Ακόμη και κάτω από το 5% ενδέχεται να κλείσει φέτος η πιστωτική επέκταση καθώς οι τράπεζες απέκτησαν πλέον άνεση από πλευράς ρευστότητας αλλά δεν τη διοχετεύουν εύκολα στην αγορά.
Ακόμη και κάτω από το 5% ενδέχεται να κλείσει φέτος η πιστωτική επέκταση καθώς οι τράπεζες απέκτησαν πλέον άνεση από πλευράς ρευστότητας αλλά δεν τη διοχετεύουν εύκολα στην αγορά.
Αυστηρά πιστοδοτικά κριτήρια και χαμηλή ζήτηση έχουν ρίξει τους ρυθμούς των δανείων και όπως τονίζουν οι γνώστες της αγοράς, αυτό που δεν έχει αποκατασταθεί είναι το κομμάτι της αλυσίδας που αφορά τράπεζες και πελάτες, ενώ το μέρος της σχέσης των τραπεζών με τις κεντρικές τράπεζες και των πιστωτικών ιδρυμάτων μεταξύ τους φαίνεται να λειτουργεί κανονικά.
Ακολουθώντας την τάση που υπάρχει στην Ευρωζώνη, η πιστωτική επέκταση προς την εγχώρια οικονομία κινείται σε χαμηλούς ρυθμούς, αν και ισχυρότερους από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη και η εκτίμηση είναι ότι σε ετήσια βάση το έτος θα κλείσει ίσως και με ρυθμό κάτω από 5%.
Αρχικώς η πρόβλεψη είναι ότι για το 2009 ο ρυθμός μεταξύ 5% και 6% θα ήταν εύλογος. Τα στοιχεία του Αυγούστου για την Ελλάδα καταγράφουν επιβράδυνση, ενώ στην Ευρωζώνη σημειώθηκε κάποια σταθεροποίηση, με ρυθμό πάντως πολύ χαμηλότερο από τον εγχώριο.
Ενώ οι τράπεζες βλέπουν βελτίωση των συνθηκών χρηματοδότησης και ευνοϊκό περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων, η γκρίνια από πλευράς της αγοράς παραμένει.
Η ομαλοποίηση της ρευστότητας δεν περνά στην πραγματική οικονομία, κάτι που ζητούν κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες. Πανευρωπαϊκά, η τάση που διαπιστώνεται και έχει καταγραφεί σε μελέτες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι η χαλάρωση των κριτηρίων δανειοδότησης σε σχέση με την κορύφωση των προβλημάτων ρευστότητας, αν και όχι σε επίπεδο προ της κρίσης.
Η εξέλιξη των επισφαλειών παραμένει άδηλη και ενώ για παράδειγμα, το 9% του τρέχοντος έτους φαίνεται διαχειρίσιμο, δεν μπορεί να προβλεφθεί τι θα συμβεί εάν υπάρξει επιδείνωση.
Την ίδια στιγμή, όμως, η ελλιπής χρηματοδότηση ιδιωτών και επιχειρήσεων θέτει σε κίνδυνο τη διαδικασία ανάκαμψης ώστε το ζητούμενο να είναι η εξισορρόπηση των αντίρροπων δυνάμεων.
Μειωμένη παραμένει η ζήτηση καθώς οι επιχειρήσεις έχουν εγκαταλείψει επενδυτικά σχέδια και ζητούν μόνο κεφάλαιο κίνησης και μάλιστα, λελογισμένα εξαιτίας της επιβράδυνσης στην οικονομική δραστηριότητα.
Αναιμική είναι επίσης η ζήτηση για στεγαστικά, παρά τα ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα επιτοκίων ενώ και στην καταναλωτική πίστη οι εργασίες αφορούν κυρίως στην αναδιάρθρωση υφιστάμενων οφειλών.
ΑΝΝΑ ΔΟΓΑ