H ING IM διατηρεί την αισιόδοξη άποψή της για τις μετοχικές αγορές. Αυτό βασίζεται στα βελτιωμένα στοιχεία για την οικονομική ανάπτυξη, στην ανοδική πορεία των εταιρικών κερδών και των ελκυστικών αποτιμήσεων, ειδικά εκτός των ΗΠΑ.
Η ING Investment Management εκτιμά ότι μια αύξηση των εσόδων κατά 4%-5% σε συνδυασμό με τη θετική επίδραση της περικοπής του κόστους θα μπορούσε εύκολα να ενισχύσει τα εταιρικά κέρδη κατά 30% ή και περισσότερο στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Εντούτοις, η επαναφορά της εταιρικής κερδοφορίας στα επίπεδα του μακροχρόνιου μέσου όρου δεν αναμένεται να λάβει χώρα πριν από το 2011-2012.
Η ING IM θεωρεί ότι το 4ο τρίμηνο του 2009 σηματοδότησε τον πυθμένα των περιθωρίων κέρδους των εταιρειών, ενώ το 1ο τρίμηνο του τρέχοντος έτους παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση στα εταιρικά κέρδη από έτος σε έτος (year –on –year), ειδικά για τους περισσότερο κυκλικούς κλάδους και το χρηματοπιστωτικό.
Σύμφωνα με τον Patrick Moonen, senior equities strategist της ΙNG IM, «η προηγούμενη ύφεση της μετοχικής κερδοφορίας ήταν η ισχυρότερη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Κατά συνέπεια, τα κέρδη ανά μετοχή στις ΗΠΑ έχουν ελάχιστα αυξηθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων 10 ετών και ευλόγως η απόδοση των μετοχών κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ήταν αναιμική. Τα εταιρικά κέρδη στο σύνολό τους στις ΗΠΑ υποχώρησαν κατά 34% χαμηλότερα από τη μακροχρόνια τάση τους, τη μεγαλύτερη αρνητική απόκλιση που έχει σημειωθεί ποτέ.
»Η ιστορία καταδεικνύει ότι χρειάζεται δυο με τρία χρόνια μέχρι τα εταιρικά κέρδη να επανέλθουν στο επίπεδο της μακροχρόνιας τάσης τους. εν θα είναι διαφορετικά και αυτή τη φορά. Ακόμη και υποθέτοντας μια αύξηση της εταιρικής κερδοφορίας της τάξης του 30% το 2010, τα κέρδη θα παρέμεναν 20% χαμηλότερα από τη μακροχρόνια τάση. Συνεπώς, η επαναφορά της κερδοφορίας στα συνήθη επίπεδα δεν αναμένεται πριν από το 2011 ή ακόμα και το 2012.»
Αυτή θα είναι η περίπτωση εάν, όπως αναμένεται, οι κυβερνήσεις σφίξουν τη φορολογική τους πολιτική, αυξάνοντας τους φόρους των εταιρειών και τα επιτόκια. Τέλος, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι η μεγέθυνση του ΑΕΠ στις ανεπτυγμένες χώρες είναι πιθανό να παραμείνει σε μέτρια επίπεδα για τα επόμενα δύο έως τρία έτη».
Η ING IM θεωρεί ότι η αμερικανική αγορά έχει ήδη προεξοφλήσει υψηλότερη αύξηση εταιρικής κερδοφορίας συγκριτικά με την ευρωπαϊκή αγορά. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ING IM έχει μειωμένες θέσεις στην αμερικάνικη αγορά και αυξημένες θέσεις στην ευρωπαϊκή μετοχική αγορά.
Για τις αναδυόμενες αγορές, η προεξοφλημένη από τις αγορές αύξηση της κερδοφορίας είναι λιγότερη από 20%, αρκετά χαμηλότερα από τα επίπεδα που η ING IM προβλέπει για αυτή την κατηγορία επένδυσης.
Συνολικά, η ING IM διατηρεί την αισιόδοξη άποψή της για τις μετοχικές αγορές. Αυτό βασίζεται στα βελτιωμένα στοιχεία για την οικονομική ανάπτυξη, στην ανοδική πορεία των εταιρικών κερδών και των ελκυστικών αποτιμήσεων, ειδικά εκτός των ΗΠΑ.
Ο κ. Moonen αναφέρει: «Οι απόψεις μας για τους διάφορους κλάδους δεν έχουν αλλάξει. Προτιμούμε τέσσερα θέματα: μια επιπλέον άνοδο στις τιμές των εμπορευμάτων μέσω τοποθετήσεων στους κλάδους της ενέργειας και των πρώτων υλών – μετοχές «αξίας» με φθηνές αποτιμήσεις μέσω τοποθετήσεων σε μετοχές του κλάδου της υγείας – διατηρήσιμους ρυθμούς αύξησης κερδοφορίας μέσω του κλάδου της τεχνολογίας και έκθεση στις αναδυόμενες αγορές μέσω του κλάδου των βασικών καταναλωτικών αγαθών. Στον αντίποδα, έχουμε γίνει περισσότερο επιφυλακτικοί ως προς το χρηματοπιστωτικό κλάδο λόγω του κινδύνου της αυστηρότερης εποπτείας και της αρνητικής επίδρασης που θα επιφέρει στον κλάδο η άρση της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής. Αναφορικά με το επενδυτικό «στυλ» διατηρούμε αυξημένες θέσεις σε μετοχικές στρατηγικές «high dividend» (υψηλής μερισματικής απόδοσης). Η αβεβαιότητα ως προς τα μερίσματα έχει σαφώς ελαττωθεί, λαμβάνοντας υπόψη τις ισχυρές χρηματοροές και τους βελτιωμένους ισολογισμούς των εταιρειών. Αναμένουμε διψήφια αύξηση στα διανεμόμενα μερίσματα ως προς τα κέρδη του 2010».
Ο κ. Moonen καταλήγει λέγοντας: «Σε γεωγραφικό επίπεδο, τηρούμε αυξημένες θέσεις στις αναδυόμενες αγορές, καθώς επιδιώκουμε να επενδύσουμε σε περιοχές με διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας. Επιπλέον, τα θεμελιώδη στοιχεία των αναδυόμενων αγορών είναι υπέρτερα από αυτά των ανεπτυγμένων (υψηλό ποσοστό αποταμίευσης, περιορισμένο χρέος, πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών, χαμηλού κόστους ελλείμματα). Επίσης, διαπραγματεύονται με αποτιμήσεις κατά 10% χαμηλότερα από αυτές των ανεπτυγμένων αγορών».