Οι οργανωμένες αλυσίδες εστιατορίων γρήγορης εξυπηρέτησης αξιολογούνται σε πρόσφατη μελέτη της Hellastat Α.Ε. (www.hellastat.eu).
Οι οργανωμένες αλυσίδες εστιατορίων γρήγορης εξυπηρέτησης αξιολογούνται σε πρόσφατη μελέτη της Hellastat Α.Ε. ( www.hellastat.eu ), ένας κλάδος για τον οποίο αναφέρεται ότι ο ανταγωνισμός είναι υψηλός και επικεντρώνεται σε σημεία όπως η τιμή, η ποιότητα, το μενού, το brand name, οι προσφορές και οι εκπτώσεις, καθώς και η ταχύτητα εξυπηρέτησης και η ευκολία πρόσβασης στα καταστήματα, παράλληλα με τη γεωγραφική κάλυψη. Ο ανταγωνισμός εντείνεται από την ισχυρή παρουσία των ανεξάρτητων καταστημάτων τα οποία προσφέρουν αντίστοιχα προϊόντα με αυτά των οργανωμένων αλυσίδων. Ο κλάδος αναπτύχθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια μέσω συμβάσεων δικαιόχρησης, είτε με την ίδρυση νέων επιχειρήσεων είτε με την ένταξη μεμονωμένων καταστημάτων σε επώνυμες αλυσίδες.
Προβλήματα - Προοπτικές
Σύμφωνα με εκπρόσωπους των επιχειρήσεων του κλάδου με τους οποίους συνεργάστηκε η Hellastat για την εκπόνηση της μελέτης, τα σημαντικότερα προβλήματα αφορούν στην εξεύρεση κατάλληλων ακινήτων για την εγκατάσταση των νέων καταστημάτων, στα υψηλά ενοίκια αυτών, στο υψηλό εργατικό κόστος και στην έντονη κινητικότητα του ανθρώπινου δυναμικού.
Επιπλέον, η σύγχρονη τάση για υγιεινό τρόπο ζωής και διατροφής αναμένεται να ισχυροποιηθεί ακόμη περισσότερο, καθώς αυξάνεται η ενημέρωση του καταναλωτή σε θέματα υγείας και διατροφής. Παράλληλα, τα κατά καιρούς διατροφικά σκάνδαλα αν και έχουν πρόσκαιρα αρνητική επίπτωση στις πωλήσεις του κλάδου, ισχυροποιούν σε μερίδα του κοινού την τάση να στραφεί στην υγιεινή διατροφή. Στα πλαίσια αυτά, οι εταιρείες του κλάδου ανταποκρίνονται αφενός διασφαλίζοντας την ποιότητα των γευμάτων τους (εφαρμογή HACCP, επώνυμες πρώτες ύλες κ.ά.) και αφετέρου εισάγοντας καινοτομίες (γεύματα με χαμηλά λιπαρά, μεσογειακή διατροφή, παιδικά γεύματα κ.ά.).
Όσον αφορά στις προοπτικές του κλάδου, στη μελέτη της Hellastat αναφέρεται ότι αυτός εμφανίζεται σχετικά ανθεκτικός στην αρνητική οικονομική συγκυρία που διέρχεται η ελληνική οικονομία και αναμένεται να συνεχίσει την ανάπτυξή του τα επόμενα χρόνια, αλλά με μικρότερους ρυθμούς. Στο γεγονός αυτό συμβάλλει σημαντικά η προσιτή τιμή των προϊόντων των καταστημάτων γρήγορης εξυπηρέτησης σε σχέση με τα παραδοσιακά εστιατόρια, ο σύγχρονος τρόπος ζωής που περιορίζει το διαθέσιμο χρόνο για μαγείρεμα, η ύπαρξη μονομελών νοικοκυριών, οι προσφορές και οι εκπτώσεις που υιοθετούνται, καθώς και η υπηρεσία διανομής κατ’ οίκον που ευνοείται σημαντικά από τη μείωση της κατανάλωσης φαγητού εκτός σπιτιού. Θετικό για τον κλάδο είναι το γεγονός ότι πωλεί τοις μετρητοίς, ωστόσο απαιτείται σταθερή προσήλωση στον έλεγχο του κόστους παραγωγής αλλά και η επέκταση με προσεκτικά βήματα. Σε αυτό το πλαίσιο, σημαντικός είναι επίσης ο διαρκής πιστοληπτικός έλεγχος των προμηθευτών για την επιβεβαίωση της βιωσιμότητάς τους, ώστε να υπάρχει σταθερή ποιότητα στις πρώτες ύλες και στους χρόνους παράδοσης, ενώ για τους ίδιους λόγους απαιτείται και η παρακολούθηση των επιχειρηματιών – franchisees, λόγω των δυσμενών συνθηκών και της αβεβαιότητας που επικρατούν γενικότερα στην οικονομία.
Χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου
Στη μελέτη της Hellastat αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 225 καταστημάτων ή και αλυσίδων που διαχειρίζονται σημαντικό πλήθος εταιρικών σημείων εξυπηρέτησης. Τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης συνοψίζονται στα εξής:
- Ο κλάδος χαρακτηρίζεται από υψηλό μικτό περιθώριο κέρδους που εκτιμάται σε 60%. Ωστόσο, οι σημαντικές δαπάνες διάθεσης (στο 46,4% επί των πωλήσεων) διαμορφώνουν το λειτουργικό και καθαρό περιθώριο σε χαμηλά επίπεδα, της τάξης του 6,7% και 2,1% αντίστοιχα, με τάση ελαφριάς υποχώρησης την τελευταία 3ετία.
- Η κεφαλαιακή μόχλευση είναι μέτρια, στο 1,4 προς 1, με σχετική σταθερότητα την τελευταία 3ετία.
- Παράλληλα, η ταχεία ανακύκλωση των συνολικών επενδύσεων οδηγεί σε υψηλή αποδοτικότητα Ιδίων Κεφαλαίων, αγγίζοντας το 21%.
- Ο βραχυπρόθεσμος τραπεζικός δανεισμός διαμορφώνεται σε χαμηλά επίπεδα, στο 11% περίπου επί των πωλήσεων, ενώ η ικανότητα κάλυψης τόκων από λειτουργικά κέρδη είναι υψηλή, ξεπερνώντας τις 6 φορές.
- Σύμφωνα με τα πρώτα διαθέσιμα αποτελέσματα του 2008, καταγράφεται μέτρια αύξηση των εσόδων κατά 3% (αθροιστικά αύξηση κατά 7,8%), με μεγάλη μέση μείωση των καθαρών κερδών κατά 18% (αθροιστικά ωστόσο δεν ξεπερνά το -2%).