Παράνομη έκρινε το Δικαστήριο της Ε.Ε. την κατοχή προνομιούχων μετοχών («golden shares») από το πορτογαλικό δημόσιο στην εταιρεία Energias de Portugal, αμφισβητώντας τα ειδικά δικαιώματα που απορρέουν από τις εν λόγω μετοχές.
Παράνομη έκρινε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης την κατοχή προνομιούχων μετοχών («golden shares») από το πορτογαλικό δημόσιο στην εταιρεία Energias de Portugal (EDP).
«Με την αυθημερόν εκδοθείσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι διατηρώντας στην EDP ειδικά δικαιώματα τα οποία απορρέουν από τις "golden shares", η Πορτογαλία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων», υπογραμμίζει το Δικαστήριο.
Σημειώνεται ότι το πορτογαλικό Δημόσιο κατέχει το 25,73% του μετοχικού κεφαλαίου της εν λόγω εταιρείας.
Κατά την πορτογαλική νομοθεσία περί των ιδιωτικοποιήσεων, τα καταστατικά των εταιρειών που πρόκειται να ιδιωτικοποιηθούν είναι δυνατό να προβλέπουν, κατ' εξαίρεση, όταν το εθνικό συμφέρον το απαιτεί, την ύπαρξη προνομιούχων μετοχών («golden shares»), προοριζομένων να παραμείνουν στην κυριότητα του Δημοσίου. Ανεξαρτήτως του αριθμού τους, αυτό το είδος μετοχών παρέχει στο Δημόσιο δικαίωμα αρνησικυρίας όσον αφορά τις τροποποιήσεις του καταστατικού και άλλες αποφάσεις που αφορούν συγκεκριμένους τομείς.
Οι νόμοι-πλαίσια περί εγκρίσεως της ιδιωτικοποιήσεως της EDP προβλέπουν επίσης για το πορτογαλικό Δημόσιο, πέραν αυτού του δικαιώματος αρνησικυρίας, το δικαίωμα να καταψηφίζει απόφαση εκλογής των μελών του διοικητικού συμβουλίου και ορισμού, στην περίπτωση αυτή, ενός μέλους στη θέση εκείνου που έλαβε τις λιγότερες ψήφους ή που εμφανίζεται στην τελευταία θέση. Επιπλέον, καίτοι το καταστατικό της EDP προβλέπει ότι οι ψήφοι των κοινών μετόχων οι οποίοι κατέχουν ποσοστό μεγαλύτερο του 5% του μετοχικού κεφαλαίου δεν λαμβάνονται υπόψη, το Δημόσιο ή οι άλλοι δημόσιοι φορείς δεν υπόκεινται σε αυτόν τον περιορισμό.
Με την εξετασθείσα προσφυγή, η Επιτροπή αμφισβητεί αυτά τα ειδικά δικαιώματα, τα οποία, κατά την άποψή της, έρχονται σε αντίθεση με την ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων και την ελευθερία εγκαταστάσεως.
Το Δικαστήριο εκτιμά ότι η άσκηση από το πορτογαλικό Δημόσιο των ειδικών δικαιωμάτων, που απορρέουν από τις «golden shares» στο μετοχικό κεφάλαιο της EDP, συνιστά περιορισμό στην εν λόγω θεμελιώδη ελευθερία.
Όπως εξηγεί, το δικαίωμα αρνησικυρίας που διαθέτει ως προς αξιοσημείωτο αριθμό σημαντικών αποφάσεων και, μεταξύ άλλων, ως προς κάθε απόφαση περί τροποποιήσεως του καταστατικού της EDP, συνεπάγεται ότι η επιρροή του πορτογαλικού Δημοσίου δεν μειώνεται παρά μόνο όταν το ίδιο συναινεί προς τούτο. Επίσης, το δικαίωμα αρνησικυρίας ενδέχεται να λειτουργήσει αποτρεπτικά όσον αφορά τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, καθότι τυχόν άρνηση του πορτογαλικού Δημοσίου να εγκρίνει μια σημαντική απόφαση προς το συμφέρον της εταιρείας, θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την αξία των μετοχών και, ως εκ τούτου, την ελκυστικότητα της επένδυσης.
Παράλληλα, ο περιορισμός των δικαιωμάτων ψήφου κάθε μετόχου έως 5%, εξαιρουμένου του Δημοσίου, μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο στις άμεσες επενδύσεις και στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου.
Τέλος, το δικαίωμα διορισμού μέλους του διοικητικού συμβουλίου, το οποίο προβλέπεται αποκλειστικά προς όφελος του Δημοσίου, εξαιρουμένων των λοιπών μετόχων, περιορίζει κατά τον ίδιο τρόπο τη δυνατότητα των μετόχων, πλην του Δημοσίου, να συμμετέχουν πραγματικά στη διαχείριση της εταιρίας ή στον έλεγχό της και μπορεί να καταστήσει λιγότερο ελκυστικές για τους επενδυτές άλλων κρατών μελών τις άμεσες επενδύσεις στο κεφάλαιό της.
Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο εκτιμά ότι οι περιορισμοί αυτοί δεν είναι δικαιολογημένοι.