Αισιόδοξος για την πορεία εξυγίανσης της ελληνικής οικονομίας εμφανίστηκε ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Απόστολος Ταμβακάκης, κατά τη συνάντηση-συζήτηση για τις προοπτικές της οικονομίας με εκπροσώπους της ελληνικής ναυτιλίας, πελάτες της τράπεζας.
Αισιόδοξος για την πορεία εξυγίανσης της ελληνικής οικονομίας εμφανίστηκε ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Απόστολος Ταμβακάκης, κατά τη συνάντηση-συζήτηση για τις προοπτικές της οικονομίας με εκπροσώπους της ελληνικής ναυτιλίας, πελάτες της τράπεζας.
Αφού σημείωσε πως η κρίση φέρνει την Ελλάδα αντιμέτωπη με μια πρωτόγνωρη πρόκληση: την επίτευξη ριζικής δημοσιονομικής ανάταξης, παράλληλα με την υλοποίηση κρίσιμων διαρθρωτικών μεταβολών εντός στενού χρονικού περιθωρίου. «Πολλοί άσπονδοι φίλοι μας από το εξωτερικό σπεύδουν να υπογραμμίσουν τη δυσκολία του εγχειρήματος, ενώ μερικοί φθάνουν να το χαρακτηρίσουν ως ματαιοπονία. Πιστεύω, με βάση τα αντικειμενικά δεδομένα, ότι θα διαψεύσουμε αυτές τις σύγχρονες "Κασσάνδρες". Θα τολμήσω να πω ότι οι στόχοι δημοσιονομικής ανάταξης και εξυγίανσης της ελληνικής οικονομίας όχι μόνον είναι επιτεύξιμοι αλλά υπάρχουν σημαντικά περιθώρια να εκπλήξουμε τους σκεπτικιστές» τόνισε.
Από την πλευρά του, ο Επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου, γενικός διευθυντής της ΕΤΕ Παύλος Μυλωνάς, κάνοντας την παρουσίαση της κατάστασης και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας ανέφερε πως οι δημοσιονομικοί στόχοι του προγράμματος φαίνονται εξαιρετικά φιλόδοξοι, καθώς το μέγεθος της επιδιωκόμενης δημοσιονομικής προσαρμογής είναι εντυπωσιακό για χώρα της ΕΕ χωρίς ελεύθερα κυμαινόμενη συναλλαγματική ισοτιμία.
Παράλληλα, σημείωσε, η ανοδική τάση του δημοσίου χρέους αναμένεται να συνεχιστεί έως το 2013 εγείροντας επιπρόσθετες ανησυχίες στις αγορές αναφορικά με τη δυνατότητα εξυπηρέτησης του καθώς θα παραμένει εξαιρετικά υψηλό για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η πρόκληση, συνέχισε, μεγενθύνεται περαιτέρω καθώς η δημοσιονομική προσαρμογή πρέπει να συμβαδίσει το ταχύτερο δυνατό με επάνοδο της οικονομικής δραστηριότητας σε ανοδική τροχιά η οποία διευκολύνει τη δημοσιονομική προσπάθεια ενώ αμβλύνει τις αρνητικές βραχυπρόθεσμες συνέπειες κάποιων εκ των δημοσιονομικών μέτρων.
Υπάρχουν όμως αντικειμενικοί παράγοντες, όπως ανέφερε ο κ. Μυλωνάς, που συνηγορούν υπέρ της επιτυχίας εφαρμογής και οι οποίοι συχνά παραβλέπονται από πολυάριθμους σκεπτικιστές που προβάλλουν συστηματικά από τις αρχές του έτους ζοφερά σενάρια για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Ο σχεδιασμός του Προγράμματος είναι εμπροσθοβαρής με το σύνολο των κύριων δημοσιονομικών μέτρων να έχουν εφαρμοστεί πλήρως και για το 2010 να ανέρχεται σε 7½% του ΑΕΠ, περίπου, έναντι συνολικής αξίας μέτρων για ολόκληρη την περίοδο 2010-2014 που αντιστοιχούν σε 16% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με τον κ. Μυλωνά, η ελληνική πλευρά έχει επιδείξει ήδη ισχυρή βούληση εφαρμόζοντας άμεσα επώδυνα δημοσιονομικά μέτρα ενώ η νομοθετική πρόοδος σε κρίσιμα ζητήματα όπως η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού και η αναμόρφωση του εργασιακού και η ώριμη αντίδραση της κοινής γνώμης θα πρέπει μάλλον να αρχίζει να προβληματίζει τους σκεπτικιστές. Το θέμα της αποφασιστικότητας υλοποίησης και των επιπτώσεων της οικονομικής ύφεσης που διανύουμε στην ισχύ της πολιτικής και κοινωνικής βούλησης στο εγγύς ή απώτερο μέλλον παραμένει, όμως οι πρώτες ενδείξεις μιας θετικής δυναμικής έχουν αρχίσει σταδιακά να αναδύονται και υπογραμμίζονται από την αξιόπιστη υλοποίηση του προϋπολογισμού στο πρώτο εξάμηνο του έτους.
Συμπλήρωσε πως η κατάληξη σε μια βαθιά ύφεση από τα εφαρμοζόμενα μέτρα λιτότητας και το διάχυτο κλίμα αβεβαιότητας δεν αποτελεί μονόδρομο και σε αυτό συνηγορούν τόσο η οικονομική θεωρία όσο και η εμπειρία που καταδεικνύουν ότι μια αξιόπιστη δημοσιονομική εξυγίανση έχει περιορισμένο υφεσιακό αποτέλεσμα αν συνοδευτεί από έγκαιρη ανάκτηση της εμπιστοσύνης.
Επισήμανε ακόμη ότι οι επικριτές της χώρας παραγνωρίζουν επίσης τις ευνοϊκότερες συνθήκες εκκίνησης για τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας ο οποίος δεν είναι σε καμιά περίπτωση καταδικασμένος να βιώσει μια επώδυνη απομόχλευση όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες όπου ο δανεισμός του ιδιωτικού τομέα είναι υψηλότατος (βλ. Ισπανία και Ιρλανδία).
Παράλληλα εκτίμησε ότι οι κίνδυνοι από δριμεία κάμψη των αποτιμήσεων στην αγορά ακινήτων είναι περιορισμένοι εξαιτίας των περιορισμένων ανισορροπιών.
Διαβεβαίωσε ακόμη ότι ο ελληνικός τραπεζικός τομέας εξήλθε της διεθνούς κρίσης με ικανοποιητική ρευστότητα και υγιή κεφαλαιακή επάρκεια και είναι έτοιμος να αντεπεξέλθει στη νέα πρόκληση - με την αρωγή και των υποστηρικτικών μέτρων σε επίπεδο ΕΕ -στηρίζοντας ενεργά, ιδιαιτέρως όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες, την ανάκαμψη.
Σε ό,τι αφορά το αναπτυξιακό πρότυπο της ελληνικής οικονομίας, υπογράμμισε ότι πρέπει να μετασχηματιστεί ριζικά και να βασιστεί περισσότερο στην αύξηση της παραγωγικότητας, εφαρμόζοντας τις αναγκαίες πολιτικές.
Τόνισε επίσης πως οι χρόνιες διαθρωτικές αδυναμίες και παθογένειες του δημόσιου τομέα αποτελούν πρόσφορους στόχους για διαρθρωτικά μέτρα άμεσης απόδοσης. Τα περιθώρια εξορθολογισμού δαπανών, περικοπής σπατάλης, αύξησης των εσόδων και άρσης της ψυχολογίας ανοχής των κακώς κειμένων στη μακροοικονομική διαχείριση μπορούν να προσδώσουν απτά οφέλη σε σύντομο διάστημα.
Τα διαρθρωτικά μέτρα είναι και το κλειδί για να αναδυθούν οι υγιείς δυνάμεις της επιχειρηματικότητας οι οποίες καλούνται να σφυρηλατήσουν το νέο αναπτυξιακό και ανταγωνιστικό υπόδειγμα της ελληνικής οικονομίας, κατέληξε.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ