Οικονομία & Αγορές
Πέμπτη, 15 Απριλίου 2010 13:00

Δεν πρέπει να επιβαρύνεται ο καταναλωτής με τα έξοδα επιστροφής εμπορεύματος

Τα έξοδα αποστολής εμπορεύματος δεν πρέπει να καταλογίζονται στον καταναλωτή σε περίπτωση που αυτός υπαναχωρεί από συναφθείσα εξ αποστάσεως σύμβαση, αποφαίνεται το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Τα έξοδα αποστολής εμπορεύματος δεν πρέπει να καταλογίζονται στον καταναλωτή σε περίπτωση που αυτός υπαναχωρεί από συναφθείσα εξ αποστάσεως σύμβαση, αποφαίνεται το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο απαντώντας σε προδικαστικό ερώτημα γερμανικού δικαστηρίου:

Η οδηγία για την προστασία των καταναλωτών κατά τις εξ αποστάσεως συμβάσεις προβλέπει ότι ο καταναλωτής διαθέτει προθεσμία τουλάχιστον επτά εργάσιμων ημερών για να υπαναχωρήσει από εξ αποστάσεως σύμβαση αζημίως και χωρίς να δηλώσει την αιτία. Όταν ο καταναλωτής ασκεί το δικαίωμα υπαναχωρήσεώς του, ο προμηθευτής υποχρεούται να επιστρέψει στον καταναλωτή τα καταβληθέντα από αυτόν ποσά, χωρίς επιβάρυνση. Το μόνο κόστος που ενδέχεται να βαρύνει τον καταναλωτή λόγω του ότι ασκεί το δικαίωμα υπαναχώρησης είναι το άμεσο κόστος επιστροφής των αγαθών.

H εταιρία πωλήσεων διΆ αλληλογραφίας, Heinrich Heine GmbH, προβλέπει στους γενικούς όρους συναλλαγών ότι ο καταναλωτής βαρύνεται με το κατΆ αποκοπή ποσό των 4,95 ευρώ ως συμμετοχή στα έξοδα παραδόσεως. Το ποσό αυτό σε περίπτωση δεν επιστρέφεται από τον προμηθευτή ακόμη και σε περίπτωση που ο καταναλωτής ασκεί το δικαίωμα υπαναχωρήσεώς του. Η Verbraucherzentrale Nordrhein-Westfalen, γερμανική ένωση καταναλωτών, άσκησε κατά της Heinrich Heine αγωγή με αίτημα την παύση της πρακτικής αυτής, καθώς υποστηρίζει ότι σε περίπτωση υπαναχωρήσεως τα έξοδα αποστολής δεν πρέπει να βαρύνουν τον καταναλωτή. Κατά το Bundesgerichtshof, το οποίο πρέπει να επιλύσει τη διαφορά σε τελευταίο βαθμό, το γερμανικό δίκαιο δεν παρέχει ρητώς στον καταναλωτή αξίωση επιστροφής των εξόδων παραδόσεως του εμπορεύματος που έχει παραγγείλει. Έχοντας εντούτοις αμφιβολίες ως προς τη συμβατότητα με την οδηγία της καταβολής από τον καταναλωτή των εξόδων αποστολής των εμπορευμάτων ακόμη και στην περίπτωση που αυτός θα ασκήσει το δικαίωμα υπαναχωρήσεώς του, το εν λόγω δικαστήριο ζήτησε από το Δικαστήριο να ερμηνεύσει την οδηγία.

Στην απόφαση που εκδόθηκε σήμερα, το Δικαστήριο κρίνει ότι αντίκειται στην οδηγία εθνική ρύθμιση που παρέχει στον προμηθευτή εξ αποστάσεως συμβάσεως τη δυνατότητα να επιβαρύνει τον καταναλωτή με τα έξοδα αποστολής των εμπορευμάτων σε περίπτωση που αυτός ασκήσει το δικαίωμά του υπαναχωρήσεως.

Οι διατάξεις της οδηγίας περί των νομικών συνεπειών της υπαναχωρήσεως αποσκοπούν σαφώς στο να μην αποθαρρύνουν τον καταναλωτή από την άσκηση του δικαιώματος υπαναχωρήσεώς του. Θα ήταν συνεπώς αντίθετη προς τον σκοπό αυτό ερμηνεία των συγκεκριμένων διατάξεων κατά την έννοια ότι αυτές παρέχουν στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να επιτρέψουν την επιβάρυνση των καταναλωτών με τις δαπάνες αποστολής σε περίπτωση υπαναχωρήσεως. Εξάλλου, η επιβάρυνση του καταναλωτή πέραν των άμεσων εξόδων επιστροφής του εμπορεύματος με τα έξοδα αποστολής θα μπορούσε να διακυβεύσει την ισόρροπη κατανομή των κινδύνων μεταξύ των μερών στις συμβάσεις που συνάπτονται εξ αποστάσεως, επιρρίπτοντας στον καταναλωτή το σύνολο των εξόδων που συνδέονται με τη μεταφορά των εμπορευμάτων.