Οικονομία & Αγορές
Τρίτη, 13 Ιουλίου 2010 19:17

«Καμπανάκι» ΞΕΕ για τυχόν μετάταξη σε συντελεστή ΦΠΑ 23%

Τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με το ενδεχόμενο μετάταξης των ξενοδοχειακών υπηρεσιών, από το συντελεστή ΦΠΑ 11% που ισχύει σήμερα, στον ανώτατο συντελεστή 23%, κρούει το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο της Ελλάδος.

Τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με το ενδεχόμενο μετάταξης των ξενοδοχειακών υπηρεσιών, από το συντελεστή ΦΠΑ 11% που ισχύει σήμερα, στον ανώτατο συντελεστή 23%, κρούει το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο της Ελλάδος (ΞΕΕ).

Σύμφωνα με το ΞΕΕ, μια τέτοια απόφαση έχει προφανή αντιαναπτυξιακό χαρακτήρα. Για το λόγο αυτό το επιμελητήριο παραθέτει υπόψη του υπουργού Οικονομικών και του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, τις παραμέτρους και πραγματικές επιπτώσεις που θα προκληθούν, όπως υποστηρίζει, από μια αντίστοιχη κυβερνητική επιλογή στον τουρισμό της χώρας.

Πρώτον, όπως αναφέρει, οι ξενοδοχειακές υπηρεσίες, στα πλαίσια της ψηφιακής οικονομίας και της παγκοσμιοποίησης της τουριστικής αγοράς, έχουν προσλάβει χαρακτηριστικά χρηματιστηριακού προϊόντος (commodity), με συνέπεια οι τιμές των παρεχομένων υπηρεσιών να προσδιορίζονται, στο μεγαλύτερο βαθμό τους, από τον ανταγωνισμό και τη διεθνή ζήτηση τους.

Σε αυτό το πλαίσιο, όπως επισημαίνεται, μια αύξηση της τάξης του 12% στην τελική τιμή, σε συνέχεια μιας αύξησης 2% που επιβλήθηκε φέτος, θα θέσει αυτόματα το ελληνικό τουριστικό προϊόν εκτός αγοράς με καταστροφικές συνέπειες για το σύνολο της οικονομίας της χώρας. Σύμφωνα μάλιστα με το ΞΕΕ, θα είναι τεράστιος ο αριθμός των τουριστικών επιχειρήσεων που θα οδηγηθούν, αναγκαστικά, σε διακοπή της λειτουργίας τους.

Δεύτερον, το Επιμελητήριο σημειώνει πως οι ανταγωνίστριες χώρες, τόσο στη ζώνη του ευρώ όσο και στους δολλαριακούς προορισμούς, επιβαρύνουν το προϊόν τους με συντελεστές ΦΠΑ, σημαντικά χαμηλότερους του ισχύοντος 11% στην χώρα μας, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι οι αντίστοιχοι συντελεστές είναι στην Γαλλία 5,5%, στην Πορτογαλία 5%, στην Ισπανία 7%, στην Τουρκία 8%, στην Γερμανία 7% κ.λπ.

«¶ραγε όλες αυτές οι χώρες, καίτοι έχουν προχωρήσει σε σοβαρή δημοσιονομική προσαρμογή, γιατί δεν επιδιώκουν να μεγιστοποιήσουν τα φορολογικά τους έσοδα αυξάνοντας τον συντελεστή του ΦΠΑ τους; Δεν προβληματίζει την κυβέρνησή μας το γεγονός ότι εμμένουν να επιλέγουν χαμηλό συντελεστή για τις υπηρεσίες διαμονής; Μόνο εμείς έχουμε ανακαλύψει αυτή την πηγή πρόσθετων εσόδων ή κάνουμε κάτι λάθος;», διερωτάται.

Τρίτον, κατά τον ΞΕΕ, «οι τουριστικές επιχειρήσεις έχασαν το 2009 ένα ποσοστό 16% των εσόδων τους. Φέτος, εν μέσω κρίσης, γενικής αρνητικής συγκυρίας, συνεχούς δυσφήμισης του τουριστικού μας προϊόντος, καθολικής έλλειψης στρατηγικού σχεδιασμού και μηδενικής υποστηρικτικής προβολής του τουρισμού μας, το μοναδικό μέσο μάρκετινγκ που είχαν στην διάθεση τους οι επιχειρήσεις για να στηρίξουν το ελληνικό προϊόν στη διεθνή τουριστική αγορά ήταν οι τιμές των ξενοδοχείων, οι οποίες, όπως όλοι διαπιστώνουν και αναγνωρίζουν, θα κυμανθούν κατά 10-15% χαμηλότερα σε σχέση με το 2009».

Συνεχίζοντας επισημαίνει ότι «το αποτέλεσμα όλων αυτών των αγωνιωδών προσπαθειών είναι, ότι πλέον όχι μόνο εξαντλήσαμε το όποιο «απόθεμα λίπους» είχαμε , αλλά τρώμε από τις σάρκες μας. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι, πρωτίστως, αναφερόμαστε στον εξαγώγιμο τουρισμό που αποτελεί περίπου το 80% του τουρισμού της χώρας. Με βάση τα παραπάνω δεδομένα , εκτιμάται ότι θα είναι ελάχιστες έως μηδαμινές οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, που τα αποτελέσματα τους θα εμφανίζουν κάποια οριακή κερδοφορία στο τέλος του 2010».

Εκτιμά λοιπόν ότι «μια, περαιτέρω, επιβάρυνση 12% λοιπόν, με προφανή την αδυναμία των επιχειρήσεων να την μετακυλήσουν έστω και κατ' ελάχιστο στον καταναλωτή ή στους συνεργάτες τους tour operators, θα έχει ως αποτέλεσμα την οικονομική απαξίωση των επιχειρήσεων, τη διακοπή λειτουργίας πολλών εξ αυτών, την αδυναμία εξυπηρέτησης δανείων και υποχρεώσεων, την αδυναμία διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων τους και τελικώς την σωρευτική απώλεια πολύτιμων εσόδων, που είναι αναγκαία για την κλυδωνιζόμενη οικονομία μας».

Τέλος, το Επιμελητήριο υπογραμμίζει ότι «δεν μπορεί να παραβλέπεται από τους οικονομικούς ιθύνοντες ότι αυτή η απώλεια εσόδων θα δημιουργήσει πρόσθετες δαπάνες για το κράτος και την εθνική οικονομία, που σε καμία περίπτωση, η πιθανολογούμενη και σε κάθε περίπτωση πρόσκαιρη αύξηση των όποιων εσόδων του ΦΠΑ, δεν θα είναι αρκετή για να τις αντισταθμίσει. Εάν μιλήσουμε, με όρους ''ορθολογικής διαχείρισης'', αναφερόμαστε στην απόλυτα λανθασμένη ενέργεια, που θα δημιουργήσει δυσανάλογη ζημιά στη χώρα σε σχέση με τα προσδοκώμενα δημοσιονομικά οφέλη».