Η πιο εντυπωσιακή εξέλιξη στις χρηματοοικονομικές αγορές με το ξεκίνημα του 2009 δεν είναι οι τιμές ούτε οι αποτιμήσεις των χρηματιστηρίων -που βρίσκονται αναμφίβολα σε πρωτοφανή επίπεδα, επισημαίνει ο Economist.
Η πιο εντυπωσιακή εξέλιξη στις χρηματοοικονομικές αγορές με το ξεκίνημα του 2009 δεν είναι οι τιμές ούτε οι αποτιμήσεις των χρηματιστηρίων -που βρίσκονται αναμφίβολα σε πρωτοφανή επίπεδα, επισημαίνει ο Economist.
Αυτό που είναι πραγματικά εκπληκτικό είναι το επίπεδο των ονομαστικών αποδόσεων που προσφέρουν τα κρατικά ομόλογα: τα διετή κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ δεν προσφέρουν άνω του 1%, ενώ η απόδοση των 30ετών ομολόγων στις 2 Ιανουαρίου δεν ξεπερνούσε το 3%.
Αυτά τα επίπεδα αποδόσεων είναι αποτέλεσμα της απόφασης των δυτικών κυβερνήσεων να τολμήσουν ένα τεράστιο οικονομικό εγχείρημα –την παροχή υπέρογκων δημοσιονομικών κινήτρων σε συνδυασμό με νομισματική διεύρυνση. Υπό αυτές τις συνθήκες, το ενδεχόμενο απότομης αύξησης του πληθωρισμού θεωρείται ιδιαίτερα πιθανό.
Μια ανησυχητική ένδειξη αυτής της πιθανότητας είναι η αύξηση των πραγματικών αποδόσεων των ομολόγων (οι οποίες υπολογίζονται συναρτήσει του πληθωρισμού). Η εν λόγω τάση αποδίδεται από πολλούς στις προσδοκίες για πτώση του πληθωρισμού (ακόμα και για αποπληθωρισμό) τα προσεχή έτη. Ταυτόχρονα, όμως, υποδηλώνει και τις ανησυχίες των επενδυτών ότι η μακροπρόθεσμη δημοσιονομική τοποθέτηση πολλών κυβερνήσεων δεν είναι βιώσιμη.
Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος πληθωριστικών πιέσεων. Τόσο στη Βρετανία όσο και στις ΗΠΑ θεωρείται πιθανό ο πληθωρισμός να περάσει σε αρνητικό έδαφος το 2009. Πολλές αναπτυγμένες οικονομίες βρίσκονται ήδη σε ύφεση, ενώ οι εκτιμήσεις των αναλυτών για το τρέχον έτος καταλήγουν ομόφωνα σε μείωση της παραγωγής στις Ηνωμένες Πολιτείες, την ευρωζώνη, τη Βρετανία και την Ιαπωνία.
«Σε μία πενταετία από σήμερα, οι αποδόσεις των ομολόγων παγκοσμίως είναι βέβαιο ότι θα έχουν αυξηθεί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υπάρχει φούσκα στη σημερινή αγορά», τονίζει ο Μάρτιν Μπερνς από την εταιρεία ανάλυψης Bank Credit Analyst. «Οι οικονομικές συνθήκες θα παραμείνουν ευνοϊκές για τα ομόλογα τουλάχιστον για έξι μήνες ακόμη», συμπληρώνει.
Η εκτίμηση αυτή φέρνει τους επενδυτές μπροστά σε ένα δίλημμα. Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, ίσως στραφούν στα κρατικά ομόλογα λόγω της ασφάλεια που προσφέρουν. Εάν, όμως, οι αποδόσεις των ομολόγων φτάσουν στα επίπεδα του 4-5% (ή ακόμη υψηλότερα) έως το 2011 ή το 2012, πότε θα πρέπει να πωλήσουν; Ένας συνετός επενδυτής θα θελήσει να «βγει» από τη συγκεκριμένη κατηγορία επενδύσεων προτού αρχίσει η μαζική φυγή. Το λογικό συμπέρασμα υπό αυτή τη λογική (εάν υποθέσουμε ότι οι περισσότεροι επενδυτές είναι συνετοί) είναι ότι πρέπει να πωλήσει τώρα.
Τι γίνεται, όμως, εάν συμβεί ό,τι συνέβη στην Ιαπωνία; Δεν ήταν λίγοι αυτοί που θεωρούσαν υπερτιμημένα τα ιαπωνικά ομόλογα όταν οι αποδόσεις τους είχαν πέσει στα επίπεδα του 1-2% στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Η ιστορία, όμως, τους διέψευσε, καθώς οι αποδόσεις παρέμειναν σε αυτά τα επίπεδα καθ’ όλη τη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας -παρά τις τεράστιες εκδόσεις τίτλων από το ιαπωνικό κράτος.
Η ειδοποιός διαφορά, βεβαίως, είναι ότι η Ιαπωνία παρουσίαζε πλεονασματικά -και όχι ελλειμματικά- ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών, εκτιμά το βρετανικό περιοδικό. Οι Ιάπωνες χρωστούν στους ομογενείς τους ενώ οι Αμερικάνοι χρωστούν σε ξένους. Αυτό σημαίνει ότι οι επενδυτές που θα πωλήσουν τώρα υπάρχει περίπτωση να βγουν διπλά χαμένοι εάν αυξηθούν οι αποδόσεις και υποτιμηθεί το δολάριο.
Προ το παρόν, διατηρείται ισορροπία στην αγορά εξαιτίας αυτού που ο Νικ Καρν από το hedge fund Odey αποκάλεσε «αμοιβαίως διασφαλιζόμενη καταστροφή». Εάν οι ξένοι επενδυτές αποφασίσουν να πωλήσουν τα ομόλογά τους, δεν θα οδηγήσουν μόνο την αμερικανική οικονομία στον πάτο αλλά και τα υφιστάμενα χαρτοφυλάκιά τους.
Πρόκειται για μια εύθραυστη ισορροπία. Ίσως διατηρηθεί καθ’ όλη τη διάρκεια του 2009 ή ακόμη και του 2010. Είναι βέβαιο, όμως, ότι θα έρθει η στιγμή που τα κρατικά ομόλογα θα βρεθούν το μάτι του κυκλώνα μιας τρομαχτικά αμυντικής αγοράς, καταλήγει ο Economist.