση της τρόικας για τις επιχειρησιακές συμβάσεις περιλαμβάνεται αυτούσια στο νομοσχέδιο. Σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, οι διαπραγματεύσεις και οι συμφωνίες μπορούν στο εξής να γίνονται, όχι μόνο όχι μόνο από σωματεία αλλά και Ενώσεις Προσώπων κάτω των 20 ατόμων με τη συμμετοχή των 2/3 των εργαζομένων.
Εξάλλου, προτείνει στην κυβέρνηση να προχωρήσει σε διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους, ώστε να «διασφαλίσει τη δίκαιη κατανομή του βάρους της κρίσης και των κερδών της ανάκαμψης. Τέλος, χαρακτηρίζει «εξίσου σημαντική» την ανάγκη «επέκτασης των διαβουλεύσεων πέραν των κύριων διαπραγματευτών, των εθνικών και τομεακών συμβάσεων, τα συμφέροντα των οποίων πιθανά να τείνουν λιγότερο προς την προστασία των πιο ευάλωτων ομάδων».
πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ