Οικονομία & Αγορές
Πέμπτη, 05 Δεκεμβρίου 2002 14:59

Μείωση των επιτοκίων κατά 50 μ.β. από την ΕΚΤ

ΣΕ ΧΑΛΑΡΩΣΗ της νομισματικής της πολιτικής για πρώτη φορά από τις 8 Νοεμβρίου του περυσινού έτους προχώρησε σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, προκειμένου να τονώσει την εξασθενημένη ευρωπαϊκή οικονομία.

Η μείωση των επιτοκίων ήταν της τάξεως των 50 μονάδων βάσεως, μεγαλύτερη απ΄ ό,τι προέβλεπε η πλειονότητα των αναλυτών. Κατά συνέπεια, το επιτόκιο προσφοράς για τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης διαμορφώνεται πλέον στο 2,75%, το επιτόκιο διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης στο 3,75% και το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων στο 1,75%.

Οι οικονομολόγοι θεωρούσαν σχεδόν βέβαιο ότι η ΕΚΤ θα προχωρούσε σήμερα σε χαλάρωση της νομισματικής της πολτικής εν μέσω πληθώρας ενδείξεων ότι η ευρωπαϊκή οικονομία παρουσιάζει ανησυχητική επιβράδυνση. Από την άλλη μεριά, όπως έχουν επισημάνει κατ΄ επανάληψη αξιωματούχοι της ΕΚΤ, οι πληθωριστικές πιέσεις αποκλιμακώνονται.

«Από την τελευταία συνάντησή μας (στις 7 Νοεμβρίου) ενισχύθηκαν οι ενδείξεις ότι σε κάποιο βαθμό οι πληθωριστικές πιέσεις χαλαρώνουν και ότι οι κίνδυνοι πτωτικής τάσης σε ό,τι αφορά την οικονομική ανάπτυξη δεν έχουν εκλείψει», δήλωσε την Τρίτη ενώπιον της επιτροπής οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Βιμ Ντούιζενμπεργκ http://www.naftemporiki.gr/news/static/02/12/04/264903.htm .

Ανάλογες απόψεις διατύπωσαν προσφάτως εννέα από τα 18 μέλη του διοικητικού συμβουλίου της κεντρικής ευρωπαϊκής τράπεζας προϊδεάζοντας τις αγορές ότι επίκειται μείωση των επιτοκίων.

Οι προσδοκίες ότι η ΕΚΤ θα προχωρούσε σε μείωση των επιτοκίων της κατά 50 μονάδες βάσης -και όχι κατά 25 μ.β.- ενισχύθηκε μετά τη χθεσινή εκτίμηση της Κομισιόν ότι η οικονομία της ευρωζώνης ενδεχομένως να συρρικνωθεί στο πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους http://www.naftemporiki.gr/news/static/02/12/05/265244.htm .

Ενδείξεις οικονομικής εξασθένησης

Ανάπτυξη

Η οικονομία της ευρωζώνης απειλείται με συρρίκνωση στο πρώτο τρίμηνο του 2003, σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επανέλαβε ωστόσο πως η προοπτική αυτή δεν αλλάζει τη συνολική πρόβλεψη για την ανάπτυξη του 2003 (0,2%-0,5% στο τέταρτο τρίμηνο του επόμενου έτους). Στο τρίτο τρίμηνο, η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 0,3% και σε τριμηνιαία βάση και 0,6% σε ετήσια.

Ο Οργανισμός Οικονομικής Ανάπτυξης και Συνεργασίας στα τέλη του περασμένου μήνα αναθεώρησε προς τα κάτω τις αρχικές του εκτιμήσεις για την ανάπτυξη της οικονομίας της ευρωζώνης στο 0,8% για το τρέχον έτος και στο 1,8% για το 2003 έναντι αρχικών εκτιμήσεων για ανάπτυξη 1,3% και 2,9% αντιστοίχως.

Στη Γερμανία ειδικότερα, στο τρίτο τρίμηνο του έτους, η ανάπτυξη της οικονομίας ήταν οριακή καθώς, μολονότι οι εξαγωγές και οι καταναλωτικές δαπάνες αυξήθηκαν, οι επιχειρηματικές επενδύσεις σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό συνεχίζουν να υποχωρούν, εξελίξεις που κλιμακώνουν τους φόβους για περαιτέρω στασιμότητα στην Ευρωζώνη.

Το γερμανικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,3% έναντι του προηγούμενου τριμήνου, όταν είχε αυξηθεί κατά 0,2%. Σε ετήσια βάση ο ρυθμός ανάπτυξης άγγιξε το 0,4%. Η «Επιτροπή των Πέντε Σοφών» εκτιμά ότι η γερμανική οικονομία θα επεκταθεί φέτος κατά μόλις 0,2% και 1% το 2003.

Βιομηχανία

Η βιομηχανική παραγωγή στην ευρωζώνη υποχώρησε κατά 0,2% το Σεπτέμβριο, ενώ σε ετήσια βάση μειώθηκε κατά 0,6%. Στο τρίτο τρίμηνο το βιομηχανικό προϊόν υποχώρησε, για πρώτη φορά φέτος, κατά 0,1%.

Ο δείκτης μεταποιητικής δραστηριότητας διατηρήθηκε το Νοέμβριο κάτω από το κρίσιμο επίπεδο των 50 μονάδων (που χωρίζει την ανάπτυξη από τη συρρίκνωση). Συγκεκριμένα, διαμορφώθηκε στις 49,5 μονάδες, έναντι προβλέψεων για 49,1. Τον Οκτώβριο ο δείκτης ήταν στις 49,1 μονάδες και το Σεπτέμβριο στις 48,9. Ο δείκτης απασχόλησης στην ευρωζώνη βρέθηκε το Νοέμβριο στις 46,3 μονάδες έναντι 46,0 του Οκτωβρίου, δείχνοντας ότι οι θέσεις εργασίας που χάθηκαν ήταν περισσότερες απ΄ όσες δημιουργήθηκαν. Ο δείκτης παραγωγής στην ευρωζώνη ήταν το Νοέμβριο σταθερός στις 51,6 μονάδες, με υψηλότερη παραγωγή στη Γαλλία και Ιταλία, ενώ στη Γερμανία ήταν χαμηλότερη. Η έρευνα καλύπτει 2.500 επιχειρήσεις.

Λιανικές πωλήσεις

Κατά 2,1% μειώθηκαν το Σεπτέμβριο, σε μηνιαία βάση, οι λιανικές πωλήσεις στην ευρωζώνη, πτώση που ήταν η μεγαλύτερη μηνιαία των τελευταίων 2 ½ ετών.

Οι πωλήσεις στον τομέα των υφαντουργικών, ρουχισμού και υποδημάτων σημείωσαν πτώση 1,7% έναντι του Αυγούστου, ενώ στις οικιακές συσκευές η μείωση έφθασε το 1,5%. Η μεγαλύτερη πτώση παρατηρήθηκε στην Πορτογαλία όπου οι πωλήσεις υποχώρησαν 2,2%.

Στη Γερμανία ειδικότερα, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας, οι εν λόγω πωλήσεις μειώθηκαν τον Οκτώβριο κατά 1,1% σε ετήσια βάση, ενώ οι αναλυτές ανέμεναν ότι δεν θα παρουσίαζαν μεταβολή. Σε σχέση με το Σεπτέμβριο μειώθηκαν κατά 0,7%.

Στο διάστημα Ιανουαρίου-Οκτωβρίου του τρέχοντος έτους οι λιανικές πωλήσεις στην ισχυρότερη οικονομία της ευρωζώνης μειώθηκαν κατά 2,3% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή χρονική περίοδο.

Ο πρόεδρος της ομοσπονδίας μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου της Γερμανίας (BAG) έχει δηλώσει ότι δεν αναμένει βελτίωση των συνθηκών στον κλάδο για το 2003, κυρίως λόγω των αυξημένων φορολογικών επιβαρύνσεων.

Οικονομικό κλίμα

Περαιτέρω επιδείνωση παρουσίασε τον περασμένο μήνα το οικονομικό κλίμα στην ευρωζώνη, κυρίως λόγω της σημαντικής εξασθένησης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης. Σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο δείκτης οικονομικού κλίματος υποχώρησε το Νοέμβριο στις 98,6 μονάδες -στο χαμηλότερο επίπεδο από την αρχή του τρέχοντος έτους- από 98,8 μονάδες -βάσει των αναθεωρημένων στοιχείων- τον Οκτώβριο. Η υποχώρηση αυτή ήταν σε αντιστοιχία με τις προβλέψεις των αναλυτών. Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία, ο παραπάνω δείκτης είχε υποχωρήσει τον περασμένο μήνα στις 98,9 μονάδες.

Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποχώρησε το Νοέμβριο στο -14, στο χαμηλότερο επίπεδο από την αρχή του έτους, από -12 τον Οκτώβριο.

Ο δείκτης που καταγράφει τις προσδοκίες των ευρωπαίων καταναλωτών για τη γενικότερη πορεία της οικονομίας κατά το επόμενο έτος υποχώρησε στο -15, στο χαμηλότερο επίπεδο από την αρχή του έτους, από -12 τον Οκτώβριο, κυρίως λόγω των έντονων ανησυχιών που προκαλεί η αυξανόμενη ανεργία.

Ανεργία

Στο 8,4% διαμορφώθηκε τον Οκτώβριο, από 8,3% το Σεπτέμβριο, ο δείκτης ανεργίας στην ευρωζώνη, όπως ανακοίνωσε τη Δευτέρα η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία Eurostat. Η αύξηση αυτή ήταν αναμενόμενη από τους αναλυτές, καθώς η επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας έχει ως αποτέλεσμα την επιδείνωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας.

Το υψηλότερο ποσοστό καταγράφηκε και πάλι στην Ισπανία (11,7% από 11,6% το Σεπτέμβριο), ενώ το χαμηλότερο στο Λουξεμβούργο (στο 2,6% από 2,5%). Στη Γερμανία, την ισχυρότερη οικονομία της ευρωζώνης, η ανεργία παρέμεινε αμετάβλητη στο 8,3%.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ε.Ε. η ανεργία στην ευρωζώνη αναμένεται να αυξηθεί στο 8,3% το 2003 από 8,2% φέτος.

Αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων

Το Νοέμβριο ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη υποχώρησε στο 2,2% από 2,3% τον Οκτώβριο. Στη Γερμανία, ειδικότερα, οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν κατά 1,1% ως τα μέσα Νοεμβρίου, έναντι αύξησης 1,3% τον Οκτώβριο και 1,4% που προέβλεπαν οι αναλυτές.

Οι τιμές παραγωγού στην ευρωζώνη σημείωσαν άνοδο της τάξεως του 0,2% τον Οκτώβριο, σε μηνιαία βάση, στην ευρωζώνη. Η αύξηση αυτή, η οποία ήταν σε αντιστοιχία με τις προβλέψεις των αναλυτών, οφείλεται κυρίως στην άνοδο κατά 0,9% των τιμών των καυσίμων, ενώ οι τιμές στους υπόλοιπους τομείς παρέμειναν στα επίπεδα του Σεπτεμβρίου.

Η νομισματική κυκλοφορία στην ευρωζώνη επιβραδύνθηκε τον Οκτώβριο, όπως αναμενόταν, παρέχοντας στην ΕΚΤ περισσότερα περιθώρια να χαλαρώσει τη νομισματική της πολιτική. Η αύξηση στην ετήσια προσφορά χρήματος (Μ3) μειώθηκε στο 7,0% έναντι 7,3% το Σεπτέμβριο, ενώ ο λιγότερο ασταθής δείκτης νομισματικής κυκλοφορίας σε 3μηνη βάση, διατηρήθηκε στο 7,1%.

Δηλώσεις για τον πληθωρισμό

Βιμ Ντούιζενμπεργκ, πρόεδρος της ΕΚΤ (3 Δεκεμβρίου): «Από την τελευταία συνάντησή μας (στις 7 του περασμένου μηνός) ενισχύθηκαν οι ενδείξεις ότι σε κάποιο βαθμό χαλαρώνουν οι πληθωριστικές πιέσεις».

Λουκάς Παπαδήμος, αντιπρόεδρος της ΕΚΤ (27 Νοεμβρίου): «Οι πιθανότητες για μείωση του πληθωρισμού και διατήρησή του κάτω του 2% το ερχόμενο έτος έχουν αυξηθεί κι έτσι αυξάνουν τα περιθώρια μείωσης επιτοκίων χωρίς να υπάρξει απειλή για τις τιμές».

Ότμαρ Ίσιγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ (2 Δεκεμβρίου): «Ο στασιμοπληθωρισμός αξίζει πολύ μεγαλύτερης προσοχής απ' ό,τι ο κίνδυνος του πληθωρισμού».

Eρνστ Βέλτεκε, διοικητής της Mπούντεσμπανκ και μέλος της ΕΚΤ (30 Νοεμβρίου): «Αν δεν δούμε κάποιες αρνητικές πλευρές στην εξέλιξη των τιμών μεσοπρόθεσμα, ενδέχεται να πάρουμε κάποια μέτρα με τα επιτόκια για να βελτιώσουμε το γενικό κλίμα».