Το 20% αγγίζει σωρευτικά η μείωση πωλήσεων στις μεγάλες επιχειρήσεις την τελευταία τριετία, σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε σήμερα στα γραφεία του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) με πρωτοβουλία του ΣΕΒ. «Πληγή» για τις επιχειρήσεις η έλλειψη ρευστότητας.
Το 20% αγγίζει σωρευτικά η μείωση πωλήσεων στις μεγάλες επιχειρήσεις την τελευταία τριετία, σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε σήμερα στα γραφεία του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) με πρωτοβουλία του ΣΕΒ.
Σύμφωνα με την έρευνα, στην οποία συμμετείχαν πάνω από 2.000 από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις της χώρας, οι οποίες απασχολούν περίπου 320.000 εργαζόμενους, «πληγή» παραμένει η έλλειψη ρευστότητας, κυρίως όμως λόγω αντίστοιχου προβλήματος που αντιμετωπίζουν οι πελάτες / προμηθευτές των επιχειρήσεων (ποσοστό 48%) αλλά και λόγω της περιορισμένης έως ανύπαρκτης χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα (36,5% των επιχειρήσεων).
Ιδιαίτερα καθοριστική είναι η μείωση του τραπεζικού δανεισμού στον κατασκευαστικό κλάδο, καθώς πάνω από το 60% των κατασκευαστικών επιχειρήσεων δηλώνει πως αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα. Στο συγκεκριμένο κλάδο σημειώνεται άλλωστε και ισχυρότερη έκθεση στην κρίση μεταξύ άλλων και λόγω της συρρίκνωσης δημοσίων έργων. Εντονο πρόβλημα ρευστότητας αντιμετωπίζουν την ίδια ώρα και οι επιχειρήσεις μεταποίησης λόγω αμεσότερων πληρωμών σε προμηθευτές του εξωτερικού και πίεσης από ανταγωνιστές χαμηλού κόστους.
Σε γενικές γραμμές οι επιχειρήσεις δεν φαίνονται διατεθειμένες να προχωρήσουν σε μείωση προσωπικού αλλά, εφόσον χρειαστεί, σε συγκράτηση ή μείωση των αποδοχών και περικοπές σε πριμ ή έμμεσες παροχές. Οι μικρότερου μεγέθους επιχειρήσεις πάντως προχωρούν περισσότερο σε προσαρμογές του χρόνου εργασίας και μειώσεις προσωπικού σε σχέση με τις μεγαλύτερες.
Όπως προκύπτει επιπλέον από τη μελέτη, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις τόσο σε εθνικό όσο και τοπικό επίπεδο εμφανίζουν ισχυρότερες επιδόσεις σε σχέση με τις πολύ μικρού μεγέθους επιχειρήσεις σε όρους καινοτομίας, επενδύσεων, εξαγωγών, χρήσης πρακτικών management αλλά και ως προς το βαθμό έκθεσής τους στην οικονομική κρίση.
Οσον αφορά την εξωστρέφεια, αυτή αναδεικνύεται ως βασικός προσδιοριστικός παράγοντας των καλών οικονομικών επιδόσεων των επιχειρήσεων. Ενδεικτικό είναι ότι οι επιχειρήσεις που αναμένουν αύξηση πωλήσεων το 2011 είναι οι εξαγωγικές επιχειρήσεις που κατόρθωσαν μάλιστα να ενισχύσουν τις εξαγωγές τους, το 2011.
Παράλληλα, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας, τα θετικά οικονομικά αποτελέσματα στηρίζουν τις επενδύσεις. Ειδικότερα, το 73% των επιχειρήσεων που επενδύουν κατά τη διετία 2011-2012 ήταν κερδοφόρες το 2010.
Την τρέχουσα διετία ωστόσο, καταγράφεται εξασθένιση των επενδύσεων, καθώς εκτιμάται ότι θα υποχωρήσουν οι επενδύσεις τόσο εκτατικά (σε αριθμό επενδυτικών σχεδίων), όσο και εντατικά (σε ύψος επενδύσεων). Έτσι το 2011-2012 αναμένεται να επενδύσει μόνο το 40% των επιχειρήσεων έναντι 60% την προηγούμενη διετία.
Μικτή είναι η εικόνα σε ότι αφορά στην καινοτομία. Αν και οι επιδόσεις σε ποσοτικούς όρους είναι μάλλον ικανοποιητικές, δε συμβαίνει το ίδιο σε όρους ποιότητας. Οι μισές επιχειρήσεις παρήγαγαν την τελευταία διετία καινοτομικά προϊόντα, ωστόσο οι καινοτομίες αφορούσαν σε νέα για την επιχείρηση προϊόντα. Στο μεταξύ μόνο μία στις τρεις δηλώνει ότι εισήγαγε καινοτομία διαδικασίας στις μεθόδους παραγωγής και στη χρήση τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών, ενώ ποσοστό 38% των επιχειρήσεων εισήγαγε οργανωσιακή καινοτομία ιδιαίτερα στις μεθόδους πώλησης, και οργάνωσης της εργασίας.
Σημειώνεται ότι η έρευνα υλοποιήθηκε από το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και το Εργαστήριο Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ-ΕΒΕΟ), με τη βοήθεια της εταιρείας Public Issue