Η εγχώρια αγορά απορρυπαντικών εμφανίζει υψηλό βαθμό συγκέντρωσης, καθώς κυριαρχούν τα προϊόντα θυγατρικών ξένων πολυεθνικών.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται σε πρόσφατη μελέτη της Hellastat Α.Ε.
Η εγχώρια αγορά απορρυπαντικών εμφανίζει υψηλό βαθμό συγκέντρωσης, καθώς κυριαρχούν τα προϊόντα θυγατρικών ξένων πολυεθνικών.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται σε πρόσφατη μελέτη της Hellastat Α.Ε. ( www.hellastat.eu ) οι εταιρείες του κλάδου διακρίνονται σε δυο κατηγορίες, τις θυγατρικές εταιρείες των μεγάλων διεθνών ομίλων προϊόντων οικιακής φροντίδας, οι οποίες κυρίως επιδεικνύουν εμπορική δραστηριότητα εισάγοντας τα προϊόντα, καθώς και τις ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες παράγουν απορρυπαντικά είτε με δικό τους εμπορικό σήμα, είτε για λογαριασμό των super-markets (SM) - προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας (private label), είτε για λογαριασμό πολυεθνικών, δραστηριότητα όμως η οποία φθίνει τα τελευταία χρόνια.
Από πλευράς διακινούμενων προϊόντων υφίστανται πολυάριθμες κατηγοριοποιήσεις, ανάλογα με την ιδιότητα του χρήστη στον οποίο απευθύνονται (οικιακής - επαγγελματικής χρήσης), τη χρήση τους (για τα πιάτα, τα ρούχα, το μπάνιο, την κουζίνα, τα τζάμια κ.τ.λ.), τη μορφή τους (υγρό, σκόνη, ταμπλέτες, αφρός, σπρέι κ.ά.), την εξειδίκευσή τους (π.χ. για το πλυντήριο - για πλύσιμο στο χέρι και για μάλλινα – ευαίσθητα – χρωματιστά – μαύρα κ.ά. ρούχα).
Ο ανταγωνισμός στον κλάδο είναι υψηλός και επικεντρώνεται σε σημεία όπως η προσφερόμενη τιμή, οι προσφορές, η μάρκα (brand), η διαφήμιση.
Η αγορά των απορρυπαντικών χαρακτηρίζεται στο σύνολό της από χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ειδικότερα, σημειώνεται ότι το 2007 διαμορφώθηκε σε €645 εκ., επιδεικνύοντας μέση ετήσια μεταβολή την περίοδο 2005-2007 της τάξης του 2%.
Ωστόσο, ανά κατηγορία απορρυπαντικού σημειώνονται σημαντικές διαφοροποιήσεις, οι οποίες πηγάζουν κυρίως από τις μεταβαλλόμενες καταναλωτικές προτιμήσεις, τις τάσεις που επικρατούν στην εγχώρια και τη διεθνή αγορά, την ανταπόκριση των εταιρειών σε αυτές τις συνθήκες (συχνότητα ανανέωσης των προϊόντων) και τις ισχύουσες οικονομικές συνθήκες.
Ειδικότερα, αναφέρεται ότι η αγορά των απορρυπαντικών οικιακής χρήσης μειώθηκε το 2007 κατά 1,9% και διαμορφώθηκε σε €552 εκ. περίπου, καταλαμβάνοντας το 85% του συνόλου της αγοράς. Τα απορρυπαντικά επαγγελματικής χρήσης αντιθέτως, επέδειξαν υψηλό ρυθμό ανάπτυξης (15,9%) και ανήλθαν σε €93 εκ. περίπου. Και στις δυο κατηγορίες προϊόντων τα απορρυπαντικά ιδιωτικής ετικέτας καταλαμβάνουν μερίδιο αγοράς που ανέρχεται σε 15%, το οποίο αναμένεται να αυξηθεί στα επόμενα έτη.
Ανά υποκατηγορία προϊόντος, σημειώνεται ότι ψηλούς ρυθμούς ανέπτυξαν την περίοδο 07/06 τα απορρυπαντικά πιάτων για πλύσιμο στο χέρι (17,2%) και τα καθαριστικά μπάνιου (10,3%), ενώ αντίθετη πορεία ακολούθησαν οι ταμπλέτες για τα ρούχα (-18,0%), τα ειδικά καθαριστικά (-7,7%) και τα απορρυπαντικά ρούχων σε σκόνη (-7,1%).
Προβλήματα – Προοπτικές
Σύμφωνα με εκπρόσωπους των επιχειρήσεων του κλάδου με τους οποίους συνεργάστηκε η Hellastat για την εκπόνηση της μελέτης, ο κλάδος αντιμετωπίζει ορισμένα προβλήματα τα οποία συνοπτικά αφορούν στα εξής:
- Χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης
- Έντονος ανταγωνισμός σε επίπεδο τιμών
- Αυστηρό θεσμικό πλαίσιο ελέγχου
- Μεταφορά της εγχώριας παραγωγής στο εξωτερικό
Όσον αφορά στις προοπτικές του κλάδου, στη μελέτη της Hellastat αναφέρονται τα εξής:
- Διαφοροποίηση στον κλάδο με την εισαγωγή «πράσινων» προϊόντων και πολιτικών από τις εταιρείες
- Συνεχής τεχνολογική εξέλιξη
- Εκμετάλλευση των τομέων της αγοράς που παρουσιάζουν υψηλότερους του μέσου ρυθμούς ανάπτυξης
Τα αποτελέσματα του 2007
Στο δείγμα της μελέτης της Hellastat έχουν περιληφθεί 36 επιχειρήσεις παραγωγής και αντιπροσώπευσης προϊόντων καθαρισμού και απορρυπαντικών. Υπογραμμίζεται ότι μεταξύ των εταιρειών υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις ως προς το χαρτοφυλάκιο των προϊόντων και τους λοιπούς τομείς δραστηριοποίησης. Τα βασικά σημεία της χρηματοοικονομικής ανάλυσης είναι:
- 23 από τις 36 εταιρείες του δείγματος αύξησαν τις πωλήσεις τους, ενώ 29 εταιρείες υπήρξαν κερδοφόρες.
- Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις εμφανίζουν σε γενικές γραμμές βελτιούμενα και υψηλότερα του μέσου όρου περιθώρια καθαρής κερδοφορίας.
- Η αποδοτικότητα Ιδίων Κεφαλαίων ήταν υψηλή για τις μεγάλες και τις μεσαίες εταιρείες του δείγματος, καθώς κυμάνθηκε σε επίπεδα μεγαλύτερα του 20%.
- Υψηλή εξάρτηση από ξένα κεφάλαια επιδεικνύουν μόνο οι μεσαίες εταιρείες.